Νηφάλια οφείλουμε να αποφασίσουμε στις εκλογές για το παρόν και το μέλλον. Το δικό μας και των επόμενων γενεών. Πρόκειται για περίοδο περισυλλογής και αναστοχασμού. Η αντιπαράθεση των μονομάχων περιορίζεται στα ευτελή και τα τετριμμένα. Θαμπώνουν με τα «θα». «Σκάβε βαθιά» έλεγε ο Νίτσε. «Κάτω είν’ η πηγή. Ασ’ τους σκοταδιστές να φωνάζουν πως “εκεί είν’ η κόλαση”». Αυλακώνουμε την ιστορία, λοιπόν, επιστρέφοντας σαράντα τέσσερα χρόνια πίσω. Ανήμερα την 20ή Σεπτεμβρίου 1971, σε ηλικία 71 ετών, φεύγει για το «περιβόλι με τα σιντριβάνια» ο Γιώργος Σεφέρης.
Είχαμε τη χαρά να φιλοξενήσουμε ποιήματά του τέτοιες μέρες πριν από δύο χρόνια. Το ξανατολμούμε, όχι μόνο γιατί η επανάληψη αποτελεί μητέρα πάσης μαθήσεως, αλλά κυρίως διότι παραμένουν αείποτε επίκαιρα. Ο νομπελίστας Σμυρνιός είχε το σθένος να τα βάλει με τη χούντα. Να υψώσει το ανάστημά του σε ζόρικους καιρούς. Μυριάδες λαού έκαναν την ταφή του ανάσταση· σιωπηλή κι ουρανομήκη πομπή ενάντια στους τυράννους. «Είτε βραδιάζει/ είτε φέγγει/ μένει λευκό/ το γιασεμί».
Φωτισμένες μορφές και φλογισμένες καρδιές υπηρετούσαν τότε τα γράμματα, τις τέχνες, τον πολιτισμό. Η χώρα δεν είχε ξεπέσει στο όνειδος της πνευματικής και ηθικής παρακμής. Οι δήθεν συνεχιστές τους λουφάζουν σήμερα σε... κάλπικες κρύπτες. Αυλοκόλακες της εξουσίας παριστάνουν τις στρουθοκαμήλους: «Μεγάλος πόνος είχε πέσει στην Ελλάδα./ Τόσα κορμιά ριγμένα/ στα σαγόνια της θάλασσας στα σαγόνια της γης·/ τόσες ψυχές/ δοσμένες στις μυλόπετρες σαν το σιτάρι./ Κι οι ποταμοί φουσκώναν μες στη λάσπη το αίμα/ για ένα λινό κυμάτισμα για μια νεφέλη/ μιας πεταλούδας τίναγμα το πούπουλο ενός κύκνου/ για ένα πουκάμισο αδειανό για μιαν Ελένη».
Εισδύουν οι ιδιοφυείς και διορατικοί του στίχοι στα ερέβη που σκοτεινιάζουν τη χώρα σχεδόν εξήντα χρόνια αφότου τυπώθηκαν και τα φωτίζουν. «Ο τόπος μας είναι κλειστός. Τον κλείνουν/ οι δυο μαύρες Συμπληγάδες. Στα λιμάνια/ την Κυριακή σαν κατεβούμε ν’ ανασάνουμε/ βλέπουμε να φωτίζονται στο ηλιόγερμα/ σπασμένα ξύλα από ταξίδια που δεν τέλειωσαν/ σώματα που δεν ξέρουν πια πώς ν’ αγαπήσουν».
Λαθρεπιβάτης στο πορφυρό σκάφος του, το «άλικο ρόδο του ανέμου και της μοίρας», ξενύχτησα πολλές βραδιές παρέα με τον Σεφέρη. Μιλήσαμε για «τα δίσεχτα χρόνια.../ σαν αποτσίγαρα σβηστά σε χαλασμένα χείλια. Καρφώσαμε τα μάτια στις φλόγες. Τηλεγραφήσαμε λουλούδια» στις μελλοντικές αγάπες. «Βυθιστήκαμε στην πέτρα». Μεθύσαμε με φθινόπωρο «σε πεύκα σε πικροδάφνες και σε πλατάνια».
Η θάλασσα που μας πίκρανε «είναι βαθιά κι ανεξερεύνητη/ και ξεδιπλώνει μια απέραντη γαλήνη». Η ποίηση την κάνει να εκτείνεται στο άπειρο με μόλις δεκαεπτά συλλαβές. «Γράφεις·/ το μελάνι λιγόστεψε/ η θάλασσα πληθαίνει». Στο απέραντο γαλάζιο της «η Ελλάδα ταξιδεύει/ δεν ξέρουμε τίποτε δεν ξέρουμε πως είμαστε ξέμπαρκοι όλοι εμείς/ δεν ξέρουμε την πίκρα του λιμανιού σαν ταξιδεύουν όλα τα καράβια·/ περιγελάμε εκείνους που τη νιώθουν», όπως περιγελάμε «ένα μεγάλο δάσος γυμνωμένα δέντρα», μια θλιμμένη φθινοπωρινή μέρα σαν τη σημερινή. «…άφησέ τους./ Ο θαλασσινός άνεμος κι η δροσιά της αυγής/ υπάρχουν χωρίς να το ζητήσει κανένας».
Καλό βόλι.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας