Τα σχόλια του Χρήστου Λάσκου το περασμένο Σάββατο για κάποια δικά μου το προπερασμένο, μου δίνουν την ευκαιρία να επανέλθω σε ένα θέμα που κατά τη γνώμη μου φωτίζει μια από τις σημαντικότερες διαστάσεις της σημερινής κρίσης: αναφέρομαι στη διαβόητη δήλωση του Θ. Πάγκαλου ότι «Ολοι μαζί τα φάγαμε». Και θα το κάνω όχι εριστικά, αλλά για να αποσαφηνίσω κάποια πράγματα, ελπίζοντας ότι η συζήτηση θα συνεχιστεί πιο ουσιαστικά.
Κατ’ αρχάς, πρόκειται για γενίκευση στο πλαίσιο μιας πολεμικής, η οποία γενίκευση διαβάστηκε εκ του πονηρού κυριολεκτικά από όσους θέλησαν να την απορρίψουν. Το σκεπτικό τους ήταν απλό: αν όλοι μαζί τα φάγαμε, τότε η επίκληση περιπτώσεων όπου κάτι τέτοιο δεν συνέβη αρκεί για να το διαψεύσει. Αυτό όμως ισχύει για όλες τις γενικεύσεις, όχι μόνο εκείνες που χρησιμοποιούν οι αντίπαλοί μας. Για παράδειγμα, υπάρχουν εργοδότες που νοιάζονται για τους εργαζόμενους, Πασόκοι που δεν λεηλάτησαν το κράτος, δεξιοί που δεν είναι αυταρχικοί.
Αντίστοιχα υπάρχουν εργατικοί και υπεύθυνοι δημόσιοι υπάλληλοι και όψιμοι επώνυμοι Συριζαίοι που όντως ριζοσπαστικοποιήθηκαν και δεν άλλαξαν κομματική στέγη για να το εισπράξουν όταν με το καλό οι νέοι σύντροφοί τους κατακτήσουν την εξουσία.
Συνεπώς δεν σκοπεύω να αμφισβητήσω τη δήλωση του Χ. Λάσκου ότι στην περίπτωσή του το μεγάλο φαγοπότι σήμαινε κάνα σινεμά ή βιβλίο, μια εβδομαδιαία έξοδο σε ταβέρνα κ.ο.κ. Το ξέρω, έχω φίλους που έτσι έζησαν. Επειδή όμως διδάσκει σε δημόσιο σχολείο, θα ήθελα να τον ρωτήσω αν γνωρίζει πόσοι εκπαιδευτικοί έκαναν ιδιαίτερα μαθήματα, πόσα έπαιρναν, αν τα δήλωναν στην Εφορία και πόσοι απ’ αυτούς θα ψηφίσουν ΣΥΡΙΖΑ ως αδικηθέντες. Οταν άρχισε η κρίση, διάβασα σε εφημερίδα ότι η συνολική ετήσια δαπάνη των ελληνικών οικογενειών για ιδιαίτερα και φροντιστήρια ξεπερνούσε τα δύο δισεκατομμύρια ευρώ. Ισως το νούμερο είναι φουσκωμένο, δεν μπορώ να το ελέγξω. Κρίνοντας όμως από το τι μου είχαν πει σε ανύποπτο χρόνο άνθρωποι με παιδιά στο λύκειο, δεν αποκλείεται να είναι ακριβής. Φυσικά τη μέγιστη ευθύνη φέρει η πολιτεία, η οποία προσφέρει μια υποτίθεται «δωρεάν» παιδεία που αναγκάζει τους γονιούς να βάζουν το χέρι βαθιά στην τσέπη. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι χιλιάδες εκπαιδευτικοί δεν έχασαν αλλά κέρδισαν από αυτή την παθογένεια. Και μάλιστα όταν συνάδελφοί τους προσπαθούσαν με αναπληρώσεις και έκτακτη εργασία να βγάλουν ένα κομμάτι ψωμί. Αν, λοιπόν, ο Πάγκαλος έλεγε ότι πολλοί, πάρα πολλοί όχι μόνο δεν διαμαρτυρήθηκαν όταν η χώρα έβαινε κατά κρημνόν, αλλά το γλέντησαν, ποιος θα μπορούσε να του πει κουβέντα; Ετσι δεν έγινε;
Νομίζω ότι τα καταιγιστικά πυρά κατά της δήλωσης Πάγκαλου οφείλονται σε δύο λόγους: ο πρώτος και εμφανέστερος είναι η τάση της (όποιας) αντιπολίτευσης να εκμεταλλεύεται κάθε ευκαιρία να πλήξει την (όποια) κυβέρνηση, ερμηνεύοντας στοχευμένα ή ακόμα και παρερμηνεύοντας τα λόγια και τις πράξεις της, με μόνο στόχο να μαζέψει ψήφους. Ενα ερώτημα ωστόσο παραμένει: Πώς εξηγείται η ένταση της αγανάκτησης κατά του Πάγκαλου; Για να το απαντήσουμε, πρέπει να σκάψουμε πιο βαθιά. Νομίζω, λοιπόν, ότι αυτό που εξουσιοδοτεί μια τέτοια αντίδραση είναι το πώς προσλαμβάνουμε κατά κανόνα την έννοια της ενοχής και της ευθύνης στη χώρα μας.
Διότι σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές χώρες που εγώ γνωρίζω, στην Ελλάδα ένοχοι θεωρούνται μόνον όσοι έχουν παρανομήσει περισσότερο από τους άλλους. Ή, αντίστροφα, ο μεγάλος ένοχος αθωώνει τους μικρούς. Ετσι, παραβλέποντας το προφανές γεγονός, το οποίο αναγνωρίζει και ο νόμος, ότι δηλαδή υπάρχουν βαθμοί ενοχής και ευθύνης, άνθρωποι σαν τον Τσοχατζόπουλο μας έχουν κάνει όλους κρυστάλλινα τίμιους.
Και κάτι άλλο: ο Χ. Λάσκος με αδίκησε όταν ισχυρίστηκε ότι θεωρώ τα περί ξένων και πλουτοκρατών «μπαλαφάρες». Αντίθετα, πιστεύω ότι η νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία οδηγεί ολόκληρο τον κόσμο στην οικονομική καταστροφή και την ηθική καταρράκωση και ότι στην Ελλάδα σαφώς υπάρχουν κερδισμένοι και χαμένοι ή, αν θέλετε, αδικημένοι από την κρίση.
Με μια προσθήκη όμως, την οποία νόμιζα ότι είχα κάνει σαφή αλλά ο Χ. Λάσκος ή δεν την αντιλήφθηκε ή την παρέβλεψε γιατί δεν τον συμφέρει: ο ΣΥΡΙΖΑ καλλιεργεί συστηματικά την αίσθηση πως για τα προβλήματα δεν φταίμε ποτέ εμείς, πάντα κάποιοι άλλοι. Προλαμβάνοντας μια πιθανή ένσταση, διευκρινίζω ότι σποραδικές δηλώσεις του τύπου «δεν θα γυρίσουμε στα παλιά» και ότι «έγιναν λάθη και υπερβολές», εφόσον δεν συνοδεύονται από σοβαρό προβληματισμό αποτελούν άλλοθι, ή αλλιώς λέγονται για τα μάτια, χωρίς να επηρεάζουν την καραμπινάτα λαϊκιστική θέση που ο ΣΥΡΙΖΑ διακινεί έμμεσα με χίλιους δυο τρόπους, ότι δηλαδή ο μονίμως προδομένος ελληνικός λαός δεν φέρει καμιά ευθύνη.
Θα περίμενε κανείς να βγούμε από το καμίνι της κρίσης υπό την καθοδήγηση της Αριστεράς όχι μόνο με ένα καλύτερο κράτος και μια πιο αποδοτική οικονομία, αλλά και με μεγαλύτερη αυτογνωσία. Την οποία δεν πρόκειται ποτέ να αποκτήσουμε χαϊδεύοντας αυτιά. Αυτός είναι ο παλαιοπασοκισμός, αυτόν κατήγγειλε τότε η Αριστερά και αυτόν χρησιμοποιεί σήμερα η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ για να εκπορθήσει το Μαξίμου.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας