Το καλοκαίρι του ’85 (Été 85, Γαλλία 2020, 101’)
● σκηνοθεσία: Φρανσουά Οζόν
● ηθοποιοί: Φελίξ Λεφέβρ, Μπενζαμέν Βουαζέν, Βαλέρια Μπρούνι Τεντέσκι
Ο 16χρονος Αλέξ θα έχει ένα ατύχημα όταν δεν θα μπορεί να κουμαντάρει μέσα στη θάλασσα το μικρό ιστιοπλοϊκό του. Για καλή του τύχη θα τον σώσει με το δικό του σκάφος ο 18χρονος Νταβίντ, ο οποίος αποδεικνύεται γοητευτικός, καλλιεργημένος και καλόκαρδος. Ανάμεσα στα δυο αγόρια θα αναπτυχθεί μια αστραπιαία φιλία που θα μετατραπεί γρήγορα σε αμοιβαία ερωτική έλξη, στην καρδιά του καλοκαιριού του 1985. Ο έμπειρος σκηνοθέτης Φρανσουά Οζόν («Θέλημα Θεού», «Ο διπλός εραστής», «8 γυναίκες») δεν θέλει να παραδώσει στον θεατή ένα μονοδιάστατο φιλμ που απλώς θα αντηχεί τον μεσογειακό, ‘80s ρομαντισμό, χάρη στον οποίο θριάμβευσε πριν από λίγα χρόνια το «Να με φωνάζεις με τ' όνομά σου» του Λούκα Γκουαντανίνο. Αφήνει λοιπόν την προσμονή του θανάτου να υπονομεύσει κάθε υποψία για ανέμελο ρομάντζο και μπολιάζει με μια μακάβρια διάθεση τις πιο φωτογενείς σκηνές της ιστορίας του. Η ηλιόλουστη έλξη των σωμάτων στις ακτές της Νορμανδίας έρχεται σε ισορροπία με την μποντλερική παρακμή στην καρδιά του σεναρίου. Το «Καλοκαίρι του ’85» καταπιάνεται με τη φύση του «καταραμένου έρωτα», με το ταξικό σχόλιο και το queer στοιχείο να μην παίρνουν ποτέ το πάνω χέρι, σε βάρος της ιστορίας. Αν και τελικά το φιλμ του παραγωγικότατου Οζόν δεν αφήνει το συναισθηματικό αποτύπωμα που πιθανότατα ο ίδιος φιλοδοξούσε, καταφέρνει ωστόσο και γίνεται κάτι πολύ περισσότερο από μια gay ταινία ενηλικίωσης, καθώς το ζητούμενο δεν είναι η ανακάλυψη της σεξουαλικότητας και των εφηβικών ορμών, αλλά η πρώτη επαφή με τα σκοτάδια του μυαλού και τις κρυφές πτυχές του εαυτού. Αψογη η Βαλέρια Μπρούνι Τεντέσκι στον ρόλο της προοδευτικής μητέρας του ήρωα που όμως κουβαλάει αρκετές χαμένες μάχες στο βλέμμα.
▶ ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ, ΑΝΕΣΙΣ, ΕΚΡΑΝ, ΜΑΡΙΛΕΝΑ, ΠΑΛΑΣ, ΦΛΕΡΥ
Η γεύση της απιστίας (Smagen af sult, Δανία 2021, 100’)
● σκηνοθεσία: Κρίστοφερ Μπόε
● ηθοποιοί: Νίκολαϊ Κόστερ-Βαλντάου, Κατρίνε Γκράις-Ρόζενταλ
Ενα φιλόδοξο ζευγάρι κυνηγάει να φτάσει την κορυφή στον χώρο της υψηλής γαστρονομίας. Η εμμονή για την κατάκτηση ενός αστεριού Μισελέν έχει αφαιμάξει και μετατοπίσει συναισθηματικά τη σχέση του φιλόδοξου σεφ με τη σύζυγό του. Τα πράγματα θα πάρουν μια δραματική τροπή όταν θα καταφτάσει ένα ανώνυμο αποκαλυπτικό γράμμα. Το δανέζικο δράμα επισημαίνει τα αυτονόητα γύρω από το κυνήγι της επιτυχίας που κοστίζει στην αληθινή ευτυχία, ωστόσο στο πρώτο μέρος το κάνει με στιλ και αξιοποιώντας δραματουργικά τόσο τον ανταγωνιστικό χώρο της κουζίνας στο γκουρμέ εστιατόριο όσο και την τεταμένη ατμόσφαιρα στο διαμέρισμα του ζευγαριού στην Κοπεγχάγη. Δυστυχώς, στο δεύτερο μέρος της ταινίας ο σκηνοθέτης δεν εμβαθύνει με πειθώ στο συναισθηματικό αδιέξοδο των ηρώων και χωρίς να είναι βέβαιος για το πού να ρίξει το βάρος (θέλει να κάνει μια σπουδή χαρακτήρων ή ένα νουάρ ερωτικό δράμα;), χρησιμοποιεί εύκολα τρικ από τη «συνταγή» (αργή κίνηση, έντονη μουσική για να κουβαλήσει τις αμήχανες συναισθηματικές κορυφώσεις) και καταλήγει σε μάλλον εύπεπτα διδάγματα για την αξία των γνώριμων γεύσεων και τη ματαιότητα των ονείρων καταξίωσης. Σαφώς και είναι σημαντικότερη η συναισθηματική ισορροπία από μια θέση στην ελίτ των σεφ, αλλά ακόμη και οι αυταπόδεικτες αλήθειες χρειάζονται ένα πιο ευρηματικό σενάριο για να στοιχειοθετήσουν ένα αξιομνημόνευτο δράμα χαρακτήρων. Δυνατή η παρουσία του Νίκολαϊ Κόστερ-Βαλντάου που μας δείχνει ότι έχει πολλούς ρόλους να δώσει και δεν έχει σκοπό απλώς να κεφαλαιοποιεί τη μετοχή του «Game Of Thrones».
▶ ΑΘΗΝΑΙΑ, ΑΚΤΗ, ΑΛΕΞ, ΑΝΕΣΙΣ, ΑΝΟΙΞΙΣ, ΑΡΤΕΜΙΣ, ΚΑΤΕΡΙΝΑ, ΛΑΟΥΡΑ, ΛΙΛΑ, ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ, ΜΑΡΙΛΕΝΑ, ΣΙΝΕ ΒΟΤΣΑΛΑΚΙΑ, ΣΙΝΕ ΨΥΧΙΚΟ, ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΛΑΪΣ, ΤΡΙΑΝΟΝ, ΦΙΛΙΠ
Αδέρφια σε σύγκρουση (Rams, Αυστραλία, 2020, 115’)
● σκηνοθεσία: Τζέρεμι Σιμς
● ηθοποιοί: Σαμ Νιλ, Μάικλ Κέιτον, Μιράντα Ρίτσαρντσον
Στη Δυτική Αυστραλία, δύο αποξενωμένα αδέλφια δεν μιλιούνται μεταξύ τους ενώ ζουν για δεκαετίες στον ίδιο τόπο. Οι δυο άνδρες ασχολούνται με τα κοπάδια και το βιος τους και τραβάνε τη μοναχική τους πορεία. Οταν μια θανατηφόρα και μεταδοτική ασθένεια θα απειλήσει τα ζώα της περιοχής, ο φόβος θα απλωθεί παντού. Οι αρχές θα διατάξουν τη θανάτωση των προβάτων στην κοιλάδα και αυτό θα αναγκάσει τους αντιμαχόμενους αδελφούς να παραμερίσουν τις διαφορές τους και να σώσουν τα ζώα τους και τελικά την κοινότητα από τα σχέδια των τεχνοκρατών. Πρόκειται για ένα διδακτικό, φιλοζωικό, τρυφερό δράμα για όλη την οικογένεια, με καλές προθέσεις και φτιαγμένο με επαγγελματισμό. Επιπλέον ο Σαμ Νιλ είναι χάρμα οφθαλμών στον ρόλο του, χωρίς να το προσπαθεί πολύ. Το «πρόβλημα» της ταινίας έγκειται στο ότι αποτελεί ριμέικ του συγκλονιστικού Ισλανδικού φιλμ «Δεσμοί αίματος» (2015) του Γκρίμουρ Χακόναρσον. Οταν λοιπόν παίρνεις ένα υπαρξιακό κομψοτέχνημα, όπως ήταν εκείνο το ισλανδικό φιλμ, για τη σχέση ανθρώπου και φύσης και για το μεγαλείο της θυσίας και της συγχώρεσης, και στη συνέχεια το αποσυναρμολογείς, πετώντας τις φιλοσοφικές του διαστάσεις για να το σερβίρεις σαν ηλιόλουστο παραμύθι (όμορφο, ξαναλέμε) για την πρωινή κυριακάτικη τηλεόραση, τοποθετείς έναν… φράχτη απροσπέλαστο.
Οι κουνιάδοι (Cuñados, Ισπανία 2021, 95’)
● σκηνοθεσία: Τόνιο Λόπεζ
● ηθοποιοί: Χοσέ Α. Τουρινιάν, Φεντερίκο Πέρεζ Ρέι, Μιγκουέλ Ντε Λίρα
Δυο κουνιάδοι στη Γαλικία θέλουν να ξεχρεώσουν για μια δουλειά που στράβωσε και οργανώνουν άτσαλα μια βιαστική απαγωγή. Στόχος τους, ο κουνιάδος της γυναίκας που θεωρούν υπεύθυνη για την κακή τους επιχειρηματική μοίρα. Η ταινία είναι μια στερεοτυπική φαρσοκωμωδία γύρω από λούμπεν κομπιναδόρους που λειτουργεί αποκλειστικά σε πρώτο επίπεδο, δεν έχει τίποτα να καταθέσει στην παράδοση των κωμωδιών «απάτης». Με μια πλοκή που θυμίζει ελληνική βιντεοκασέτα, οι δύσμοιροι κουνιάδοι κάνουν μάταια ό,τι μπορούν για να μας πείσουν ότι διαθέτουν μπρίο και πως όλες οι παρεξηγήσεις επί παρεξηγήσεων και οι μούτες των ηθοποιών μπορούν να είναι και αστείες αν χαμηλώσεις τις προσδοκίες και χαλαρώσεις σε ένα θερινό σινεμά... Δεν είναι. Οι κοινοτοπίες του φιλμ σε απελπίζουν γρήγορα και σε στέλνουν σούμπιτο σε άλλη παραλία.
Επανεκδόσεις
«Τα 400 χτυπήματα» του Φρανσουά Τριφό (1959)
Ο δεκατριάχρονος Αντουάν ονειρεύεται ν’ αποδράσει από τους αυταρχικούς γονείς του, από το βάναυσο σχολικό του περιβάλλον και από το σκληρό αναμορφωτήριο στο οποίο καταλήγει έγκλειστος. Το ευάλωτο αγόρι που μεγαλώνει σε έναν μικρόψυχο και συντηρητικό κόσμο θα περιπλανηθεί στους δρόμους του Παρισιού, μέχρι να βρει την πολυπόθητη θάλασσα που θα σημάνει τη λύτρωσή του. Το θρυλικό μεγάλου μήκους ντεμπούτο του Φρανσουά Τριφό έδωσε σάρκα και οστά στο δοξασμένο κίνημα της nouvelle vague. Ο φακός καταγράφει τον καταπιεστικό ενήλικο κόσμο και υμνεί την ελευθερία με τρόπο αξεπέραστο. Από τη μια έχουμε το τραύμα της εφηβείας και την ολιγωρία των θεσμών και από την άλλη τη λαχτάρα για ελεύθερη έκφραση και την αγάπη για το ίδιο το σινεμά. Περισσότερο εξομολογητικό παρά απλώς αυτοβιογραφικό, το έργο του Τριφό απέσπασε δίκαια το βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ Κανών του 1959.
«Νύχτα πρεμιέρας» του Τζον Κασσαβέτη (1977)
Μια διάσημη θεατρική ηθοποιός θα γίνει μάρτυρας στον ξαφνικό θάνατο μιας θαυμάστριάς της. Το γεγονός αυτό θα πυροδοτήσει μια ατέρμονη περιπλάνηση και έναν υπαρξιακό Γολγοθά. Η λατρεία για το πρόσωπο της φωταγωγημένης σταρ, η αγωνία του ηθοποιού απέναντι στη φθορά, η εμμονική ταύτιση με τους ρόλους, η κατάκτηση της ταυτότητας, η δύναμη του αυτοσχεδιασμού χωρίς τον δυνάστη του θεατρικού κειμένου, η μοίρα του καλλιτέχνη που ζει την τέχνη του ως υποκατάστατο της αληθινής ζωής και τα στροβιλιζόμενα πάθη των δημιουργικών ανθρώπων συνθέτουν έναν αγέραστο κινηματογραφικό στοχασμό από τον Πάπα του ανεξάρτητου αμερικανικού κινηματογράφου. Η Τζίνα Ρόουλαντς είναι σαρωτική και ο Κασσαβέτης σκηνοθετεί σαν να μάχεται τον ίδιο του τον εαυτό, αλλά και σαν να πολεμάει να σπρώξει την ίδια την τέχνη του κινηματογράφου μπροστά από την εποχή της. Ισως η «Νύχτα πρεμιέρας» να είναι η πιο συναισθηματική του δημιουργία, καθώς κάτω από τις πνιγηρές συγκρούσεις και τα σκοτεινά αδιέξοδα φαίνεται μια μεγάλη καρδιά που χτυπά δυνατά για τους ήρωές του - σαν ο κινηματογραφικός φακός να ενστερνίζεται όλες τις αγωνίες τους και με γκρο πλαν να σκύβει πάνω από τους μύχιους φόβους τους.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας