No Time to Die (Ην. Βασίλειο, ΗΠΑ, 2021, 163’)
★★★½☆
● Σκηνοθεσία: Κάρι Φουκουνάγκα
● Ηθοποιοί: Ντάνιελ Κρεγκ, Ανα ντε Αρμας, Ράμι Μάλεκ, Λεά Σεντού, Κριστόφ Βαλτς, Λασάνα Λιντς
Είναι πλέον ο κύριος Μποντ. Τζέιμς Μποντ, αλλά χωρίς κωδικό, χωρίς θέση στην ΜΙ6. Χωρίς σύντροφο, παρά την παθιασμένη σχέση του με τη Μάντλεν Σουάν. Ενας… ελεύθερος σκοπευτής, ο Μποντ θ’ αναλάβει δράση με προτροπή του Φίλιξ, του παλιόφιλου από τη CIA, αλλά η νέα του αποστολή θα τον ξαναφέρει σ’ επαφή με το παρελθόν του, τον Μπλόφελντ, τη Μάντλεν, την MI6 ολόκληρη και, κυρίως, με τον χρόνο που περνά.
Σ’ αυτήν, την τελευταία συμμετοχή του Ντάνιελ Κρεγκ στο σύμπαν που ξεκίνησε ο Ιαν Φλέμινγκ, ο χρόνος είναι το κλειδί, στην πλοκή αλλά και στην ίδια την ύπαρξη της ταινίας.
Χωρισμένη σε δύο μέρη, περνά το πρώτο με χαρακτηριστικό κέφι: υπέροχες σκηνές δράσης, σε τοπία σημαδεμένα απ’ το χρόνο κι αυτά (ένα χωριό - φάντασμα στην Ιταλία, η Κούβα με τα αυτοκίνητα του ’60, το γκρίζο Λονδίνο), εύστροφο χιούμορ, γκατζετιές, όμορφες γυναίκες (η Παλόμα της Ανα ντε Αρμας κλέβει την παράσταση, παρότι η συμμετοχή της Φίμπι Γουόλερ - Μπριτζ στο σενάριο δεν είδαμε να… ενδυναμώνει κάπως την υπόσταση των ηρωίδων στην ταινία). Μαζί με το κλασικίζον ύφος και αναφορές στο παρελθόν των ταινιών του Μποντ: ευρηματικά αυτοκίνητα, υπερβατικά κυνηγητά και καταδιώξεις, εμφάνιση ακόμα και της πάλαι ποτέ απειλής από τη Ρωσία ή/και την Ιαπωνία.
Το ύφος αλλάζει στο δεύτερο μέρος –όχι προς το καλύτερο. Η σεναριακή ιδέα της απειλής είναι εξαιρετική: ο Λιούτσιφερ Σάφιν (Ράμι Μάλεκ), σημαδεμένος σωματικά και ψυχολογικά, έχει στην κατοχή του ένα παντοδύναμο όπλο, ένα δηλητήριο που, όποιος το πάρει, δεν μπορεί ν’ αγγίξει άλλον άνθρωπο, γιατί αυτός θα πεθάνει. Πόσο συναρπαστικό ότι μια ταινία που όχι απλώς γυρίστηκε πριν από την πανδημία, αλλά κι υπέφερε από αυτήν με πολυάριθμες αναβολές, αποτελεί την πιο θεαματική παραβολή για την εποχή της καταναγκαστικής αποστασιοποίησης. Ομως, ο Ράμι Μάλεκ αποδεικνύει για άλλη μια φορά πόσο άνευρος ηθοποιός είναι, παγιδεύεται σε μια σικέ προφορά και τα χαρακτηριστικά του προσώπου του και αφήνει αναξιοποίητη μια δυνάμει απεικόνιση του Κακού, σχεδόν λυρική. Παράλληλα, ο Κάρι Φουκουνάγκα (του «True Detective» μεταξύ άλλων), μοιάζει να επωμίζεται την ευθύνη ενός αποχαιρετισμού που δεν ξέρει πώς να διαχειριστεί. Κι έτσι κάπως κλείνει ένας κύκλος, ένας μύθος προσγειώνεται απότομα στην πραγματικότητα, ο «ρεαλισμός» διαποτίζει ένα παραμύθι που ποτέ δεν χρειάστηκε να θεμελιωθεί. Σαν ο χρόνος, που τελικά δεν είναι άφθονος και δεν φτάνει για όλους, να φέρνει μαζί του αλλαγές που δεν ζήτησε κανείς στο σινεμά.
▶ CINERAMA, ODEON ESCAPE, TOWN CINEMAS, VILLAGE MALL, VILLAGE PARK ΡΕΝΤΗ, VILLAGE ΑΓ. ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ, VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ, WEST CITY, ΑΕΛΛΩ CINEMAX, ΑΘΗΝΑΙΟΝ, ΑΙΓΛΗ ΖΑΠΠΕΙΟΥ, ΑΙΓΛΗ ΧΑΛΑΝΔΡI, ΑΚΤΗ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗ, ΑΛΕΚΑ, ΑΛΕΞ ΠΟΡΤΟ ΡΑΦΤΗ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ, ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ ΧΑΛΑΝΔΡΙ, ΑΛΙΚΗ ΔΡΟΣΙΑ, ΑΜΑΡΥΛΛΙΣ, ΑΡΙΑΝ, ΑΡΚΑΔΙΑ, ΑΡΤΕΜΙΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟ, ΑΡΤΕΜΙΣ ΠΑΠΑΓΟΥ, ΑΤΤΙΚΟΝ AΛΣΟΣ, ΓΑΛΑΖΙΑ ΑΚΤΗ, ΔΕΞΑΜΕΝΗ, ΔΙΑΝΑ, ΔΙΟΝΥΣΙΑ, ΕΚΡΑΝ, ΕΛΛΗ, ΕΛΛΗΝΙΣ CINEMAX, ΗΛΕΚΤΡΑ ΠΑΤΗΣΙΩΝ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ, ΚΕΚΡΩΨ, ΚΗΦΙΣΙΑ CINEMAX, ΚΟΡΑΛΛΙ CINEMAX, ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΑΡΑΣ, ΛΑΟΥΡΑ ΠΑΓΚΡΑΤΙ, ΛΙΛΑ, ΜΑΡΙΛΕΝΑ, ΜΙΜΗΣ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΣ, ΝΑΝΑ CINEMAX, ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ, ΟΝΑΡ, ΟΝΕΙΡΟ ΡΕΝΤΗ, ΠΑΛΛΗΝΗ, ΠΑΝΘΕΟΝ, ΠΕΡΑΜΑ, ΡΙΑ ΒΑΡΚΙΖΑ, ΣΕΛΗΝΗ, ΣΙΝΕ ΑΛΣΟΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑ, ΣΙΝΕ ΑΡΓΥΡΟΥΠΟΛΗ, ΣΙΝΕ ΒΟΤΣΑΛΑΚΙΑ, ΣΙΝΕ ΓΑΛΑΤΣΙ, ΣΙΝΕ ΓΕΡΑΚΑΣ, ΣΙΝΕ ΔΑΦΝΗ, ΣΙΝΕ ΝΙΚΑΙΑ, ΣΙΝΕ ΠΕΡΑΝ, ΣΙΣΣΥ ΝΕΑ ΜΑΚΡΗ, ΣΠΟΡΤΙΓΚ, ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ Ν. ΗΡΑΚΛΕΙΟ, ΤΥΜΒΟΣ ΜΑΡΑΘΩΝΑ, ΦΙΛΙΠ, ΦΙΛΟΘΕΗ, ΦΛΟΙΣΒΟΣ, ΦΟΙΒΟΣ, ΧΛΟΗ, ΩΡΩΠΟΣ
Εγκλωβισμένος (Love Trilogy: Chained, Ισραήλ, Γερμανία, 2019, 112’)
★★★½☆
● Σκηνοθεσία: Γιαρόν Σάνι
● Ηθοποιοί: Εράν Ναΐμ, Σταβ Αλμαγκόρ
Στο βάθος της βίαιης ψυχοσύνθεσης του «παραδοσιακού» αρσενικού περιπλανιέται ο Ισραηλινός Γιαρόν Σάνι, στο δεύτερο μέρος της δικής του τριλογίας της «Αγάπης» που, όπως καλά γνωρίζουμε, πηγαίνει χέρι χέρι με το μίσος.
Ο Ράσι είναι αστυνομικός, οι μέρες του είναι γεμάτες από τα πιο ειδεχθή εγκλήματα που χειρίζεται με το νόμο και, συχνά, με τον τραμπουκισμό. Οι νύχτες του είναι τρυφερές, θωπευτικές, με τη νεαρή του σύζυγο, την Αβιγκάιλ και την έφηβη θετή κόρη του, της οποίας τις επαναστατικές τάσεις προσπαθεί να καταπνίξει «όσο είναι καιρός». Ο Ράσι αγαπά την Αβιγκάιλ κι είναι αποφασισμένος να την προστατεύσει, όπως κι απ’ ό,τι εκείνος κρίνει. Οταν, ωστόσο, βρίσκεται κατηγορούμενος –άδικα, όπως ο θεατής γνωρίζει– για σεξουαλική παρενόχληση νεαρών στη διάρκεια μιας σύλληψης, ο Ράσι θα δει το σύμπαν του να καταρρέει και θα προσπαθήσει να το διασώσει, με το σώμα του ως ασπίδα.
Είναι αυτό, το σώμα του Ράσι, που κυριαρχεί σε κάθε σκηνή της ταινίας: μυώδες, ογκώδες, αληθινό, με την κάμερα στο χέρι να πλησιάζει άφοβα τις πιο εκτεθειμένες, γήινες στιγμές του –με τα γεννητικά όργανα να φλουτάρουν, λες για να σε φέρνουν αντιμέτωπο με τη δική σου συστολή, σίγουρα όχι τη δική του, σε μια εικόνα απόλυτου ρεαλισμού, μεταξύ αστυνομικού ρεπορτάζ και home movie. Ο Ράσι δεν είναι ο μπουνταλάς αλλά ευαίσθητος μπάτσος, δεν είναι τίποτε τόσο στερεοτυπικό. Είναι ο άνδρας που έχει μάθει να θεωρεί την άποψή του κανόνα και να πιστεύει πως έχει δικαίωμα να την εφαρμόσει με όποιον τρόπο, για το καλό των άλλων. Είναι ο χειριστικός ήρωας που οδεύει με σιγουριά προς την τραγωδία, καταστρέφοντας τις σχέσεις του από μια παρερμήνευση της αγάπης. Είναι το αρσενικό πρότυπο που, με σταυρό του τις καλές προθέσεις, θα υποτιμήσει μέχρι τέλους τη γυναίκα, γιατί θεωρεί πως μπορεί να τη σώσει. Ο Σάνι, δουλεύοντας με ερασιτέχνες ηθοποιούς (αλλά τακτικούς επισκέπτες στις ταινίες του, ήδη από το «Ατζαμί» του 2009), με εξαντλητικές πρόβες, με μια ματιά θαρραλέα, στο όριο του δυσβάσταχτου, γράφει και σκηνοθετεί μια ταινία για την τοξική αρρενωπότητα, στοχεύοντας όχι στο ακραίο, αλλά στον γείτονα, στην οικογένεια της διπλανής πόρτας. Οι χαμηλοφωτισμένες σκηνές τρυφερότητας, πανέμορφες στην οικειότητά τους, αφήνουν στη μνήμη ένα «μα αφού…», ταυτισμένο με τους μάρτυρες των τηλεοπτικών ρεπορτάζ που πάντα εκπλήσσονται με τους νοικοκυραίους εγκληματίες. Μια ταινία που ισορροπεί σε τεντωμένο σκοινί, επίκαιρη όσο ποτέ και επώδυνα ακριβής απέναντι στην πολυπλοκότητα του καλού και του κακού.
▶ ΔΑΝΑΟΣ, ΠΑΛΑΣ, ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ, ΣΙΝΕ ΨΥΧΙΚΟ, ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΛΑΪΣ, ΦΛΕΡΥ
Η ακρόαση (Das Vorspiel, Γερμανία, Γαλλία, 2019, 99’)
★★★☆☆
● Σκηνοθεσία: Ινα Βάισε
● Ηθοποιοί: Νίνα Χος, Σιμόν Αμπκαριάν, Βίνι Μπέβε
H Ανα είναι μια εξαιρετική δασκάλα βιολιού –ίσως επειδή δεν έγινε ποτέ μια εξαιρετική σολίστ. Η ζωή της δεν έχει τίποτε το εξαιρετικό: ο γάμος της με τον Φιλίπ είναι, αν όχι θερμός, πάντως αρμονικός, η εξωσυζυγική σχέση της με τον βιολονίστα Κρίστιαν είναι τακτική, ο γιος της, Γιόνας, δέχεται να ακολουθεί τα βήματά της στη μουσική, έστω απρόθυμα, όπως δέχεται και την ίδια. Γι’ αυτό, όταν η Ανα αποκτήσει έναν νέο μαθητή, τον Αλεξάντερς, που θεωρεί πως είναι προικισμένος, θα επενδύσει πάνω του τόσα πολλά, που θα οδηγηθεί στην εμμονή, αναζητώντας -λες- μέσα απ’ αυτόν όλα τα εξαιρετικά που δεν έζησε.
Η πλοκή, οι ανατροπές και ο ψυχαναλυτικός σκελετός της δεύτερης ταινίας της Γερμανίδας Ινα Βάισε (μετά τον «Αρχιτέκτονα» του 2008), είναι αναγνωρίσιμα, συγκρίσιμα με μια «Δασκάλα του Πιάνου» του Μίκαελ Χάνεκε, χωρίς το ύψος της αριστουργηματικής διαστροφής εκείνης της ταινίας, συναρπαστικά στην ψυχρότητά τους και στην αντίστροφη μέτρηση του χρόνου πριν από μια προδιαγεγραμμένη έκρηξη. Κι αν η έκρηξη είναι πιο ηχηρή και πιο επιφανειακή από το αναμενόμενο, εκείνο που κάνει την ταινία στ’ αλήθεια να ξεχωρίζει είναι η ερμηνεία της Νίνα Χος στον κεντρικό ρόλο (βραβευμένη στο Φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν), με το σπασμένο από συναίσθημα αλλά ανέκφραστο πρόσωπο, με το σώμα που συστρέφεται και παλεύει να συγκρατηθεί, με το ξέσπασμα που σαρώνει και τρομοκρατεί, σχεδόν χωρίς ήχο. Η Γερμανίδα ηθοποιός στα καλύτερά της, σ’ ένα φιλμ φτιαγμένο για ν’ αναδείξει τις δυνατότητές της, το δικό της, ατομικό ρεσιτάλ.
Δεν ακούμε τα τραγούδια (Ελλάδα, 2019, 81’)
★½☆☆☆
● Σκηνοθεσία: Τάκης Αναστασίου
● Ηθοποιοί: Νάνσυ Σιδέρη, Πάνος Παπαδόπουλος, Μιχαήλ Ταμπακάκης
Ο Νίκος και η Νόρα είναι ένα παντρεμένο ζευγάρι που ζει περιποιημένα, αλλά όχι, πια, ερωτευμένα. Ο Αγγελος είναι ο καλεσμένος τους –θα περάσουν τη νύχτα μαζί, για να… spice things up στη σχέση τους. Παιχνίδια ταυτότητας κι επιθυμίας θα κάνουν αυτή τη νύχτα αξέχαστη, αν κι όχι με τον αναμενόμενο τρόπο. Ο Τάκης Αναστασίου κάνει το σκηνοθετικό ντεμπούτο του (πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης του 2019) φιλόδοξα και προσηλωμένα, κυνηγώντας ένα σινεμά τόσο επιτηδευμένο, που θα χρειαζόταν πολύ καλύτερα διατυπωμένη ουσία για να σταθεί και να μοιραστεί την αλήθεια του.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας