Οταν, αγαπητέ Σταύρε (Γεώργιε, Ευάγγελε, Ιωάννη, Κωνσταντίνε κ.λπ.), παρέλαυναν η γελοιότητα και η μηδαμινότητα, η ημιμάθεια και το life style, το μίσος προς την παράδοση, το δήθεν και η βουλιμία, ο ευδαιμονισμός και ο καταναλωτισμός και πολλά άλλα που συνθλίβουν την αξιοπρέπεια, σ’ έβλεπα στην πρώτη σειρά· υπερήφανο, πεπεισμένον, αγέρωχον. Τι μεγαλεία. Τι πρωτοπορία!
Εγλειφες κατουρημένες ποδιές, ανίσχυρος ων και αδαής, ξεπούλαγες το παρελθόν σου (το όποιο...), ξεχνούσες ποια μάνα σε γένναε στο κλάμα, εκσπερμάτωνες όταν απολάμβανες στιγμές δόξας και αναγνώρισης, περιφρονούσες την πλέμπα κι ανορθωνόσουν στην κλίμακα του εστετισμού, της άρχουσας τάξης. Είδες εξαίφνης το νόημα της ζωής. Ποιο ήταν αυτό; Αυτό που απέρρεε από τον ναρκισσισμό σου, από το πάθος τού (άκου!) ανθρωπάκου να ξεχωρίσει, να δηλώσει τη (ματαιόδοξη) παρουσία του σε τούτον τον πλανήτη. Εκάς η ελληνική γραμματεία (άγνωστα ονόματα ο Ηράκλειτος και ο Δημόκριτος, οι τρανοί Σοφιστές, οι σωκρατικές σχολές· ακόμη και οι επτά σοφοί άγνωστοι σού ήσαν, διότι εάν ήσαν γνωστοί όλοι αυτοί, δεν θα παρέλαυνες στην αγορά της υποτέλειας και της ματαιοδοξίας).
Ξένη και η μυρωδιά του ιδρώτα των γονιών, τα λαϊκά πανηγύρια, ο θρήνος, η χαρά, η αλληλεγγύη που συνείχαν την κοινότητα. Μα, τι σήμαινε κοινότητα; Ουδέποτε κατάλαβες, ουδέποτε μπήκες στον κόπο να υμνήσεις τη μύτη, σαν ένα από τα κεντρικά αισθητήρια όργανα του ανθρώπου. Μπορεί οι πολλοί να θεωρούμε την όραση ως το υπέρτατο αισθητήριο όργανο, μπορεί και να έχουμε δίκιο, αλλά πού πας, φτωχέ και ανόητε (πού πας, ρε Καραμήτρο), χωρίς τη μύτη σου; Ξέχασα όμως. Την έχεις σηκώσει τόσο ψηλά που δεν οσμίζεται την πραγματικότητα. (Επείγει μια διατριβή στη σημασία και λειτουργία του απαξιωμένου αισθητηρίου· το είχε προτείνει ο Νίτσε, ουδείς όμως τον άκουσε· αλλά ποιος άκουσε ποτέ τα μεγάλα πνεύματα;).
Σε βλέπω (Σταύρε, Γεώργιε, Αλέξανδρε, Δημήτριε κ.λπ.) να βγαίνεις στις οθόνες της tv μας και να κοκορεύεσαι, με ύφος μπλαζέ, με τάχα μου άνεση στις κινήσεις, με διαφορετικές δήθεν από το πόπολο κινήσεις, και να νομίζεις ότι ο κόσμος είναι δικός σου. Δίκιο έχεις. Δικός σου, όντως, είναι αυτός ο κόσμος: επίπλαστος, κεκοσμημένος, αγράμματος, απολίτιστος, ασθενής, ομοιοστατικός. Σου ανήκει αυτός ο κόσμος. Αλλά είναι αυτός ο κόσμος ο αληθινός; Οχι, αγαπητέ. Αυτός ο κόσμος είναι ο κόσμος της εξουσίας, της μετριότητας, της κολακείας και της δουλοφροσύνης.
Αλλού, δυστυχώς για σε, αγαπητέ, ακμάζει ο κόσμος· στις παρέες και στις γειτονιές, στις βιβλιοθήκες και στις θεατρικές σκηνές, στα χωράφια των μικρών αγροτών, στην αυτονομία του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ (και του Πολυτεχνείου), στους κτηνοτρόφους και τους ψαράδες, στους μικροεπαγγελματίες και σε αρκετούς φοιτητές· όχι στο ξεπούλημα του εαυτού τους, όχι στην εξαγορά των συνειδήσεών τους από το απρόσωπο χρήμα, όχι στον ευτελισμό και εκφυλισμό της προσωπικότητάς τους. Καημένοι, φίλοι, συνάδελφοι και λοιποί, σε ποια σκοτεινή σπηλιά σάς έκλεισαν; Ποιοι σας διαπαιδαγώγησαν; Δεν αισχύνεσθε για τα έργα σας, για την πολιτική σας πορεία; Πού, διάβολε, πήγαν η ισονομία, η ισηγορία, η δικαιοσύνη; ΄Η τα γράφετε όλα εκεί που ξέρουμε;
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας