Μιλάει προσεκτικά και με βαθιά ευθύνη, λες και κρέμονται όλες τις οι σκέψεις από τις λέξεις που θα χρησιμοποιήσει. Ταυτόχρονα, η Μαρία Σκουλά είναι τόσο ήρεμη και νηφάλια, που σε ξεγελάει. Νομίζεις πως έχεις μπροστά σου το κοριτσάκι από τα «Ψάθινα καπέλα», τη μεταφορά του ομώνυμου μυθιστορήματος της Μαργαρίτας Λυμπεράκη στην ΕΡΤ το 1995, όπου πρωταγωνιστούσε - είχε βγει στο θέατρο μόλις δύο χρόνια νωρίτερα, ως απόφοιτος του Εθνικού.
Κι όμως από τότε έχει κάνει εξαιρετικές δουλειές με σπουδαίους σκηνοθέτες (Βογιατζής, Μαρμαρινός, Μοσχόπουλος, Χουβαρδάς, Τσιάνος, Χατζόπουλος και κυρίως με τον πρώην σύζυγό της, Ακύλα Καραζήση). Στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, πρωταγωνιστεί για δεύτερη συνεχή χρονιά στην παράσταση «Το ατλαζένιο γοβάκι» του Πολ Κλοντέλ, σε σκηνοθεσία και διασκευή Εφης Θεοδώρου. Μια παράσταση που άφησε πέρσι τις καλύτερες εντυπώσεις, ένα έργο του σπουδαίου ποιητή και συγγραφέα των αρχών του 20ού αι., Πολ Κλοντέλ, αδερφού της επίσης διάσημης γλύπτριας Καμίλ Κλοντέλ, την οποία έκλεισε σε άσυλο για 30 χρόνια: «Στην αρχή τον λάτρεψα ως συγγραφέα, μετά όμως ένιωσα πως ήταν πραγματικά σκληρός. Αυτό φαίνεται και από τον τρόπο που συμπεριφέρεται στους ήρωές του: για να τους λυτρώσει, τους φτάνει στα άκρα», λέει η Μαρία Σκουλά.
Το έργο είναι σχεδόν αυτοβιογραφικό, αναφέρεται στον αδιέξοδο έρωτα του συγγραφέα με τη Ροζαλί Βετκ και θεωρείται μοναδικό στο είδος του. «Ατλάζι σημαίνει γυαλιστερό ύφασμα, κάτι σαν σατέν», μας εξηγεί η ηθοποιός. «Από τον τίτλο καταφαίνεται τι πρόκειται να μας εκθέσει ο συγγραφέας. Ο Κλοντέλ χρησιμοποιεί ό,τι μπορεί για να κάνει κατανοητό αυτό που θέλει να περάσει στον θεατή: μιλάει κατευθείαν στο κοινό, υπάρχει αφήγηση, διάλογος, αναπόληση, σουρεαλισμός - η Σελήνη, οι άγιοι και τ’ αστέρια κατεβαίνουν στη σκηνή και προσωποποιούνται. Δεν είναι τυχαίο πως πολλοί υποστηρίζουν ότι το έργο αποτελεί έναν ύμνο για το θέατρο, ένα εγκώμιο για την απεριόριστη δύναμη της θεατρικής σκηνής, με τα τόσα είδη που χρησιμοποιεί».
Ο Ζαν Λουί Μπαρό ανεβάζει το «Ατλαζένιο γοβάκι» στην Comédie-Française το 1943, ενώ ο συγγραφέας ήταν ακόμη εν ζωή. Τότε, η παράσταση ήταν 12ωρη. Τώρα διαρκεί 4 ώρες. Για τη Μαρία Σκουλά ο χρόνος αυτός είναι απαραίτητος για να έρθουν τόσο ο ηθοποιός όσο και ο θεατής σε σύνδεση με το έργο: «Χρειάζεται αυτή η διάρκεια, χρειάζεται ο θεατής να ακούσει ξανά και ξανά το ίδιο ουσιαστικά πράγμα, μέσα από διαφορετικές σκηνές, με άλλα λόγια. Μόνο τότε θα μπορέσουν ν’ ανοίξουν οι αισθήσεις του και να εισπράξει βαθιά μέσα του αυτό με το οποίο καταπιάνεται ο συγγραφέας στο έργο και το επαναλαμβάνει συνεχώς: το θείο, το καλό και το κακό, τον απόλυτο έρωτα που σε φέρνει πιο κοντά στο θείο και, πολύ περισσότερο, αποδεικνύει την ύπαρξή του».
Δεν πρόκειται για εύκολο έργο. Οχι για τον ηθοποιό, τουλάχιστον. «Είναι δύσκολο να ξανακάνεις το ίδιο έργο, δεύτερη χρονιά, καθώς ούτε εσύ δεν είσαι πλέον ο ίδιος. Εχεις αλλάξει. Δεν το λέω αρνητικά, καθώς προσωπικά με βοήθησε αυτή η ενδιάμεση απόσταση. Το βλέπω και στις πρόβες - έχουμε καταλάβει τι είχαμε αντιμετωπίσει λανθασμένα, τι δεν βλέπαμε σωστά ως ηθοποιοί. Ωστόσο, ναι, έχω αγωνία», εξομολογείται η ηθοποιός. «Βέβαια, μιλάμε για ένα από τα λογοτεχνικά αριστουργήματα του 20ού αι. Οταν διαβάσεις αυτό το έργο καταλαβαίνεις γιατί πρέπει να ανέβει στη σκηνή. Είναι κάτι πολύ μεγάλο, σε αρπάζει και σε πάει. Το ίδιο σού δίνει όλες τις απαντήσεις. Φέρνει κοντά πράγματα που νομίζουμε πως είναι πολύ μακρινά, όπως τα απόλυτα συναισθήματα. Σε κάνει να νιώθεις παντοδύναμος. Αν τα λόγια ειπωθούν με τον σωστό, θετικό τρόπο, τότε έρχεσαι κοντά σε θύμησες αρχέγονες και πρωταρχικές. Για τον Κλοντέλ, αυτή η ‘‘ουσία’’, όπως την ονομάζει, είναι αυτό που χάσαμε όταν φύγαμε από τον παράδεισο - είναι κάτι το μεταφυσικό και το πολύ πραγματικό μαζί. Για μας τους ηθοποιούς είναι, όμως, πάλη να μπορέσουμε να το αποδώσουμε στη σκηνή. Δύσκολο εγχείρημα».
Το έργο κλείνει με τον στίχο «Απελευθέρωση για τις αιχμάλωτες ψυχές!» και ξεκινάει με τη φράση «τάξη είναι η ευχαρίστηση της λογικής, αλλά αταξία η απόλαυση της φαντασίας»: «Να σου πω την αλήθεια, για μένα είναι δύσκολο να τα καταλάβω αυτά τα λόγια», λέει η Μαρία Σκουλά. «Είναι μια ιστορία που αυτός που τη δέχεται (διαβάζει, βλέπει, παίζει) νιώθει πως όλα τα συναισθήματα περνούν μέσα του και τα βιώνει στον έσχατο βαθμό και την ίδια στιγμή νιώθει πως έτσι είναι το φυσιολογικό. Ερχονται με δύναμη, αλλά συμπλέουν με κάτι ήδη ενυπάρχον μέσα μας. Στην καθημερινότητά μας, αυτά όλα τα ξεχνάμε ή αμυνόμαστε απέναντί τους. Το μεγάλο δεν μπορείς να το διαχειριστείς, αλλά δεν μπορείς και να μην το ακολουθήσεις»
Γιατί είναι τόσο σημαντικό ένα τέτοιο έργο σήμερα; «Γύρω μας υπάρχει πολλή οργή. Μπορεί ο θυμός να μας δίνει δύναμη να προχωρήσουμε, αλλά δεν υπάρχει λόγος να προχωράμε επιθετικά. Ετσι, δεν μπορούμε ούτε να ακούσουμε ούτε να συγκινηθούμε από κάτι πιο μεγάλο - να τος πάλι ο Κλοντέλ με το ατλαζένιο του γοβάκι, που σε βγάζει από το ισχνό, ασφαλές καβούκι σου και σε ‘‘πετάει’’ στα δύσκολα, που όμως τελικά, εκεί νιώθεις ότι πρέπει να υπάρχεις στ’ αλήθεια»
26 και 27 Ιουνίου, Πειραιώς 260 (Κτίριο Δ), στις 20.00. Πληροφορίες: http://greekfestival.gr
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας