Καπνίζει αρειμανίως, φορά σακάκια, μπότες, τζιν και μακριά παλτά. Μισεί τη γυμναστική και τρολάρει τη μόδα του wellness και τους Νεοϋορκέζους που γυμνάζονται μανιωδώς.
Ενοχλείται φρικτά με τους τουρίστες, τους συμπολίτες της που μιλούν αδιάκοπα στα κινητά, με τους χώρους παραλαβής αποσκευών στα αεροδρόμια, τις λοσιόν ξυρίσματος, τους ενηλίκους με πατίνια, τα παιδιά που μιλάνε γαλλικά και το υπερβολικό μαύρισμα.
Αδυνατεί να ταυτιστεί με τον αθλητισμό, απολαμβάνει την αθωότητα των παιδιών, παραδέχεται πως η μουσική είναι πέρα και πάνω από όλες τις τέχνες και απεχθάνεται τις ενοχές: «Δεν έχω ένοχες απολαύσεις, δεν είναι ποτέ δυνατόν η απόλαυση να μου προκαλέσει ενοχή».
Μεγάλωσε σε μια εβραϊκή οικογένεια όπου μαγείρευαν έξοχα, τραπέζωναν όλη την καλλιτεχνική Νέα Υόρκη και κάπνιζαν σαν να μην υπάρχει αύριο. Είναι αφόρητα ειρωνική, αντισυμβατική, πνευματώδης και αστεία –αν αντέχεις τον τρόπο της–, απολύτως αδέξια να διαχειριστεί οποιοδήποτε οικονομικό θέμα και μανιώδης αναγνώστρια.
Ζει και αναπνέει για τη Νέα Υόρκη (στην οποία πήγε από το Νιου Τζέρσεϊ στα 19), για να διαβάζει, να κρίνει δηκτικά και να γράφει δίχως ενδοιασμούς με τον γνώριμο οξυδερκή, εύστοχο, λιτό της τρόπο. Η γυναίκα που κάνει τον Μάρτιν Σκορσέζε να λύνεται στα γέλια και δημιουργεί παροξυσμό στο κοινό με κάθε της ομιλία είναι ήδη στην Αθήνα.
Συνεργάτρια του Αντι Γουόρχολ (χωρίς να τον συμπαθεί), συγγραφέας και κριτικός με το δικό της μπλοκ εδώ και κάτι δεκαετίες, η προκλητική, γκρινιάρα και one of a kind Φραν Λίμποβιτς ανεβαίνει απόψε και αύριο στις 20.30 στη σκηνή της Στέγης για να κουβεντιάσει με τη διευθύντρια Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση, Αφροδίτη Παναγιωτάκου, για το σύγχρονο διεθνές πολιτιστικό τοπίο, τη ζωή στις μητροπόλεις του πλανήτη, τη σημασία τού να είσαι ο εαυτός και φυσικά για να δικαιώσει το ελληνικό κοινό που εξάντλησε τα εισιτήρια και των δύο βραδιών μέσα σε λίγα λεπτά.
Σε μια εποχή γεμάτη αμέτρητους ειδήμονες και τηλεπερσόνες, η Λίμποβιτς, μία από τις διασημότερες δημόσιες ομιλήτριες του κόσμου, ξεχωρίζει ως μία εκ των πιο διορατικών κοινωνικών σχολιαστών.
Τα δοκίμια και οι συνεντεύξεις της προσφέρουν τις ευθύβολες απόψεις της για τα γεγονότα της επικαιρότητας και τα ΜΜΕ – αλλά και για οτιδήποτε ενοχλητικό. Το «New York Times Book Review» την αποκάλεσε «σημαντική χιουμορίστρια της κλασικής παράδοσης».
Η 71χρονη σήμερα Λίμποβιτς έκανε στο παρελθόν κάμποσες περίεργες δουλειές, όπως οδηγός ταξί, πλασιέ ζωνών και καθαρίστρια διαμερισμάτων («με μια μικρή ειδίκευση στις βενετσιάνικες περσίδες»), προτού την προσλάβει ο Αντι Γουόρχολ ως αρθρογράφο για το Interview. Η στήλη της εκεί είχε τίτλο ίδιο με το τραγούδι της Μπίλι Χολιντέι «I Cover the Waterfront» (η λατρεία για τη μουσική, που λέγαμε) και περιελάμβανε σχόλια (δηλαδή μια ασύλληπτη κοινωνική καταγραφή της εποχής) για ό,τι μπορούσε κανείς να φανταστεί: από τις πιο κακές ταινίες που έβλεπε μέχρι τις παθογένειες της Nέας Υόρκης και τις απόψεις της για βιβλία, πρόσωπα, γεγονότα.
Ακολούθησε ένα σύντομο πέρασμα από το «Mademoiselle». Το πρώτο της βιβλίο, η συλλογή δοκιμίων «Metropolitan Life», έγινε μπεστ σέλερ, όπως και η δεύτερη συλλογή της, «Social Studies». Η πρόζα της, ειρωνική, ευτράπελη, ψυχρή, σαρκαστική, πικρόχολη, ευφυολογική και σαρδόνια, είναι άκρως διασκεδαστική. Τα κείμενα από τα δυο βιβλία της κυκλοφόρησαν στη συγκεντρωτική έκδοση« The Fran Lebowitz Reader», με νέο πρόλογο από τη συγγραφέα και ήδη μεταφρασμένο σε εννέα γλώσσες.
Για το κοινό της τηλεόρασης, από την άλλη, είναι επίσης εξαιρετικά γνώριμο πρόσωπο καθώς την περίοδο 2001 και 2007 η Λίμποβιτς συμμετείχε τακτικά στη δραματική τηλεοπτική σειρά «Νόμος και Τάξη», στον ρόλο της δικαστίνας Τζάνις Γκόλντμπεργκ.
Επαιξε επίσης ρόλο στην ταινία του φίλου της Μάρτιν Σκορσέζε «Ο Λύκος της Wall Street» (2013), ενώ το σπάνιο αφηγηματικό της χάρισμα τη φέρνει συχνά προσκεκλημένη σε διάφορα talk shows, ανάμεσά τους και σε αυτά των Jimmy Fallon, Conan O’Brien και Bill Maher. «Δεν είμαι νευρικό άτομο. Δεν φοβάμαι όταν βγαίνω στην τηλεόραση. Φοβάμαι μονάχα όταν γράφω. Οταν κάθομαι στο γραφείο μου αισθάνομαι όπως θα αισθάνονταν οι περισσότεροι άνθρωποι αν έβγαιναν στην τηλεόραση», είχε πει σχετικά σε συνέντευξή της στο «Paris Review».
Το πέρασμά της από τη μεγάλη οθόνη έχει επίσης καταγράψει εμφανίσεις σε διάφορα ντοκιμαντέρ (για εμβληματικά πρόσωπα της Αμερικής), όπως στα επεισόδια της σειράς «American Experience» που αναφέρονται στη Νέα Υόρκη, καθώς και στα «Mapplethorpe: Look at the Pictures» (2016), «Regarding Susan Sontag» (2014) και «Superstar: The Life and Times of Andy Warhol» (1990).
Το 2010, ο Σκορσέζε σκηνοθέτησε ένα ντοκιμαντέρ σχετικά με τη Λίμποβιτς για το HBO, με τίτλο «Public Speaking», ενώ μόλις πέρυσι και πάλι σε συνεργασία με τον μέγα Σκορσέζε ετοίμασαν μια σειρά ντοκιμαντέρ με τίτλο «Pretend It’s a City» (έκανε πρεμιέρα στο Netflix το 2021 και ήταν υποψήφια για βραβείο Emmy στην κατηγορία Εξαιρετικού Ντοκιμαντέρ ή Σειράς Μη Μυθοπλασίας).
Σε αυτά, καθισμένοι ο ένας απέναντι από τον άλλον, κουβέντιασαν για όλα, βολτάροντας στην αγαπημένη της πόλη, στη μυθιστορηματική ζωή της, σε αυτά που υπερασπίζεται με πάθος και σε εκείνα που μισεί σφοδρά.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας