Η κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών από τη Βουλή στις 22/1/2019 έκλεισε μια εθνική εκκρεμότητα 30 χρόνων. Τίθενται πλέον σε νέα βάση οι διμερείς σχέσεις των συμβαλλόμενων χωρών, γεγονός που αναβαθμίζει τον ρόλο της χώρας μας στα Βαλκάνια, στην Ε.Ε., αλλά και ευρύτερα. Δεν είναι τυχαίο πως τη σύναψη της συμφωνίας, όπως και την κύρωσή της, χαιρέτισαν με θέρμη οι εταίροι μας στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ. Το σύνολο του δυτικού κόσμου δηλαδή, στον οποίο κόσμο -αν δεν κάνω λάθος- ανήκουμε ως χώρα. Αυτό άλλωστε επιθυμεί η μεγάλη πλειονότητα του ελληνικού λαού και του συνόλου των κομμάτων του συνταγματικού τόξου, πλην ΚΚΕ.
Ακολούθως, το επόμενο βήμα είναι η έγκριση του πρωτοκόλλου ένταξης της Β. Μακεδονίας στο ΝΑΤΟ. Για άλλη μια φορά διαπιστώνουμε όμως την απίστευτη ευκολία με την οποία το πρόσκαιρο μικροκομματικό συμφέρον υπερισχύει του ορθού λόγου και της πραγματικότητας που βοά. Ενώ η Ριζοσπαστική Αριστερά αντιλαμβάνεται, υιοθετεί και εργάζεται στην κατεύθυνση της αναβάθμισης του γεωστρατηγικού ρόλου της χώρας, που συνοδεύεται από την αύξηση του διεθνούς κύρους της και της επιρροής της, η συστημική αντιπολίτευση (Ν.Δ. & ΠΑΣΟΚ) απομακρύνεται από τις ιστορικές σταθερές της. Κι ας έχει παραδοσιακά συνδεθεί με τις δυτικές επιλογές της χώρας. Η μεν συντηρητική παράταξη από την ένταξή μας στο ΝΑΤΟ το 1952, και αργότερα με το εμφατικό «Ανήκομεν εις την Δύσην», το δε ΠΑΣΟΚ από την ενηλικίωσή του, όταν εγκατέλειψε οριστικά το σύνθημα «ΕΟΚ και ΝΑΤΟ, το ίδιο συνδικάτο». Πρόκειται, φοβάμαι, για σημεία των καιρών, όπου ο ανορθολογισμός καλπάζει, ανατρέποντας θεμελιώδεις σταθερές.
Ποιους, ωστόσο, έχει ενοχλήσει και αντιτίθενται σφόδρα στη Συμφωνία των Πρεσπών και στα παρελκόμενά της; Πρώτο, τον Ερντογάν και την Τουρκία. Είναι αλήθεια πως πράξαμε εγκληματικά το 1991-92, όταν χαρίσαμε στην Τουρκία τον ρόλο του προστάτη της «χώρας χωρίς όνομα». Της επιτρέψαμε έτσι να αλωνίζει σε όλα τα πεδία και να αποκτά ρόλο όχι μόνο στη FYROM, αλλά και σε όλα τα Βαλκάνια.
Δεύτερο, ενοχλεί τον Πούτιν και τη Ρωσία. Είναι γνωστή η αγωνία της άλλοτε υπερδύναμης να διατηρήσει την παραδοσιακή επιρροή της στα Δυτικά Βαλκάνια, ιδίως από τη στιγμή που τα Ανατολικά Βαλκάνια, με την ένταξή τους στην Ε.Ε. και στο ΝΑΤΟ απομακρύνθηκαν οριστικά από αυτήν. Αν δε οριστικοποιηθεί η απομάκρυνση και της Β. Μακεδονίας, η σφαίρα επιρροής της Ρωσίας περιορίζεται πλέον μόνο στη Σερβία, και αυτό οριακά, από τη στιγμή που η τελευταία έχει ήδη στραμμένο το βλέμμα της προς τη Δύση.
Τρίτο, ενοχλεί τους εθνικιστές του VMRO, οι οποίοι όλως παραδόξως προέβαλαν την ίδια επιχειρηματολογία περί ενδοτισμού της κυβέρνησής τους με τους δικούς μας αντιτιθέμενους στη Συμφωνία των Πρεσπών. Ηξεραν πως χάνουν την αποκλειστική χρήση του όρου «Μακεδονία», τον Βουκεφάλα και τον Μεγαλέξανδρο. Ξαφνικά όμως συνειδητοποιούν πως ένα από τα πρώτα παρεπόμενα της συμφωνίας είναι και η αναγνώριση της αλβανικής ως ισότιμης-επίσημης γλώσσας, προκειμένου να υπογραμμιστεί η πολυεθνοτική φύση της χώρας. Ενοχλημένοι δικαίως λοιπόν οι εθνικιστές…
Σε σχέση τώρα με τα όσα διαδραματίζονται στο ΝΑΤΟ. Εμείς στην Ελλάδα επί χρόνια ζούσαμε με την ψευδαίσθηση μιας μεγάλης επιτυχίας. Οτι δηλαδή με την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 επιβάλαμε τον προσωρινό όρο FYROM αντί της συνταγματικής ονομασίας «Δημοκρατία της Μακεδονίας» για τους διεθνείς οργανισμούς. Μας διέφευγαν ωστόσο δύο ηχηρές πραγματικότητες.
α. Οτι το «Μ» της FYROM σημαίνει de facto αποδοχή του όρου «Μακεδονία» στο όνομα της γείτονος, ανατρέποντας τη μαξιμαλιστική και αδιέξοδη εθνική γραμμή μας του 1992 που επέμενε στο «ούτε το όνομα, ούτε παράγωγο». Και
β. Οτι η Τουρκία από το παράθυρο διασφάλιζε την αναφορά και του σκέτο «Δημοκρατία της Μακεδονίας». Στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του ΝΑΤΟ στην οποία συμμετέχω, σε οποιοδήποτε έγγραφο γινόταν αναφορά στη FYROM, αστερίσκος παρέπεμπε σε υποσημείωση ότι «Η Τουρκία αναγνωρίζει τη Δημοκρατία της Μακεδονίας με το συνταγματικό της όνομα».
Και όμως, εμείς θα έπρεπε να επιδιώκουμε την ένταξη της εύθραυστης πολυεθνοτικής γειτονικής μας χώρας στο ΝΑΤΟ και προοπτικά στην Ε.Ε. Και αυτό γιατί κάτι τέτοιο απομακρύνει τους παράγοντες αποσταθεροποίησής της. Απλό μάθημα πολιτικού ρεαλισμού: όποιος δεν καταλαβαίνει ότι ένας γείτονας σε εμφύλιο είναι ένας κακός γείτονας, ας θυμηθεί απλώς τι προβλήματα προκαλεί στη χώρα μας ένας εμφύλιος πολύ μακρύτερα, στη Συρία... Ή μήπως η λύση μιας «Μεγάλης Αλβανίας» ή μιας «Μεγάλης Βουλγαρίας» θα ήταν ασφαλέστερη στο μέλλον; Αλλά και η θετική θεώρηση του πράγματος: αυτή η εξέλιξη δημιουργεί προϋποθέσεις ανάπτυξης και ευημερίας ένθεν κακείθεν των συνόρων.
Δυστυχώς, η εθνική μας τύφλωση δεν μας άφησε να αντιληφθούμε τα οφέλη που θα είχαμε αν δεν εμμέναμε σε εθνικούς παροξυσμούς, σε αδιανόητους μαξιμαλισμούς, που πάντα η διεθνής κοινότητα αρνιόταν να κατανοήσει. Το 1992 αποτελούσαμε τη μόνη χώρα που δεν είχε καμία εδαφική επιβουλή προς τη Β. Μακεδονία, σε αντίθεση με όλες τις άλλες όμορες χώρες (Σερβία, Αλβανία, Βουλγαρία). Η μικρή γειτονική μας χώρα θα μπορούσε να οφείλει αιώνια ευγνωμοσύνη.
Ας μην επαναλάβουμε το εθνικό έγκλημα του τότε, στο όνομα του πρόσκαιρου μικροκομματικού και προσωπικού οφέλους.
* Βουλευτής Ηρακλείου
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας