Ο μεγάλος αριθμός των μισογυνικών φόνων γυναικών θέτει με επιτακτικό τρόπο την ανάγκη της ποινικής ορατότητας αυτού του αόρατου εγκλήματος που κρύβεται πίσω από τον «οικουμενικό» όρο της ανθρωποκτονίας. Η ορατότητα της ιδιάζουσας φύσης του εγκλήματος ως έγκλημα υπερατομικό και συστημικό μάς αποκαλύπτεται ήδη από τον όρο της γυναικοκτονίας.
Ο όρος είναι ισχυρός, συλλαμβάνει πτυχές της πραγματικότητας που ήταν προηγουμένως δυσδιάκριτες άρα έχει έντονες επιτελεστικές και μετασχηματιστικές επιδράσεις και επενέργειες διαμορφώνοντας όχι μόνο αντιλήψεις, αλλά και την αναγκαιότητα πολιτικών. Η εγκληματολογική αναγνώριση και νομική αποτύπωση του όρου θα φέρει στο προσκήνιο τις πραγματικές αιτίες του φαινομένου με στόχο την αλλαγή των δομών που συντηρούν και επωάζουν την πατριαρχία.
Το αίτημα για ποινική αυτοτέλεια της γυναικοκτονίας δεν είναι αίτημα πλεονάζοντος τιμωρητισμού, αλλά είναι αίτημα δικαιοσύνης για τις γυναίκες που φονεύονται λόγω του φύλου τους. Αίτημα αναγνώρισης του ιδιάζοντος χαρακτήρα αυτού του εγκλήματος στέρησης του ύψιστου αγαθού της ζωής για λόγους μίσους προς το φύλο.
Η ιδιομορφία του μισογυνικού εγκλήματος ως προσβολής ενός υπερατομικού στοιχείου, διάφορου της ζωής του εκάστοτε θύματος, συνιστά τον συστημικό χαρακτήρα του μισογυνικού φόνου και άρα παραπέμπει στα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Ο στόχος δεν αποσκοπεί στην αύξηση του τιμωρητισμού γενικά, αλλά στην απόδοση δικαιοσύνης και στην ποινική αντιμετώπιση της γυναικοκτονίας με τα μέσα ενός αυστηρού ποινικού δικαίου.
Βεβαίως ο μισογυνικός φόνος ως ακραία μορφή βίας κατά των γυναικών χρειάζεται να ενταχθεί σε ένα ολιστικό πλαίσιο προληπτικών πολιτικών με στόχο την εμπέδωση της ισότητας των φύλων και την αντιμετώπιση της τοξικής κυριαρχίας εις βάρος των γυναικών. Ομως η ανάγκη ύπαρξης ολιστικών πολιτικών αντιμετώπισης της βίας και του μισογυνισμού δεν μπορεί να χρησιμοποιείται ως επιχείρημα για την «ελαφρότερη ποινή» ή την ανοχή στο «να πέσει στα μαλακά».
Η γυναικοκτονία χρειάζεται να αντιμετωπιστεί και στο ποινικό επίπεδο. Δεν μπορεί το κράτος και το σύστημα της δικαιοσύνης όταν οι γυναίκες δολοφονούνται «η μία μετά την άλλη» να συνεχίζουν να αναπαράγουν την κουλτούρα της ατιμωρησίας και της ανοχής απέναντί στο σεξιστικό έγκλημα.
Το ποινικό δίκαιο δεν είναι ένα ιερό κείμενο αδιαπέραστο από τη σύγχρονη κοινωνική συνείδηση. Μέσα από τους αγώνες του το φεμινιστικό κίνημα και τις πρωτοβουλίες πρωτοπόρων μεταρρυθμιστριών και αντρών συμμάχων του γυναικείου κινήματος ο βιασμός στον γάμο θεωρήθηκε αδίκημα, το αδίκημα του βιασμού δεν αποποινικοποιείται διά του γάμου με τη βιασθείσα ή ακόμα αναγνωρίστηκε η ενδοοικογενειακή βία.
Χρειάζεται για λόγους κοινωνικής δικαιοσύνης και κοινωνικής ισότητας το ποινικό δίκαιο να λάβει υπόψη του τη γυναικεία οπτική στην αναγνώριση του ιδιάζοντος χαρακτήρα του μισογυνικού φόνου. Δεν μπορεί η πατριαρχία -το σύστημα εξουσιασμού των γυναικών- να κρύβεται πίσω από την ανθρωποκτονία με την ανοχή του κράτους και του συστήματος της δικαιοσύνης.
Η κρατική ευθύνη για τις γυναικοκτονίες είτε με τη μορφή της ανοχής του ιδίως μέσω της ατιμωρησίας είτε με τη δυσμενή αντιμετώπιση των θυμάτων και των οικείων τους από την επαφή με τους διωκτικούς μηχανισμούς είναι ορατή. Στα καθ’ ημάς η τελευταία γυναικοκτονία, ο φόνος της Κυριακής Γρίβα, μας δείχνει με ανάγλυφο τρόπο την άγνοια, την απάθεια την αδιαφορία και εν τέλει τη συνενοχή των μηχανισμών του κράτους ακόμα και όταν ο φόνος γίνεται «μπροστά στα μάτια τους».
Αναδεικνύεται η ανάγκη μιας αυστηρής ποινικής παρέμβασης συνδεδεμένης με τους σκοπούς της ποινής που υπηρετούνται με ένα νέο παράδειγμα ποινικού δικαίου προστασίας δικαιωμάτων που εφαρμόζεται επίσης κατά του ρατσισμού, των εγκλημάτων μίσους των διακρίσεων και της έμφυλης βίας. Ενα παράδειγμα ποινικού δικαίου προάσπισης δικαιωμάτων που σε απόκλιση από τον κλασικό φιλελεύθερο ποινικό δίκαιο θα είναι θυματοκεντρικό και ηθικοπολιτικά στρατευμένο. Στη λογική του Δικαίου ως μοχλού υπεράσπισης δικαιωμάτων αντί της πατροπαράδοτης λειτουργίας του ως καταστολής παραβάσεων του νόμου. Το κράτος δεν είναι μόνο το νεοφιλελεύθερο κράτος του εγκλεισμού, αλλά και ο φορέας κοινωνικής προστασίας και πρόνοιας που μπορεί να έχει προοδευτικό πρόσημο.
Η ιεραρχία των φύλων συνιστά μια πρωτεύουσα δομή των κοινωνιών μας και η αναγωγή της σε άλλα χαρακτηριστικά συσκοτίζει μια κοινωνική πραγματικότητα που χρειάζεται φως, αναγνώριση και αλλαγή νοοτροπιών αλλά και θεσμικές παρεμβάσεις που βάζουν φρένο στην ατιμωρησία και την κοινωνική ανοχή απέναντί σε κάθε λογής παραβιάσεις των δικαιωμάτων των γυναικών και του δικαιώματος της ζωής.
*Καθηγήτρια Κοινωνιολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, πρώην διευθύντρια του Εργαστηρίου Σπουδών Φύλου του Παντείου Πανεπιστημίου
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας