Ο Αντρέι Βάιντα, θρύλος του παγκόσμιου κινηματογράφου, τιμημένος με Οσκαρ το 2000 για το σύνολο της προσφοράς του, πέθανε την Κυριακή στη Βαρσοβία σε ηλικία 90 χρόνων. Αιτία θανάτου, το πνευμονικό οίδημα, αλλά νοσηλευόταν δέκα μέρες σε τεχνητό κώμα.
Η Πολωνία αποχαιρετά έναν από τους μεγαλύτερους καλλιτέχνες της (και στο σινεμά δεν έχει βγάλει λίγους, αν σκεφτούμε μόνο τον νεότερό του Κισλόφσκι). Ο Βάιντα, όμως, ήταν αυτός που έγινε η φωνή και η συνείδηση της χώρας του, γιατί ταυτίστηκε, μέσα από τη ζωή και το έργο του, με την ιστορία της. Πρώτα, τους αγώνες της εναντίον του ναζισμού.
Επειτα, την αντίσταση στον ολοκληρωτισμό του κομμουνιστικού καθεστώτος, κάτι που του στοίχισε άπειρες τριβές με τη γραφειοκρατία και τη λογοκρισία και μια αυτοεξορία επί Γιαρουζέλσκι στη Δυτική Ευρώπη.
Η ταύτισή του με τον Λεχ Βαλέσα και το κίνημα της Αλληλεγγύης ήταν απόλυτη. Εκλεισε την εξέγερσή τους στη θρυλική ταινία «Ανθρωπος από σίδερο» (1981), που γυρίστηκε σχεδόν ταυτόχρονα με τα γεγονότα του Γκντανσκ.
Θα μπορούσε να έχει οδηγηθεί, όπως πολλοί άλλοι σύντροφοί τους, στη φυλακή από τη στρατιωτική δικτατορία, αλλά τον έσωσε ο Χρυσός Φοίνικας που πήρε στις Κάνες. Τον έχει χαρίσει σε μουσείο της Κρακοβίας, γιατί, όπως έχει πει, «δεν ήταν μόνο για μένα, ήταν και για την Αλληλεγγύη».
Ο δολοφονημένος στο Κατίν πατέρας
Από την πρώτη ώς την τελευταία ταινία του ο Βάιντα ήταν με την πλευρά της αλήθειας και της δημοκρατίας, θίγοντας με τόλμη θέματα που η εξουσία (πολωνική και σοβιετική) κουκούλωνε: για παράδειγμα, τη σφαγή 22.500 Πολωνών αξιωματικών το 1940, στο δάσος του Κατίν, από τη διαβόητη σοβιετική NKVD. Ενας από αυτούς ήταν και ο πατέρας του, Γιακούμπ Βάιντα.
Ο γιος του κατάφερε με την ταινία του «Κατίν» (γυρισμένη το 2007, αφού πια είχε χαλαρώσει ο σοβιετικός βραχνάς, αν και εδώ μέλη της ΚΝΕ προσπαθούσαν να την απαξιώσουν) να αναδείξει το παιδικό του, αλλά και εθνικό τραύμα, στα μάτια όλης της ανθρωπότητας.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι ακόμα και τους τελευταίους μήνες της ζωής του, αδύναμος και μετακινούμενος σε καροτσάκι με ρόδες, ο μεγάλος αυτός άνδρας δεν δίστασε να επιτεθεί δημόσια, στη διάρκεια βράβευσής του, στην πολιτική της ακροδεξιάς κυβέρνησης της Πολωνίας, κυρίως για θέματα παιδείας και πολιτισμού.
Οι περισσότεροι κριτικοί βλέπουν, μάλιστα, στην τελευταία του ταινία, την «Powikoki» (Afterimage), που έκανε τον Σεπτέμβριο παγκόσμια πρεμιέρα στο Φεστιβάλ του Τορόντο και είναι η πρόταση της Πολωνίας για το Οσκαρ ξένης ταινίας, μια κριτική στην ανελευθερία που επικρατεί στην πατρίδα του. Είναι η ιστορία ενός αβανγκάρντ ζωγράφου, που παλεύει με τη σταλινική ορθοδοξία.
Αντί στρατιωτικός, σκηνοθέτης
Ο Βάιντα γεννήθηκε το 1926. Θα ακολουθούσε την καριέρα του στρατιωτικού πατέρα του, αλλά δεν τα κατάφερε να περάσει το 1939 στη στρατιωτική ακαδημία.
Ετσι, στη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στράφηκε σε μαθήματα ζωγραφικής, τα οποία συνέχισε μετά την απελευθέρωση στη Σχολή Καλών Τεχνών της Κρακοβίας, πριν μεταπηδήσει στην περίφημη κινηματογραφική σχολή του Λοτζ, από την οποία βγήκαν όλοι οι μεγάλοι Πολωνοί (και ο Πολάνσκι).
Η συμμετοχή του στην αντίσταση κατά των Γερμανών, αλλά και η εμπειρία από την ιδιαίτερη μοίρα της πατρίδας του, σκληρά διεκδικούμενης από ναζί και Σοβιετικούς, σημάδεψαν την ψυχή και το έργο του.
Η πρώτη του ταινία, «A Generation» (1955), μιλούσε για την αντίσταση και η επόμενη, το αριστουργηματικό «Kanal» (1957), που του χάρισε διεθνή αναγνώριση και το Βραβείο της Επιτροπής στις Κάνες, αναφερόταν στην εξέγερση στη Βαρσοβία το 1944.
Ο δρόμος άνοιξε για τον Βάιντα, απέκτησε δύναμη στο πολωνικό σινεμά και γύρισε σχεδόν αμέσως (1958) ένα ακόμα αριστούργημα, το «Στάχτες και διαμάντια», που άγγιξε το δύσκολο θέμα της μετάβασης της Πολωνίας στη σοβιετική εποχή, τότε που εκτυλίχτηκε ένας αιματηρός εμφύλιος μεταξύ εθνικιστών και κομμουνιστών. Ολοκλήρωσε έτσι την πρώτη από τις δύο τριλογίες, για τις οποίες έμεινε στην ιστορία του σινεμά.
Η δεύτερη ήταν ακόμα πιο εκρηκτική, επικίνδυνη και παγκόσμια. Γιατί στρεφόταν εναντίον του κομμουνιστικού καθεστώτος εκθέτοντας τα ψέματα και την ανελευθερία του.
Στον «Ανθρωπο από μάρμαρο» (1977) κεντρικό πρόσωπο γινόταν ο θρυλικός σταχανοβίτης Μπιρκούτ, που ενώ έχει δοξαστεί και γίνει άγαλμα, στην πραγματικότητα έχει πέσει σε κομματική δυσμένεια, αλλά και η νεαρή κινηματογραφίστρια, που προσπαθώντας να γυρίσει ένα ντοκιμαντέρ γι’ αυτόν, πέφτει πάνω στην αδυσώπητη σταλινική προπαγάνδα.
Ακολούθησε το 1981 ο «Ανθρωπος από σίδερο», στον οποίο πρωταγωνιστεί ο γιος του Μπιρκούτ, που έχει εξελιχθεί σε ηγέτη της Αλληλεγγύης και πολεμά για την απελευθέρωση του εργατικού κινήματος από τις κομμουνιστικές επιταγές και, τέλος, πολλά χρόνια αργότερα, το 2013, η ταινία «Βαλέσα: η δύναμη της ελπίδας».
Μετά την επικράτηση του Γιαρουζέλσκι ο Βάιντα κατέφυγε για λίγα χρόνια στη Δύση όπου δούλεψε εντατικά (ήταν τέρας αντοχής και εργατικότητας) δίνοντάς μας ένα τουλάχιστον αριστούργημα, το γαλλικό «Δαντών» (1983) με τους Ζεράρ Ντεπαρντιέ και Πατρίς Σερό, μία ακόμα ευκαιρία να αγγίξει μέσα από τον πρωτεργάτη της Γαλλικής Επανάστασης θέματα δημοκρατίας και αυταρχισμού.
Η πτώση του κομμουνισμού τον έφερε πίσω στην Πολωνία, όπου εκλέχτηκε και γερουσιαστής, πανευτυχής που «έζησε για να δει την ελευθερία». Ελεγε το 2014 σε συνέντευξή του στην «Εφημερίδα των Συντακτών»: «Το ζήσαμε αυτό το σύστημα σαράντα τόσα χρόνια, καμιά σχέση με τη δημοκρατία και με τον σεβασμό στην εργατική τάξη, που δήθεν πρέσβευε».
Εγινε και διευθυντής μεγάλου κρατικού θεάτρου στην Κρακοβία, κάτι σαν τον Μπέργκμαν στη Σουηδία, αφού, όσο μακριά και εντυπωσιακή κι αν είναι η φιλμογραφία του, δεν ήταν μικρότερη η λατρεία του για το θέατρο.
Oύτε και ο λυρισμός του. Δίπλα στον πολιτικό Βάιντα, υπήρχε και ο μεγάλος ποιητής των αισθημάτων και του χρόνου που περνά, εξ ου και ένα από τα αριστουργήματά του είναι οι τσεχοφικές «Δεσποινίδες του Βίλκο» (1979), μια από τις τέσσερις ταινίες του που μπήκαν στις υποψηφιότητες για Οσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας - μαζί με τη «Γη της επαγγελίας» (1975), τον «Ανθρωπο από σίδερο» και το «Κατίν».
Στην Αθήνα με την ανανεωτική Αριστερά
Ο Αντρέι Βάιντα έγινε σύμβολο και στην Ελλάδα της μεταπολίτευσης, τότε που η Αριστερά προσπαθούσε να ξεκόψει από τον δογματισμό και αναζητούσε ένα δημοκρατικό πρόσωπο. Η ταινία του «Ο άνθρωπος από μάρμαρο» ήταν η καλύτερη αφορμή για να προσκληθεί στην Αθήνα, στα τέλη της δεκαετίας του '70. Η «Οπερα» γέμισε με κόσμο και ο ίδιος αποθεώθηκε.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας