Μια βαριά εκλογική ήττα έχει πολλές αιτίες και πολλές εξηγήσεις. Η αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ στην πρώτη εκλογική μάχη της 21ης Μαΐου δεν είναι εξαίρεση.
Ωστόσο ίσως θα ήταν σκόπιμη η μελέτη ενός φαινομένου που παρατηρείται σε ευρωπαϊκό επίπεδο και δεν είναι άλλο από την υποχώρηση της ευρύτερης Αριστεράς είτε στη σοσιαλδημοκρατική, είτε στη ριζοσπαστική εκδοχή της.
Θα μπορούσε κανείς να αναφερθεί ιδίως στα παραδείγματα της Γαλλίας, όπου παγιώνεται ο ακραιοκεντρώος Μακρόν ως αντίπαλον δέος της ακροδεξιάς Λεπέν, της Γερμανίας όπου το SPD και το Die Linke παραδίδουν τα ηνία της γερμανικής «Αριστεράς» στο (εκπληκτικά) φιλοπόλεμο κόμμα των Πρασίνων, της Ιταλίας όπου δεν υπάρχει καν κάποιο στιβαρό ανάχωμα στη Μελόνι, ακόμα και της Ισπανίας όπου η Αριστερά, μολονότι τα έκανε όλα «σωστά» κατά την ενεργειακή κρίση και πήρε μέτρα υπέρ των ευάλωτων, δείχνει να μπαίνει και αυτή σε πολιτικές περιπέτειες και τροχιά υποχώρησης. Φυσικά μιλάμε εδώ μόνο για τη Δυτική Ευρώπη, καθώς στην Κεντρική και Ανατολική η Αριστερά ως πολιτική δύναμη δεν υφίσταται καν.
Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Από πολιτική άποψη υπάρχουν δύο εναλλακτικές εξηγήσεις. Η μία ότι βιώνουμε το τέλος των ιδεολογιών και τον θρίαμβο της μεταπολιτικής. Τα ιδανικά της Αριστεράς και της Σοσιαλδημοκρατίας περί ισότητας, ισονομίας, ισοπολιτείας και κοινωνικής αλληλεγγύης έχουν ηττηθεί. Το δόγμα ΤΙΝΑ (There Is No Alternative) έχει δικαιωθεί, η ιδέα του κοινωνικού κράτους δικαίου έχει αποδειχτεί ουτοπική και μια παραιτημένη κοινωνία ελάχιστων ή μηδαμινών προσδοκιών έχει μεταβολίσει την πεποίθηση πως τα δικαιώματα -ιδίως τα κοινωνικά, αλλά όλο περισσότερο και τα πολιτικά και ατομικά- είναι παραχωρήσεις των πατρικίων προς τους πληβείους.
Οτι οι κοινωνικές ανάγκες για υγεία, παιδεία και στέγαση τίθενται υπό την αίρεση του cost-benefit ratio, για να χρησιμοποιήσουμε μια φράση που έγινε πρόσφατα διάσημη, ότι τα κοινά αγαθά δεν είναι τελικά και τόσο κοινά αλλά μάλλον εμπόρευμα και ότι συνεπώς οι θεσμικοί αξιωματούχοι εκλέγονται με μόνο κριτήριο την υπαρκτή ή όχι επάρκειά τους ως διαχειριστές ενός δεδομένου μοντέλου πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης: του νεοφιλελευθερισμού.
Η δεύτερη εξήγηση είναι ότι οι ευρωπαϊκές κοινωνίες δεν έχουν παραδοθεί στη μοίρα τους, τουλάχιστον όχι ακόμα. Οτι αναζητούν την εναλλακτική στο νεοφιλελεύθερο δόγμα, αλλά δεν τη βρίσκουν στα κόμματα της ευρωπαϊκής Αριστεράς και Σοσιαλδημοκρατίας. Ή, ακόμα χειρότερα, ότι θεωρούν τα ως άνω κόμματα ενσωματωμένα πλέον στο κυρίαρχο μοντέλο και ελάχιστα έως καθόλου πειστικές τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις τους.
Αυτή η κριτική, δίκαιη ή άδικη, υπό το φως των πεπραγμένων των εν λόγω κομμάτων όταν άσκησαν τη διακυβέρνηση -και λαμβάνοντας πάντα υπόψη ότι οι συνθήκες σε κάθε χώρα είναι διαφορετικές, ενδεικτικά ότι στην Ελλάδα η Αριστερά κυβέρνησε υπό μνημονιακό καθεστώς- ενδεχομένως εξηγεί (χωρίς να δικαιολογεί) τη στροφή πολλών πολιτών που αυτοπροσδιορίζονται ως αντίθετοι με το κυρίαρχο σύστημα σε δήθεν αντισυστημικά, αλλά στην πραγματικότητα απλώς ακροδεξιά ή ευκαιριακά κόμματα όπως το AfD, το Rassemblement National ή το Fratelli d'Italia. Τα οποία μάλιστα συχνά πλασάρονται ως «εναλλακτικές» λύσεις έναντι της «συμβιβασμένης ή/και εξωνημένης» Αριστεράς από το ίδιο σύστημα που υποτίθεται πως αντιμάχονται.
Είτε στη μία, είτε στην άλλη περίπτωση (ακόμα δε περισσότερο εάν θεωρηθεί ότι υφίσταται ένας συνδυασμός των δύο) η ευθύνη της ευρύτερης Αριστεράς είναι μεγάλη, όπως είναι και η πρόκληση που αντιμετωπίζει. Ιστορικά η Αριστερά κέρδιζε τις ιδεολογικές και πολιτικές μάχες όταν κατόρθωνε να γίνει η φωνή εκείνων που δεν είχαν φωνή, των μη προνομιούχων, εκείνων που έμεναν κάθε φορά εκτός νυμφώνος στο όνομα μιας «φυσικής τάξης» που τους απέκλειε. Ακόμα περισσότερο όταν, εκτός από φωνή, γινόταν ο πολιορκητικός κριός κατά των αδικιών και των ανισοτήτων.
Οταν μετουσίωνε τον θυμό των καταπιεζόμενων μαζών σε ενθουσιασμό και όραμα για ένα καλύτερο αύριο. Τι άλλο ήταν άραγε η σύντομη παρένθεση του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου; Ισως λοιπόν δεν είναι απαραίτητο να ανακαλύψει η Αριστερά την Αμερική, αλλά να αναζητήσει τον λόγο ύπαρξής της εκεί που βρισκόταν ανέκαθεν. Διότι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι και σήμερα ζούμε σε εποχές ακραίας αδικίας και ανισότητας.
Ασφαλώς αυτά τα ερωτήματα είναι αρκετά περίπλοκα, δύσκολα και ενδεχομένως ενοχλητικά, για να δοθεί, δε, μια πειστική απάντηση απαιτείται χρόνος, νηφάλια μελέτη και αναστοχασμός. Είναι σίγουρο εξάλλου ότι υπερβαίνουν τον ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα κι αν είχε τον χρόνο μέχρι τις εκλογές της 25ης Ιουνίου να τα επεξεργαστεί και να τα απαντήσει. Από την άλλη πλευρά ο ΣΥΡΙΖΑ, ως ένα από τα ελάχιστα κόμματα της ευρωπαϊκής (ριζοσπαστικής) Αριστεράς που αντιμετώπισε τα σκληρά διλήμματα της διακυβέρνησης την οποία εξακολουθεί να διεκδικεί ως κόμμα εξουσίας και όχι διαμαρτυρίας, βρίσκεται -είτε το θέλει, είτε όχι- στην πρώτη γραμμή.
*Δικηγόρος, διδάκτορας Πανεπιστημίου Αθηνών
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας