Η πιο γλυκιά πατρίδα είναι η καρδιά…
που τ’ άγια χώματά της, πόνος και χαρά…
Μανώλης Ρασούλης
Η εκλογική αναμέτρηση Μαΐου και Ιουνίου ανέδειξε δυναμικές, εκφρασμένες σε πολιτικούς σχηματισμούς που έλαβαν ψήφο εισόδου στη Βουλή των Ελλήνων. Παρά το γεγονός ότι όσα ειπώθηκαν και έγιναν είχαν ως κεντρικό θέμα τους τη χώρα και το καλό της -και παρότι ορισμένες εξαγγελίες ήταν άκρως ευεργετικές για συγκεκριμένες ομάδες- όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα άπλωσαν ενώπιον των ψηφοφόρων… «την αγάπη τους για την Ελλάδα».
Από τον πολιτικό διάλογο και τις -θεμιτές κατά τα λοιπά- αντιπαραθέσεις, προκύπτει ότι η παραπάνω εδραιωμένη ρητορική των αγαπητικών της πατρίδας ελάχιστα διαφέρει από την αγάπη της αλογόμυγας προς τα άλογα και τα συγγενή ιπποειδή. Ειδικότερα για την Ακροδεξιά της νέας Βουλής -και με τον τρόπο του Μάνου Χατζιδάκι- «ο πατριωτισμός των φασιστών έχει τόση σχέση με την πατρίδα όση μπορεί να έχουν με τον πατριωτισμό τα άλογα επειδή συμμετέχουν στις παρελάσεις».
Η αγάπη για την Ελλάδα έχει την ιστορία της και τις ποιότητές της. Λ.χ. το παλάτι αγαπούσε την Ελλάδα. Την αγάπησε σαν εξωτικό φρούτο με τη βουλιμία αποικιοκρατικών λογικών και ευρωπαϊκών ισορροπιών του μακρινού 19ου αιώνα.
Μετά από πολλές ιστορικές καμπές, ύστερα από τον Α' και τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, μετά από έναν πικρό εμφύλιο και μια δικτατορία, η αγαπημένη -και καλώς έπραξε- έδιωξε τους εστεμμένους αγαπητικούς, για να μην ξεφύγει όμως ποτέ από την πολιορκία τους. Ανέβασε όμως στον «θρόνο» άλλους κληρονομικούς αγαπητικούς, νέες δυναστείες, στην προσπάθειά της να γίνει μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα.
Η Ελλάδα αγαπήθηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις, τους Γάλλους, τους Ρώσους, τους Αγγλους, αγαπήθηκε από τους Ιταλούς και τους Γερμανούς, αγαπήθηκε από τον λόρδο Ελγιν και από όλα τα σύγχρονα μουσεία ανά τον κόσμο. Αγαπήθηκε από τον λόρδο Τσόρτσιλ. Αγαπήθηκε από την Ε.Ε., τους εταίρους και δανειστές, από το ΔΝΤ, ακόμα και από τον Ερντογάν.
Αγαπήθηκε από τους Αμερικανούς. Αγαπήθηκε εδώ και πολλά χρόνια από τους Κινέζους και τον αραβικό κόσμο. Η Ελλάδα αγαπήθηκε από τους επενδυτές χαρτοφυλακίου, από τραπεζίτες, από τον εφοπλιστικό κόσμο, τις κατασκευαστικές εταιρείες και τους μιντιάρχες.
Οι Καραμανλήδες, οι Μητσοτάκηδες, οι Παπανδρέου αγαπάνε το δίχως άλλο την Ελλάδα. Η νεοεκλεγείσα κυβέρνηση αγαπάει κι αυτή την πατρίδα. Ανεξάρτητα από το αν η ποιότητα αυτής της αγάπης είναι η πιο μεγάλη γλίστρα για τη χώρα και τους πολίτες της. Προφανώς, η κοινοτοπία «τη σκότωσα επειδή την αγαπούσα» δεν αποτιμάται μόνο στο πραγματικό ΑΕΠ, ούτε καν στο κατά κεφαλήν με φθίνοντα και γερασμένο πληθυσμό.
Ομως, όπως ακριβώς η ύπαρξη υπουργείου Πολιτισμού ή υπουργείου Παιδείας δεν συνεπάγεται ούτε πολιτισμένους ούτε καλλιεργημένους, το ίδιο και η αγάπη για την πατρίδα δεν συνεπάγεται Ελλάδα άξια να αγαπηθεί. Εντούτοις, εις πείσμα της δικής μου αντιρρητικότητας, την Ελλάδα την αγαπάνε οι ίδιοι οι Ελληνες.
Με τα σκουπίδια που αφήνουν στους δρόμους και στις παραλίες, με τη φοροδιαφυγή τους, με τα αυθαίρετά τους, με την κατάληψη των δημόσιων χώρων, με την κουλτούρα του «αντισυστημισμού», της «ανυπακοής» και του «ενάρετου ατομισμού» που συναθροίζεται σε προθαλάμους πολιτικών γραφείων και ξεβράζεται σαν ορμητικό κύμα σε όλα τα πεδία.
Αυτό το κύμα γουστάρει μεν τη Σκανδιναβία, δίχως να θέλει να φορολογηθεί. Με αποτέλεσμα να κονταροχτυπιέται γενναία με τον ανταγωνισμό της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας – οι οποίες κι αυτές αγαπάνε την Ελλάδα καταλαμβάνοντας τις τελευταίες θέσεις σε πολλούς κρίσιμους ευρωπαϊκούς δείκτες.
Την Ελλάδα πάνω απ’ όλους την αγαπάει η Ακροδεξιά της. Βέβαια, η παρουσία της Ακροδεξιάς στην ελληνική Βουλή δεν είναι κάτι νέο. Είναι μια επανάληψη του 2012 και του 2015. Λόγου χάρη, η Χρυσή Αυγή από το 2012 έως το 2019 εκπροσωπούνταν στη Βουλή των Ελλήνων, ενώ από το 2014 έως το 2020 είχε εκλεγμένους εκπροσώπους στο Ευρωκοινοβούλιο. Η επωδός ότι η ακροδεξιά στροφή δεν είναι μόνον ελληνικό αλλά μάλλον πανευρωπαϊκό φαινόμενο δεν παρηγορεί.
Εδώ όμως, δεν μιλάμε για κάποια συμπαγή ή ομοιογενή κατηγορία υπεραγαπητικών, αλλά για μια ποικιλία αποκλίσεων από τον δημοκρατικό κανόνα που εμπεριέχουν πουτινόφιλους, αντιεμβολιαστές, αντιευρωπαϊστές, ψεκασμένους, «πατριώτες», συνωμοσιολόγους, συνταγματικούς εθνικιστές, ρατσιστές, θρησκόληπτους, μισαλλόδοξους, φοβικούς, εμπόρους κηραλοιφών και επιστολών του Ιησού, δημιουργιστές και γνωστούς νεοφασίστες.
Υπάρχει θεραπευτική ενάντια στον ασφυκτικό εναγκαλισμό των αγαπητικών; Ναι, υπάρχει. Αν σκεφτόμαστε μέλλον χειραφετητικό, πολιτικό, δημοκρατικό, άμεσα συνδεδεμένο με αξιώσεις λύσης των προβλημάτων της κοινωνικής συλλογικότητας εντός της πολιτείας και όχι εντός της κουραστικής επικράτειας της αγάπης για την Ελλάδα, θα πρέπει να σταματήσουμε εγκαίρως τα αγαπόμετρα. Η ιδιοποίηση και το εμπόριο της «αγάπης για την Ελλάδα» είναι πολύ σκοτεινή σκευή.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας