Πριν από οκτώ μήνες, στις 24 Φεβρουαρίου, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία επανέφερε το ΝΑΤΟ σε θέση αδιαμφισβήτητης πρωτοκαθεδρίας, καθιστώντας ακόμη περισσότερο περίπλοκη την άρθρωση της Κοινής Ευρωπαϊκής Πολιτικής Αμυνας και Ασφάλειας. Ενώ η κρίση στην Ουκρανία αποτελεί μέλημα των ευρωατλαντικών θεσμών, η ενεργειακή κρίση που κορυφώθηκε με την ανατίναξη μέρους του Nord Stream 2 αποτελεί μια πρωτοφανή πρόκληση για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση -και όχι μόνο. Είναι η κρίση αυτή που μονοπωλεί, λόγω του επερχόμενου χειμώνα, το ενδιαφέρον των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και των θεσμών της Ε.Ε.
Υπάρχει ωστόσο και μια άλλη κρίση, λιγότερο ορατή, που βρίσκεται σε εξέλιξη ήδη πριν από τον πόλεμο στην Ουκρανία: εκείνη της προστασίας των δημοκρατικών θεσμών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Ευρώπη. Η κρίση αυτή αφορά κατ’ αρχάς την αποπομπή της Ρωσίας από το Συμβούλιο της Ευρώπης, οργανισμό στον οποίο είχε γίνει δεκτή τον Φεβρουάριο του 1996. Είχα την ευκαιρία να βιώσω προσωπικά τον ενθουσιασμό που είχε προκαλέσει στο μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης η, μερική έστω, υλοποίηση της ιδέας της Μεγάλης Ευρώπης, επειδή τον Ιούνιο του 1997 ανέλαβα καθήκοντα μόνιμου αντιπροσώπου της Ελλάδος στο Συμβούλιο της Ευρώπης, ενώ, τέσσερις μήνες αργότερα, αναλάβαμε και την εξάμηνη προεδρία του οργανισμού. Το τέλος της ρωσικής συμμετοχής ήρθε 26 χρόνια αργότερα, στις 16 Μαρτίου 2022, όταν η Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου αποφάσισε την αποπομπή της Ρωσίας.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει υπό την αιγίδα του το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΑΔ), που δίνει, μετά την εξάντληση των εγχώριων ένδικων μέσων, δικαίωμα προσφυγής σε αυτό σε κάθε πολίτη. Απαγορεύει, επίσης, τη θανατική ποινή. Αυτό σημαίνει ότι 146 εκατομμύρια Ρώσοι δεν θα έχουν πλέον πρόσβαση σε έναν πανευρωπαϊκό δικαστικό θεσμό, ενώ ο Ρώσος πρωθυπουργός Μεντβέντεφ έσπευσε να ανακοινώσει την επαναφορά της θανατικής ποινής. Ασφαλώς η δυνατότητα των πολιτών να προσφεύγουν σε ένα διεθνές δικαστήριο δεν σημαίνει ότι πρέπει να γίνονται ανεκτές κρατικές πολιτικές που παραβιάζουν κατάφωρα το διεθνές δίκαιο, όπως η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Πρέπει, όμως, να συνεκτιμάται σε μια απόφαση οριστικής αποπομπής. Και μία υπενθύμιση. Μέχρι τον περασμένο Φεβρουάριο, μοναδική χώρα του Συμβουλίου της Ευρώπης που είχε αποπεμφθεί ήταν η Ελλάδα της δικτατορίας (βλ. Δ. Κώνστας Η «Ελληνική Υπόθεση» στο Συμβούλιο της Ευρώπης 1967-69, Εκδόσεις Παπαζήση, 1976).
Η παραιτηθείσα από την πρωθυπουργία της Μ. Βρετανίας, Τρας, είχε ανακοινώσει την πρόθεσή της να προχωρήσει στην ψήφιση νομοθεσίας που θα επέτρεπε την ακύρωση αποφάσεων του ΕΔΑΔ, ενώ η υπουργός Εσωτερικών Μπρέιβερμαν είχε υποστηρίξει την πλήρη αποχώρηση της χώρας από το Δικαστήριο.
Επίσης, η Υπόθεση Kavala, του Τούρκου μεγιστάνα με σημαντικό φιλανθρωπικό και κοινωνικό έργο, ο οποίος έχει καταδικαστεί σε ισόβια για αντικαθεστωτική δράση με στοιχεία που το ΕΔΑΔ έκρινε ανύπαρκτα, έχει οδηγήσει τις σχέσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης με ένα άλλο μέλος του, την Τουρκία των 83 εκατομμυρίων, σε σημείο οριστικής ρήξης. Τα κύρια πολιτικά όργανα του Συμβουλίου, η Επιτροπή Υπουργών και η Κοινοβουλευτική Συνέλευση, έχουν ήδη λάβει αποφάσεις «τελευταίας προειδοποίησης» προς την Αγκυρα σχετικά με το θέμα αυτό.
Υπάρχουν εδώ δύο στοιχεία που αξίζουν ιδιαίτερη προσοχή. Κατά την ψηφοφορία του περασμένου Δεκεμβρίου στην Επιτροπή Υπουργών για παραπομπή της Τουρκίας, ψήφισαν εναντίον -εκτός από την ίδια την Τουρκία- το Αζερμπαϊτζάν και η Ουγγαρία, ενώ επτά κράτη -Ρωσία, Γεωργία, Μολδαβία, Ρουμανία, Σερβία, Αλβανία και Ουκρανία- δήλωσαν αποχή. Δύο λοιπόν κράτη-μέλη της Ε.Ε., η Ρουμανία και η Ουγγαρία, διαφοροποιήθηκαν όχι μόνο από τις πολιτικές της Ε.Ε. αλλά και από την κοινή δήλωση των 10 πρέσβεων στην Αγκυρα, που είχε προηγηθεί και συμπεριελάμβανε εκείνους των ΗΠΑ, του Καναδά, της Γαλλίας και Γερμανίας αλλά και της Φινλανδίας και Σουηδίας.
Να, λοιπόν, που σε μια σημαντική διεθνή ψηφοφορία καταγράφεται απερίφραστα η σύμπλευση με την Τουρκία των δύο συμπρωταγωνιστών τής υπό εξέλιξη ουκρανικής κρίσης αλλά και δύο κρατών των δυτικών Βαλκανίων που έχουν δει τις ελπίδες τους, να γίνουν μέλη της Ενωσης, να εξανεμίζονται. Ακόμη σημαντικότερες είναι οι εξελίξεις όσον αφορά τη Φινλανδία και τη Σουηδία. Εδώ, η συμφωνία ένταξής τους στο ΝΑΤΟ και η απαραίτητη επικύρωσή της από τα κοινοβούλια των κρατών-μελών -περιλαμβανομένης, βέβαια, και της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης- έχει ενσπείρει ανησυχίες στις οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις χώρες αυτές.
Επειδή το επόμενο βήμα της Επιτροπής Υπουργών θα είναι αποφασιστικό, το πιθανότερο είναι ότι θα καθυστερήσει. Θα ήταν σημαντικό εάν, στις επόμενες εβδομάδες, η τουρκική Δικαιοσύνη λάμβανε κάποια απόφαση για την υπόθεση Kavala που να υπογράμμιζε ότι διατηρεί κάποιον, μικρό έστω, βαθμό ανεξαρτησίας έναντι του καθεστώτος Ερντογάν και να δημιουργούσε ελπίδες ότι η παραμονή της στο Συμβούλιο της Ευρώπης θα ωφελούσε έστω και οριακά τους πολίτες της.
* Fellow, Πανεπιστήμιο Dalhousie, Χάλιφαξ, Καναδάς
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας