Ο Τόμας Οστερμάιερ καταγράφει την πιο συχνή και ισχυρή καλλιτεχνική παρουσία τα τελευταία δέκα χρόνια στο Φεστιβάλ Αθηνών. Ο Γερμανός σκηνοθέτης και η Σαουμπίνε, το σπουδαίο βερολινέζικο θέατρο που διευθύνει, ξανάρχονται αύριο και το Σάββατο στην Πειραιώς 260 με το έργο της Λίλιαν Χέλμαν «Μικρές αλεπούδες».
Αμερικανικός Νότος, αρχές του 1900. Η αδίστακτη, αριβίστρια Ρεγγίνα Γκίντενς, σύζυγος ενός ιδεαλιστή τραπεζίτη, ζει αποξενωμένη εδώ και χρόνια μέσα στον γάμο της. Αποκλεισμένη από την οικογενειακή περιουσία, διψά για εκδίκηση. Λαχταρά μια ανεξάρτητη ζωή μακριά από τον άρρωστο άντρα της, μακριά από τη μονότονη επαρχία.
Η ευκαιρία έρχεται όταν κάποιος επενδυτής προτείνει στους δύο αδελφούς της ν’ ανοίξουν ένα βαμβακουργείο.
Εκείνοι έχουν τα μισά χρήματα, η ίδια πρέπει να βασιστεί στη βοήθεια του άνδρα της.
Οταν αυτός επιστρέφει από κλινική της Μασαχουσέτης όπου νοσηλευόταν με πρόβλημα καρδιάς, αρνείται να χρηματοδοτήσει την επιχείρηση και συγκρούεται μαζί της.
Ο Οστερμάιερ μεταφέρει τη δράση στις μέρες μας. Σε μια πλούσια, ισχυρή οικογένεια στην παρηκμασμένη καπιταλιστική κοινωνία του 21ου αιώνα.
Ενα ρεαλιστικό θέατρο που, όμως, αποκαλύπτει την εσωτερική ζωή των προσώπων και την επίδραση του οικονομικού ανταγωνισμού σε συμπεριφορές και σχέσεις.
Η διεισδυτική ματιά της Χέλμαν καυτηριάζει το τότε και το σήμερα, αφού η απληστία και η ταύτιση της ευτυχίας με το κυνήγι του χρήματος είναι πάντα εδώ.
O Γερμανός σκηνοθέτης σκεφτόταν το έργο ήδη από τα τέλη του 1990. Παραδέχεται, όμως, ότι δεν θα τολμούσε να το ανεβάσει χωρίς τη μεταγραφή της μεγάλης ηθοποιού Νίνα Χος στη Σαουμπίνε από το Deutsches Τheater.
«Περίμενα τη μέρα που θα έπαιζε την ιστορία μιας γυναίκας που θριαμβεύει σε έναν ανδρικό κόσμο. Δυστυχώς είναι τόσο λίγες», έχει πει ο Οστερμάιερ.
Οσο για το πολιτικό σκέλος, είναι μία ακόμα ευκαιρία για να μαστιγώσει το γερμανικό οικονομικό μοντέλο και τα όριά του. «Ενθαρρύνουμε τον ανταγωνισμό του βίαιου καπιταλισμού. Τόσες αφορμές υπάρχουν για να ανεβάσεις αυτό το έργο σήμερα».
Η παράσταση της Σαουμπίνε μέσα στο λιτό, μινιμαλιστικό σκηνικό του Γιαν Παπελμπάουμ (απρόσωπο, αυστηρό σαλόνι με μεγαλοαστικό αέρα) αναπτύσσεται, όπως έγραψε η «Μοντ», με ρυθμούς συγκρατημένους και ελεγχόμενους, σε «μεγάλα κάδρα και σφιχτά πλάνα». Είναι, δε, «υπέροχη», χάρη και σε μια «ομάδα ηθοποιών με σθένος, ισχυρή προσωπικότητα και έντονη παρουσία».
Οι «Μικρές αλεπούδες» της Χέλμαν έκαναν πρεμιέρα το 1939 στο Μπρόντγουεϊ με πρωταγωνίστρια την Ταλούλα Μπάνκχεντ.
Το 1941 ο Γουίλιαμ Γουάιλερ τις μεταφέρει στον κινηματογράφο σε διασκευή της ίδιας της Χέλμαν, με πρωταγωνίστρια την ντίβα Μπέτι Ντέιβις. Το παρασκήνιο της ταινίας έχει ενδιαφέρον.
Ο Γουάιλερ διεκδικεί για πρωταγωνίστρια την Μπέτι Ντέιβις που όμως ανήκει στη Warner. Ο Τζακ Γουόρνερ, που δεν δάνειζε ποτέ ηθοποιούς του, αρχικά του διαθέτει τη Μίριαμ Χόπκινς. Ο Γουάιλερ αρνείται και ο Γουόρνερ αναγκάζεται να παραχωρήσει την Ντέιβις στην MGM, πατσίζοντας ένα χρέος του από τα χαρτιά στον Γκόλντγουιν. Η αμοιβή της Ντέιβις είναι 3 χιλιάδες δολάρια την εβδομάδα. Οταν όμως μαθαίνει πόσα χρήματα εισέπραξε ο Τζακ Γουόρνερ για τη συμμετοχή της στην ταινία απαιτεί ποσοστό από τις εισπράξεις.
Ο Γουάιλερ ζητά από την Ντέιβις να δει την παράσταση του Μπρόντουγεϊ.
Η Ντέιβις βλέποντας την Μπάνκχεντ νιώθει ότι η δική της ερμηνεία πρέπει να είναι διαφορετική.
Δεν θα υποδυθεί τη Ρεγγίνα ως θύμα που αγωνίζεται για να επιβιώσει, αλλά ως πανούργα, εκδικητική μηχανορράφο.
Φτάνει στο σημείο να ζητήσει από τον μακιγέρ μάσκα από πούδρα, προσωπείο που θα παραπέμπει στον θάνατο και τη νεκρή ψυχή της.
Στη διάρκεια των γυρισμάτων καβγαδίζει συνεχώς με τον Γουάιλερ, που θεωρεί ότι απουσιάζει από τον ρόλο της η ανθρώπινη διάσταση.
Η Ντέιβις αποχωρεί, αλλά επιστρέφει μόλις μαθαίνει ότι την αντικαθιστούν με την Κάθριν Χέπμπορν.
Οι «Αλεπούδες» ολοκληρώνονται με τη γνώμη της να επικρατεί. Ενθουσιάζει τους κριτικούς, γίνεται μεγάλη εμπορική επιτυχία.
Προτείνεται για εννέα Οσκαρ. Σαρώνει όμως η «Κοιλάδα της κατάρας» του Τζον Φορντ και η Ντέιβις χάνει το Οσκαρ Α’ γυναικείου ρόλου από την Τζόαν Φοντέιν («Υποψίες», Χίτσκοκ).
Το έργο είχε ανεβεί το 1976 στην Αθήνα από τον θίασο της Ελλης Λαμπέτη (Κάτια Δανδουλάκη, Σπύρος Καλογήρου, Ανδρέας Ντούζος).
Η Λίλιαν Χέλμαν, σύντροφος του κομμουνιστή Ντάσιελ Χάμετ, υπήρξε κοινωνική ακτιβίστρια, δημοσιογράφος στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο και θύμα του μακαρθισμού.
Το 1950 αρνήθηκε να καταθέσει στην Επιτροπή Αντιαμερικανικών Δραστηριοτήτων.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας