Μετά την προκήρυξη εκλογών και το ορατό πλέον ενδεχόμενο απομάκρυνσης της σημερινής κυβέρνησης, άρχισαν πυρετώδεις διαβουλεύσεις στην ευρωζώνη για το τι θα συμβεί αν η Ελλάδα δεν συνεχίσει την εφαρμογή του Μνημονίου. Δύο είναι τα κυρίαρχα σημεία της στρατηγικής που οικοδομείται από τον γαλλογερμανικό άξονα και την Κομισιόν: το ένα, απορρίπτει την «αλλαγή πολιτικής» που πρεσβεύει η αντιπολίτευση με διαπραγμάτευση χρέους και μέτρα τόνωσης των χαμηλών εισοδημάτων· το δεύτερο, είναι η απειλή για «αλλαγή νομίσματος» ως αναπόφευκτη κατάληξη αν διακοπεί η ρευστότητα της ΕΚΤ και οι επόμενες δόσεις χρηματοδότησης από την τρόικα σε περίπτωση μονομερούς ενέργειας της Ελλάδας.
Οι πραγματικές διαστάσεις των δύο σημείων-ζητημάτων είναι όμως διαφορετικές από αυτές που εμφανίζονται δημόσια, και ασύμμετρες στις επιπτώσεις που θα έχουν σε Ελλάδα και ευρωζώνη. Ας τα δούμε αναλυτικά: Η ευρωζώνη γενικά και η Γερμανία ειδικότερα εμφανίζονται να ανησυχούν για την αλλαγή πολιτικής μήπως αυτή μετά επεκταθεί και σε άλλες χώρες, αλλά όχι για την αλλαγή νομίσματος, λέγοντας ότι έχουν πλέον οικοδομήσει μηχανισμό προστασίας.
Στην πραγματικότητα, συμβαίνει το αντίθετο και στους δύο ισχυρισμούς: μια αλλαγή πολιτικής στην Ελλάδα θα είχε μικρές συνέπειες σε άλλες χώρες του Μνημονίου, καθώς η μεν Ιρλανδία έχει εξέλθει, η Πορτογαλία έπεται και η Κύπρος δεν αγωνιά. Αν τυχόν, μάλιστα, η αλλαγή πολιτικής στην Ελλάδα οδηγήσει προς ευρύτερη, επεκτατική κατεύθυνση, μάλλον θα έπρεπε να βρει σύμφωνες την Ιταλία και τη Γαλλία που επιδιώκουν κάτι ανάλογο για τις ίδιες. Επειδή τώρα ο κίνδυνος για την ευρωζώνη από αλλαγή πολιτικής στην Ελλάδα είναι πράγματι ισχνός, γίνονται βαρύγδουπες δηλώσεις και συσκέψεις για να τον κάνουν υπαρκτό και να δεσμευτούν δημόσια ότι μελλοντικά δεν θα υποχωρήσουν.
Απεναντίας, για την εξώθηση της Ελλάδας σε αλλαγή νομίσματος επιλέγεται αγνόηση κινδύνου με την επίκληση ότι δεν βρισκόμαστε πλέον στο 2012 και το ευρώ δεν φοβάται κλυδωνισμούς. Ούτε αυτό όμως ισχύει, γιατί ακόμα και αν η έξοδος της Ελλάδας θα προκαλούσε μια χαιρέκακη ανακούφιση στην κοινή γνώμη μερικών χωρών, είναι σίγουρο ότι παρόμοια ενδεχόμενα θα αρχίσουν αμέσως μετά να «πλάθονται» από τις αγορές και για άλλες οικονομίες του Νότου. Κάτι τέτοιο θα ήταν εξόχως απειλητικό για τους ιθύνοντες της ευρωζώνης, γιατί τα μεγέθη γίνονται πλέον κολοσσιαία.
Η Ελλάδα έχει αντεστραμμένες προτεραιότητες. Από τη μια μεριά η μεγάλη πλειοψηφία με κανέναν τρόπο δεν θέλει να βγει από το ευρώ, αλλά όμως έχει ανάγκη από αλλαγή πολιτικής για να μπορέσει να επιβιώσει αναπτυξιακά, κοινωνικά και εργασιακά. Δημιουργείται έτσι ένα στρατηγικό παράδοξο. Η μεν Ελλάδα απειλείται με κάτι που θέλει να αποφύγει και αν τελικά γίνει θα βλάψει περισσότερο αυτούς που σήμερα την απειλούν. Η δε ευρωζώνη απορρίπτει κάτι που είναι πεπερασμένου κόστους για την ίδια, αλλά καθοριστικής σημασίας για την Ελλάδα και αργά ή γρήγορα θα καταστεί αναπόφευκτο.
Πώς άραγε επιλύεται αυτό το παράδοξο, πριν οδηγήσει σε κινήσεις αμοιβαίως επιβλαβείς τόσο την Ελλάδα όσο και την ευρωζώνη; Προφανώς με πρωτοβουλίες ανάκτησης αμοιβαίας αξιοπιστίας στις προθέσεις και τις ενέργειες του άλλου. Η ευρωζώνη έχει ήδη αποφασίσει να προχωρήσει σε μια νέα φάση ποσοτικής χαλάρωσης για να ξεφύγει από την παγίδα αντιπληθωρισμού όπου βρίσκεται σήμερα. Από την κίνηση αυτήν το ελληνικό χρέος θα ελαφρυνθεί τόσο επειδή αρκετά ελληνικά ομόλογα θα παρκάρουν στην ΕΚΤ και δεν θα χρειάζονται άμεση αποπληρωμή, όσο και επειδή η άνοδος του πληθωρισμού σταδιακά ελαφρύνει το χρέος ως μερίδιο του ΑΕΠ.
Με την ποσοτική χαλάρωση ως σημείο εκκίνησης, η Ελλάδα μπορεί να διαπραγματευτεί περαιτέρω αναστολή πληρωμών για μια περίοδο, ώστε να αφοσιωθεί περισσότερο στην εσωτερική ανόρθωση και κατά συνέπεια στην περαιτέρω μείωση χρέους λόγω ανάπτυξης. Με ορισμένες πλούσιες χώρες που δεν βρίσκονται σε ύφεση (π.χ. Γερμανία, Ολλανδία, Αυστρία), η Ελλάδα μπορεί να κάνει διμερείς διαπραγματεύσεις ελάφρυνσης, αφήνοντας έξω τις φτωχότερες που μπορεί να διαμαρτυρηθούν γιατί και αυτές χρειάζονται πόρους.
Τα μέτρα τόνωσης μπορούν τότε να χρηματοδοτηθούν από τις αναστολές πληρωμών, μέχρις ότου η άνοδος των εσόδων λόγω της αναθέρμανσης να καλύπτουν τις δαπάνες. Για να σταματήσουν ορισμένοι θεσμοί της ευρωζώνης να εκδηλώνουν εσωτερικές πολιτικές προτιμήσεις, η θέση της Ελλάδας θα γινόταν αξιόπιστη και σεβαστή αν την προωθούσαν από κοινού και τα δύο μεγαλύτερα κόμματα.
Μια τέτοια συμφωνία μπορεί να σφραγιστεί με την ομόθυμη δέσμευση παραμονής της Ελλάδας στο ευρώ, η έξοδος από το οποίο θα σταματήσει να επισείεται ως απειλή εναντίον της. Ηδη μερικές φωνές στο Ευρωκοινοβούλιο καλλιεργούν μια παρόμοια κατεύθυνση συμβιβασμού και αυτό αποτελεί ένα καλό χαρτί για την Ελλάδα ώστε να ξεκινήσει μια νέα πορεία σχέσεων με την ευρωζώνη. Χωρίς Grexit, ούτε ως εξωτερική απειλή ούτε ως εσωτερική επιλογή.
*καθηγητή Πανεπιστημίου, πρώην υπουργού
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας