Από τις αρχές του 2000 και ιδίως κατά την περασμένη δεκαετία στην Ευρώπη άρχισε να αναπτύσσεται μια συζήτηση περί του «τέλους των ιδεολογιών», ως αντίστοιχη διαπίστωση της επικράτησης ενός κυρίαρχου μοντέλου διακυβέρνησης, το οποίο απλώς γνωρίζει εναλλαγές μεταξύ διαχειριστών της εξουσίας με παραπλήσια κυβερνητικά προγράμματα.
Το τέλος των ιδεολογιών είχε κύριο αποδέκτη τη σοσιαλδημοκρατία, η οποία διαμόρφωσε τη μεταπολεμική Ευρώπη και διατήρησε την πολιτική της ηγεμονία μέχρι και στις αρχές του 2000 και κατηγορήθηκε ότι προσχώρησε στον τεχνοκρατικό φιλελευθερισμό της οικονομίας της αγοράς.
Ομως, οι αλλεπάλληλες κρίσεις που γνώρισε η Ευρώπη, οικονομική, προσφυγική, αλλά και οι εκφάνσεις της πολιτικής της αποδόμησης, όπως αυτή του Brexit, διέψευσαν την παραπάνω υπόθεση. Και λόγω αυτού, έγινε μια προσπάθεια επανακατασκευής νέων διαχωριστικών γραμμών, με κυρίαρχο, στην Ευρώπη, τον άξονα «λαϊκισμός-υπευθυνότητα».
Μπορεί ο άξονας αυτός να αποτέλεσε ένα χρήσιμο ερμηνευτικό σχήμα κατανόησης αλλά και ταξινόμησης της πολιτικής πραγματικότητας σε Ελλάδα και Ευρώπη, όμως και αυτό το σχήμα γνώρισε τα όριά του. Διότι πολύ απλά, η πανδημία και η κλιματική κρίση κατέδειξαν ότι οι έννοιες της συλλογικότητας, της αλληλεγγύης, της κοινωνικής προστασίας, της ελεύθερης πρόσβασης σε ποιοτικά δημόσια αγαθά απέκτησαν και πάλι περιεχόμενο.
Συνεπώς είναι δόκιμο να μιλάμε για το τέλος των ιδεολογιών, για θνήσκοντα προτάγματα, και κατ’ επέκταση για το τέλος της σοσιαλδημοκρατίας; Προφανώς και όχι. Γιατί αφ’ ενός, ο καταστατικός λόγος ύπαρξής της, η καταπολέμηση των ανισοτήτων, υπάρχει ακόμη, όχι μόνο στη διανομή του εισοδήματος, αλλά και στην περίθαλψη, την εκπαίδευση, την αγορά εργασίας, τις υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας και φροντίδας. Και αφ’ ετέρου, ο ιστορικός της πολιτικός αντίπαλος, η συντηρητική Δεξιά, δείχνει να φλερτάρει με την ιδέα είτε να κανονικοποιήσει τις ιδέες της Ακροδεξιάς είτε να θέσει την Ακροδεξιά στη θέση του κύριου πολιτικού της αντιπάλου. Απέναντι σε αυτό το σχέδιο, η σοσιαλδημοκρατία οφείλει να ορθώσει το πολιτικό της ανάστημα, όχι με όρους αμυντικούς. Δεν αναζητούμε ένα ιδεολογικό ρεύμα «ανάχωμα» σε έναν επικείμενο κίνδυνο, αλλά μια νέα ιδεολογική και πολιτική πρόταση που πρέπει να δομηθεί πάνω σε τρεις άξονες:
Πρώτον, πίστη στους θεσμούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Αυτό πρακτικά σημαίνει υπεράσπιση του κράτους δικαίου και ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών που ασκούν έλεγχο στην εξουσία, είτε μιλάμε για τη Δικαιοσύνη είτε για τις Ανεξάρτητες Αρχές είτε για το Κοινοβούλιο.
Δεύτερον, πίστη στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία πρέπει να δώσει τη μάχη για την εμβάθυνση και εμπέδωση της κοινωνικής διάστασης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, που θα αμβλύνει τις περιφερειακές ανισότητες, που θα διασφαλίζει κοινωνικά δικαιώματα, που θα ενισχύει τους δημοκρατικούς και διαβουλευτικούς θεσμούς.
Τρίτον, προσαρμογή στην παγκοσμιοποίηση. Σήμερα η Ακροδεξιά και οι εθνοκεντρικές προσεγγίσεις αξιοποιούν και εργαλειοποιούν τον φόβο των κοινωνιών απέναντι στην παγκοσμιοποίηση που προκαλεί μετανάστευση κεφαλαίου αλλά και ανθρώπων. Η παγκοσμιοποίηση δεν μπορεί να ακυρωθεί και σίγουρα δεν μπορούμε να κρυφτούμε από αυτήν. Οφείλουμε, όμως, να την κάνουμε φιλικότερη, δικαιότερη, με περισσότερη έμφαση στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, του ρατσισμού και της ξενοφοβίας.
Η σημερινή κυβέρνηση της Ν.Δ. εμφανίζει τόσο αντι-φιλελεύθερα όσο και αντι-ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά, ενώ εκλαμβάνει την παγκοσμιοποίηση μόνο με όρους της αγοράς. Αντι-φιλελεύθερα διότι απαξιώνει τις Ανεξάρτητες Αρχές, προωθεί τη μονοφωνία στα ΜΜΕ. Αντι-ευρωπαϊκά διότι υποβαθμίζει το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το κράτος δικαίου, αγνοεί το πόρισμα του Ευρωπαίου Εισαγγελέα για το έγκλημα των Τεμπών. Και νομοθετεί την ανωτατοποίηση παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων για να εισαγάγει κερδοσκοπικά κεφάλαια και όχι ακαδημαϊκή γνώση.
Η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία μπορεί να αξιοποιήσει το ανωτέρω τρίπτυχο, όμως δεν πρέπει να αρκεστεί μόνο σε αυτό. Πρέπει ταυτόχρονα να συνδυάσει τη λαϊκότητα με τον «μεταρρυθμισμό», έννοιες ταυτοτικές της πολιτικής παράδοσης του ΠΑΣΟΚ.
Λαϊκότητα χωρίς μεταρρυθμισμό δεν υπάρχει. Και αν υπάρχει, τότε απλά μετατρέπεται σε ένα λαϊκιστικό ρεύμα που καλλιεργεί την εχθροπάθεια και την ισοπέδωση. Λαϊκότητα σημαίνει σύνδεση και διάλογος με τα κοινωνικά ρεύματα με όρους ισότητας και σεβασμού.
Μεταρρυθμισμός χωρίς λαϊκότητα επίσης δεν υπάρχει. Τότε μιλάμε απλά για σκόρπιες καλές ιδέες, χωρίς την παραμικρή κοινωνική γείωση και αποδοχή. Μεταρρυθμισμός σημαίνει μεγάλες αλλαγές στους θεσμούς, στο κράτος και στην καθημερινότητα των πολιτών με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης και συμπερίληψης.
Αυτά τα δύο μαζί κάνουν σήμερα μια ισχυρή θεσμική αντιπολίτευση.
Και αύριο, μια εναλλακτική προοδευτική διακυβέρνηση. Οχι απλώς πιθανή, αλλά αναγκαία.
*Bουλευτής ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝ.ΑΛΛ.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας