Ας αρχίσουμε με μία παρατήρηση. Κανένα κόμμα -οποιοδήποτε κόμμα ή πολιτική ομάδα- δεν ταυτίζεται με τη δημοκρατία. Και εφόσον όλοι του δημοκρατικού τόξου διατείνονται ότι ενισχύουν τις δημοκρατικές πολιτικές στον «λαό» και στα ελληνικά νοικοκυριά, ας σκεφτούν λίγο ότι οι δημοκρατικές πολιτικές έχουν κανόνες και περιορισμούς, όπως και ο πολιτικός πολιτισμός. Εδώ σημειώνεται μια πρώτης τάξεως αποτυχία που πλήττει μάλλον τους πάντες -ολόκληρο το πολιτικό σύστημα- ως προς την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα του κοινωνικού, πολιτικού, οικονομικού και δημοκρατικού βίου.
Στο καθαρά πολιτικό επίπεδο η πολιτική όπως διαμορφώνεται στην Ελλάδα δεν έχει να κάνει με κάποια νίκη των δεξιών ή συντηρητικών αρχών και ιδεών ή της Ν.Δ. υπό την ηγεσία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Εν πολλοίς η κυριαρχία της Δεξιάς κατανοείται μέσω της ψευδαίσθησης ότι δεν υπάρχει εναλλακτική –ήδη από το μακρινό 1989, στον απόηχο της πτώσης του Τείχους του Βερολίνου. Ομως κατά κύριο λόγο η κυριαρχία της Δεξιάς συνδέεται με την ήττα, την παραίτηση και τον αυτοεξευτελισμό της Αριστεράς. Αλλωστε η ίδια η Αριστερά, ως εννοιολόγηση της πολιτικής επιστήμης, δεν εμφανίζεται πλέον ως κάτι ενιαίο ή έστω ως κάποια συμπαγής δύναμη ιδεών, πράξεων και αξιών που ωθεί άτομα, ομάδες ή και κόμματα να εκφράσουν την αυτοτοποθέτησή τους στο πολιτικό φάσμα Αριστερά/Δεξιά. Για την ακρίβεια, ούτε η Αριστερά κατάφερε στην Ελλάδα του 21ου αιώνα να οδηγηθεί σε μια ενιαία κατανόηση της δικής της εσωτερικής κατάστασης και της σύγχρονης κοινωνικής κατάστασης. Δεν το είχε καταφέρει ούτε και στον 20ό αιώνα. Τότε βέβαια υπήρχαν ιδεολογικές διαφορές και τα συγκείμενα επίσης ήταν διαφορετικά.
Ομως με βάση τα πρόσφατα γεγονότα, καλό θα ήταν να θυμηθούμε ότι η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ το 2012-14 προς την κυβέρνηση και το «Πρώτη φορά» και η μετέπειτα εξέλιξή του ήταν μια πορεία παράταιρων συμμαχιών, παράλληλων συνιστωσών και φραξιών με εμμονές και μικρότερες ή μεγαλύτερες αποκλίσεις. Αυτή η πολυδιάσπαση το 2012-14 ήταν αθέατη επειδή ήταν ορατά τα μνημόνια και οι τροϊκανοί. Και εδώ σημειώνεται μια άλλη αποτυχία ιδεολογικοπολιτικής τάξης. Και για να γίνω πιο συγκεκριμένος (και σε σχέση με δικά μας «ιερά δισκοπότηρα»), εδώ είναι ενεργός η ύλη της ασχήμιας και ιδεολογικής κακοποίησης που είχε κάνει κάποτε τον ίδιο τον Μαρξ να παραδεχτεί ότι «το μόνο που ξέρω είναι ότι δεν είμαι μαρξιστής».
Το έχουμε ξαναπεί από αυτές τις στήλες: ο πολιτικός κανόνας λέει ότι μπορείς να πουλήσεις κάτι μόνο αν κατέχεις αυτό που πουλάς. Ειδάλλως αποτυγχάνεις. Αν έχεις αναδιανεμητική πολιτική, θα πρέπει να την εξηγήσεις μέχρι να φτάσει στον διάμεσο ψηφοφόρο –σε αυτόν που βρίσκεται στη μεσαία κοινωνική και εισοδηματική τάξη. Αλλιώς ξέχνα την ιδέα της δυνητικής κυβέρνησης. Και αυτό είναι σχετικά δύσκολο να γίνει σε χώρες διαλυμένες και με όξυνση ανισοτήτων όπως η Ελλάδα. Δεν μπορείς λόγου χάρη να είσαι υπέρμαχος των κοινωνικών δικαιωμάτων και της εργασίας, αλλά εκ προοιμίου να θεωρείς τις επιχειρήσεις ως κάτι κακό. Ομοίως δεν μπορείς να σιτίζεσαι -για πολλές γενιές- μονίμως από το Πρυτανείο, αλλά να ξιφουλκείς κατά του δημόσιου τομέα και του κοινωνικού κράτους. Ούτε το κράτος είναι εξ ορισμού επιζήμιο. Οι πολλές δουλίτσες και χρήσεις των κρατικών θεσμών για άλλους μη επιθυμητούς κοινωνικά σκοπούς είναι που δημιουργούν τη μεγαλύτερη ζημιά.
Αλλά είπαμε. Κανείς δεν είναι τέλειος και κανείς δεν είπε ότι ζούμε στον καλύτερο δυνατό κόσμο, όπως το έλεγε με άμετρη αισιοδοξία ο Καντίντ του Βολταίρου. Ομως όσο παραμένουν και όσο μεγαλώνουν οι ζημιές και μαζί αβγαταίνουν οι δουλίτσες ορισμένων, δημιουργείται κοινωνική απόγνωση και οργή. Και η οργή οδηγεί το πολιτικό φάσμα σε κοροϊδιλίκια και ανέξοδους λαϊκισμούς.
Εδώ όμως περάσαμε από τον επιτυχή χειρισμό της συλλογής «αριστερών» πεταλούδων στο πολιτικό ριάλιτι που έδειξε τη διάλυση ενός κόμματος σε ζωντανή αναμετάδοση. Τι πήγε τόσο στραβά; Δεν βιώθηκε το παρόν ως παρελθόν αλλά και ως μέλλον. Η «Αριστερά» κατάφερε μέσα σε έναν χρόνο να πετύχει μόνη της ό,τι δεν κατάφερε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η Δεξιά. Κι αυτό έγινε μέσα από την παρωδία «Κασσελάκης vs Νομενκλατούρα».
Αλλά ρίξτε μια ματιά. Αύριο θα γιορταστεί το Πολυτεχνείο: 51 χρόνια μετά. Η συμμετοχή όμως σε μια γιορτή δεν είναι αγώνας. Είναι μνήμη και στοχασμός πάνω σε μια πύκνωση κοινωνικής αφύπνισης. Είναι ένα παράδειγμα. Το ότι τα μηνύματα του Πολυτεχνείου αντέχουν ακόμα δείχνει ακριβώς τη σημερινή αδυναμία να αντιληφθούμε τη ζωή μας ως παρελθόν και ως μέλλον. Και κυρίως να τη δούμε ως μια πράγματι μεγάλη κληρονομιά αυταπαρνήσεων, ιδεών και αρχών δημοκρατίας, κόντρα σε σφετεριστές και κακοποιητές που πλατσουρίζουν δημοσίως σε ντροπιαστικές κομματικές κολυμπήθρες καταθέτοντας «Στεφάνους».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας