Είχα μια φίλη που ονειρευόταν χρόνια να αποκτήσει τζουκ μποξ. Πολύ καιρό μετά που τα τζουκ μποξ είχαν εξαφανιστεί από τη ζωή μας, θυμόμουν μαζί της ότι κάποτε κι εμένα μου άρεσαν. Νομίζω πιο πολύ να κοιτάζω τη μηχανική πλευρά, τη δραχμή να πέφτει, τη βελόνα του πικάπ να ξυπνά και να ανασηκώνεται, άλλες μυστικές επιφάνειες να κινούνται στο βάθος, τους δίσκους σαράντα πέντε στροφών να ξεφυλλίζονται και να σταματά το ξεφύλλισμα στον επιλεγμένο, να ξεχωρίζει εκείνος και με χορευτικές στροφές να εμφανίζει ενίοτε την επιφάνεια με τα ονόματα των καλλιτεχνών ή άλλοτε απλώς ν’ αρχίσει να παίζει.
Η ροή κρατούσε όσο και το τραγούδι, ύστερα έπρεπε να διαλέξεις άλλο και να ρίξεις καινούργιο νόμισμα. Ισως αυτή η άσκηση επιλογής να άξιζε περισσότερο από την ίδια τη μουσική. Να πληρώνεις, να διαλέγεις, να περιμένεις την κοινή αποδοχή, άρεσε στους άλλους; Το έπιασε το υπονοούμενο ο στόχος του φλερτ; Παραγγελιά μπορούσε να κάνει ο καθένας, φτηνά και εύκολα.
Μου άρεσε κι εμένα το τζουκ μποξ ή έτσι θυμάμαι. Θα ήταν η ηλικία που μας έκανε να περιμένουμε κάποιο συμβάν με κάθε δισκάκι, κάποιο διάλογο, κάποιο νεύμα, κάποιο φλερτ σε εξέλιξη. Δεν το νοστάλγησα ποτέ όσο η φίλη μου, και το χειρότερο είναι που με τα επόμενα μηχανήματα παραγωγής μουσικής σε χώρους εστίασης δεν κατάφερα να συνδέσω ευχάριστες αναμνήσεις. Οπότε δεν με πείραξε που για λίγες βδομάδες απαγορεύτηκε η μουσική στους χώρους εστίασης· κάθε άλλο. Σκεφτόμουν μάλιστα να πάω να απολαύσω μια τέτοια ήσυχη έξοδο πριν επιτραπεί ξανά.
Μια νύχτα, πριν προλάβω να υλοποιήσω το σχέδιο, δεν είναι κι απλό πια έτσι που ξεσυνηθίσαμε τις εξόδους, πέρασα από μια πλατεία τη στιγμή που ένα πελώριο μηχάνημα ήχου έπιανε να δουλεύει. Τρόμαξα, πισωπάτησα. Μια παρέα νέων έστηνε αυθόρμητο πάρτι –εντάξει, όχι πολύ αυθόρμητο, θα πρέπει να είχε βρει τουλάχιστον καμιονάκι για να κουβαλήσει το μηχάνημα– ανάμεσα στις συστάδες δέντρων και θάμνων. Ετσι όπως ο μονότονος πλην όμως μοντέρνος ήχος (θεέ μου, πώς αντιμάχεται κανείς το μοντέρνο; Υπάρχει ελπίδα ή μόνο μεταμοντέρνο;) χύθηκε στο σκοτάδι, μου φάνηκε σαν να παραμονεύουν τα καταπιεσμένα ντεσιμπέλ να μας κατασπαράξουν. Θα ηρεμήσουν άραγε μόλις τελειώσει η υποχρεωτική ησυχία; Κι εγώ που ξεσυνήθισα τόσο ευχάριστα, θα μπορέσω να ξαναβρώ τους μηχανισμούς άμυνας που με κρατούσαν ψύχραιμη;
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας