Δεν μπορώ να παρακολουθήσω έναν ολόκληρο αγώνα ποδοσφαίρου. Στα δέκα λεπτά έχω βαρεθεί να βλέπω υπεράνθρωπους, να κάνουν πράγματα στο γήπεδο τα οποία δεν έχουν καμιά σχέση με τις φυσιολογικές δυνατότητες που έχει ένας άνθρωπος στην ηλικία τους. Και να ήταν μόνο αυτό; Στα τρεξίματά τους, στις κόντρες τους, στη χαρά τους και στην απογοήτευσή τους δεν αναγνωρίζω εκείνα τα στοιχεία που με καθήλωναν μπρος στο κουτί τις δεκαετίες του ΄70, του ΄80 και του ΄90.
Το πάθος για τη νίκη. Την ταύτιση με τη φανέλα. Ακόμα και την αλητεία που είχε μετατρέψει κάποιους από αυτούς σε αντιήρωες. Χρειάστηκε να περάσουν αρκετές δεκαετίες για να συνειδητοποιήσω ότι τα επίθετα και τα επιρρήματα που συνόδευαν τους ποδοσφαιριστές εκείνης της εποχής ήταν το αλατοπίπερο που έκανε την μπάλα το πιο ελκυστικό θέαμα που προσφερόταν για τον απλό άνθρωπο ο οποίος περίμενε με λαχτάρα την Κυριακή. Ακόμα και ο ιδρώτας χύνεται για άλλο σκοπό.
Ο ιδρώτας για τη νίκη-δόξα αντικαταστάθηκε με τον ιδρώτα για τις τηλεοπτικές διαφημίσεις, τις στοιχηματικές εταιρείες, τα τηλεοπτικά δικαιώματα, τους χορηγούς, τα συμβόλαια με αμοιβές που ζαλίζουν, τους υπερεθνικούς διαχειριστές του ποδοσφαίρου.
Αυτό που κάνει το τωρινό Μουντιάλ να ξεχωρίζει από όλα τα προηγούμενα όμως δεν είναι ούτε οι ποδοσφαιριστές με τις υπεράνθρωπες δυνάμεις ούτε τα πετροδόλαρα ούτε ο απολογητής τους, ο Ινφαντίνο.
Μετά το Κατάρ, το ποδόσφαιρο όπως το ξέραμε οι παλιότεροι θα έχει θαφτεί οριστικά και τελεσίδικα χωρίς καμία ελπίδα να επιστρέψει. Στο Κατάρ κηδεύεται το ποδόσφαιρο. Για εννέα χρόνια το χρήμα αποδείχθηκε τόσο αποτελεσματικό ώστε κατάφερε να βουλώσει αυτιά, να εκμαυλίσει συνειδήσεις και να αγνοήσει όλους εκείνους που υπερασπίζονταν την κοινωνική πτυχή του.
Από το 2013 η δημοσιογραφική έρευνα αποκάλυπτε τη βρόμα και τη δυσωδία, αλλά κανείς δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να παρέμβει. Η Διεθνής Ομοσπονδία Συνδικάτων κατήγγειλε ότι πολλοί από τους σύγχρονους «γκασταρμπάιτερ» του Κατάρ, που –τότε– ξεπερνούσαν το ένα εκατομμύριο, υφίστανται εκμετάλλευση που μοιάζει με «σύγχρονη σκλαβιά». Κανείς από τους υπευθύνους του παγκόσμιου ποδοσφαίρου δεν αισθάνθηκε την υποχρέωση να παρέμβει για να μπει τέρμα. Εναν χρόνο αργότερα, στην κυριακάτικη έκδοση των Times του Λονδίνου αποκαλυπτόταν ότι τέλη Νοεμβρίου του 2010, λίγο πριν από την απόφαση, ο Μοχάμεντ Μπιν Χαμάμ, μεγαλοστέλεχος του ποδοσφαίρου στο Κατάρ, κατέβαλε το ποσό των 3,7 δισ. ευρώ σε διάφορα στελέχη της FIFA για να «επηρεάσουν» το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας υπέρ της χώρας του. Και πάλι σιωπή. Το 2018, πάλι οι κυριακάτικοι Times αποκάλυψαν ότι η επιτροπή διεκδίκησης του Μουντιάλ του 2022 του Κατάρ υπονόμευσε τις τρεις άλλες χώρες που ήταν διεκδικήτριες στην τελική επιλογή της FIFA το 2010.
Σύμφωνα με την εφημερίδα, το Κατάρ ανέθεσε σε αμερικανική εταιρεία δημοσίων σχέσεων και σε πρώην πράκτορες της CIA την εκστρατεία δυσφήμησης των αντιπάλων του, ΗΠΑ, Αυστραλίας και Νότιας Κορέας. Κανείς δεν αντέδρασε. Το Μουντιάλ των πετροδολαρίων «ξεπέρασε» όλα τα εμπόδια και σήμερα στα γήπεδα που χτίστηκαν με αίμα και θεμελιώθηκαν στη διαφθορά, πραγματοποιείται η «παγκόσμια γιορτή» του ποδοσφαίρου.
Δεν θα ήταν υπερβολή αν υποστήριζε κάποιος ότι στο Μουντιάλ του Κατάρ ο βασιλιάς των σπορ, έπειτα από αλλεπάλληλες ήττες που υπέστη τις δύο τελευταίες δεκαετίες, έχασε και τον πόλεμο. Το ποδόσφαιρο έχασε στη Βραζιλία όταν κανείς δεν υπολόγισε τους χιλιάδες των διαδηλωτών που ζητούσαν ένα μέρος από τα δισεκατομμύρια που δόθηκαν για την κατασκευή των φαραωνικών σταδίων να δοθεί για την ανακούφιση της φτώχειας. Το ποδόσφαιρο έχασε στη Νότια Αφρική, όπου οι Νοτιοαφρικανοί ακόμα πληρώνουν τα κέρδη της FIFA. To ποδόσφαιρο έχασε όταν οι δεκάδες καταγγελίες για διαφθορά και πολιτικές σκοπιμότητες είτε έμειναν ατιμώρητες είτε επιβλήθηκαν ποινές-χάδι. Πλέον το ποδόσφαιρο προδόθηκε εκ των έσω. Αυτοί που υποτίθεται ότι είχαν αναλάβει να το προστατεύουν το παρέδωσαν στις πολυεθνικές, στα τηλεοπτικά δίκτυα, στις στοιχηματικές εταιρείες και σε όλους αυτούς που αντιμετωπίζουν τα δισεκατομμύρια των φτωχοδιάβολων που δραπετεύουν από τη μιζέρια τους καθισμένοι πάνω σε μια μπάλα σαν μηχανές που αποδίδουν παράδες.
Μπορεί να σωθεί το ποδόσφαιρο που αγαπήσαμε; Δύσκολα, αν δεν αναλάβουν οι πραγματικοί φίλοι του να το υπερασπιστούν από αυτούς που το εκχυδάισαν. Οι κλειστοί τηλεοπτικοί δέκτες, το μποϊκοτάρισμα όλων των «αγαθών» που συνδέονται με αυτό, το γύρισμα της πλάτης στα προϊόντα των χορηγών, το... είναι η τελευταία ελπίδα που έχει απομείνει για το ποδόσφαιρο που αγαπήσαμε.
*δημοσιογράφος, συγγραφέας
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας