Δύο καθηγητές με εξοικείωση στα ευρωπαϊκά συστήματα αλληλεγγύης, ο Alain Supiot* και ο Αιμίλιος Χριστοδουλίδης**, συζητούν μέσω της «Εφ.Συν.» για τις επιπτώσεις της νεοφιλελεύθερης λαίλαπας που σαρώνει συνδικαλιστικές ελευθερίες και εργατικά δικαιώματα.
■ Χριστοδουλίδης: Αλέν, σε ευχαριστώ που συμμετέχεις σ’ αυτή τη συζήτηση για τα επείγοντα θέματα που αντιμετωπίζει σήμερα η Ελλάδα και, πιο συγκεκριμένα, για το πρόβλημα της προστασίας της εργασίας. Ως φίλος της Ελλάδας, που γνωρίζω ότι είσαι, πώς κρίνεις τις προοπτικές της Ελλάδας στην Ευρώπη σήμερα; Ακούμε συχνά σήμερα ότι για την Ελλάδα έχουν εξαντληθεί οι εναλλακτικές λύσεις και ότι, πάντως, στις διαπραγματεύσεις της με τους εταίρους της τα περιθώρια έχουν πια στενέψει ασφυκτικά. Η πορεία μετωπικής σύγκρουσης της E.E. με την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ απειλεί να εκτροχιάσει τόσο το όραμα της αλληλεγγύης στην Ευρώπη όσο και της δημοκρατίας στην Ελλάδα. Μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση η πρόσφατη αναφορά σου στην έννοια «αλληλέγγυα υπευθυνότητα» («responsabilité solidaire»). Πώς νοείται η αλληλεγγύη ως υποχρέωση;
■ Supiot: Το πρόβλημα με την Ευρωπαϊκή Ενωση είναι ότι προώθησε την αποδιάρθρωση των εθνικών συστημάτων αλληλεγγύης, χωρίς να μπορέσει να την αναπαραγάγει σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το προφανές σφάλμα στον σχεδιασμό της νομισματικής ένωσης απαιτεί μηχανισμούς –όπως η αποσύνδεση του λογιστικού χρήματος (;) από το χρήμα για τη διενέργεια πληρωμών– που θα αποκαταστήσουν στοιχεία αλληλεγγύης μεταξύ των κρατών της ευρωζώνης, αντί να προωθούν το φάντασμα της επιβολής του οικονομικού και νομισματικού μοντέλου της Γερμανίας στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Η υποχρέωση αλληλεγγύης είναι η απάντηση στην αποσύνδεση της εξουσίας από την κοινωνική ευθύνη, δεδομένου ότι η πρώτη οργανώνεται πλέον κατά κύριο λόγο με την κατάργηση των εμπορικών συνόρων και τη δικτυακή οργάνωση της οικονομίας. Η εμφάνιση αυτού του τύπου ευθύνης επιτρέπει τον καταλογισμό της σε εκείνους που ασκούν εξουσία, ως προς τις συνέπειες των αποφάσεών τους. Είναι μ’ αυτή την έννοια που θα μπορούσε να φανταστεί κανείς ότι όσες τράπεζες βοήθησαν την ελληνική κυβέρνηση στη «δημιουργική» λογιστική που της επέτρεψε την είσοδο στο ευρώ, θα μπορούσαν να κριθούν σήμερα «αλληλέγγυα υπεύθυνες», δηλαδή συν-υπεύθυνες, για την οικονομική καταστροφή που η απάτη τους προξένησε. Στις ΗΠΑ το υπ. Δικαιοσύνης δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει αυτό το νομικό μέσο εναντίον αμερικανικών εταιρειών ώστε να επιβάλει τον σεβασμό τους στο Σύνταγμα.
■ Χριστοδουλίδης: Εάν κοιτάξουμε πιο συγκεκριμένα την εργασία, διαπιστώνουμε ότι η νεοφιλελεύθερη επιμονή στην απορρύθμισή της, υπό την αιγίδα του Δικαστηρίου της Ε.Ε. που συστηματικά πλέον πλήττει το δικαίωμα στην απεργία, τις συνδικαλιστικές ελευθερίες και τα κοινωνικά δικαιώματα, είναι μία από τις πιο ανησυχητικές εξελίξεις στην Ευρώπη. Δεν θα ήταν υπερβολή να υποστηρίξει κανείς ότι η Ε.Ε. έχει επιστρατεύσει εναντίον της Ελλάδας τα τελευταία «μνημονιακά» χρόνια ολόκληρο το φάσμα των απορρυθμιστικών και τιμωρητικών μέτρων που έχει κατά καιρούς επιβάλει επιλεκτικά σε άλλους. Δεν είναι αλήθεια ότι αντιμετωπίζουμε μια απάρνηση της ίδιας της ιδέας της Ευρώπης σ’ αυτές τις εξελίξεις; Αναφέρομαι εδώ στο όραμα της κοινωνικής Ευρώπης, μια θεμελιακή αρχή που πάνω της θα είχαμε τη χαμένη πλέον ευκαιρία να σφυρηλατήσουμε μια ευρωπαϊκή ταυτότητα.
■ Supiot: Η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη πρέπει να στηρίζεται στον σεβασμό για τη διαφορετικότητα των εθνικών της παραδόσεων, των οποίων πρέπει να μάθει την ιστορία και να σεβαστεί τη δημοκρατική έκφραση. Διότι μόνον επιτρέποντας σε αυτές τις παραδόσεις να αναπτυχθούν και να εμπλουτιστούν αμοιβαία μπορούμε ακόμα να σώσουμε το ευρωπαϊκό εγχείρημα και όχι διά της ευθυγράμμισης ολόκληρης της Ευρώπης σε μια εθνική παράδοση – τη γερμανική. Η αβυσσαλέα άγνοια της πρόσφατης ελληνικής ιστορίας και κουλτούρας στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης είναι από την άποψη αυτή αιτία ιδιαίτερης ανησυχίας.
■ Χριστοδουλίδης: Θα ήταν ασφαλώς σφάλμα να θεωρήσει κανείς είτε θεμιτή είτε δυνατή τη γενίκευση του γερμανικού, ορντοφιλελεύθερου (ordoliberal) μοντέλου σε ολόκληρη την Ευρώπη. Αλλά μπορούμε να φανταστούμε σχήματα, όπου δημοκρατικές και ηθικές αρχές νοούνται ως εγγενείς και συστατικές της αντίληψης της οικονομίας καθ’ εαυτήν. Με βάση αυτή τη λογική, τι νόημα να προσδώσει κανείς στην επίμονη άρνησης των εταίρων μας να αποδεχθούν τα σχέδια της ελληνικής κυβέρνησης για την επανεισαγωγή των συλλογικών διαδικασιών στις εργασιακές σχέσεις;
Η επιτροπή της ΔΟΕ (ILO) -του διεθνούς Οργανισμού με ευθύνη για τη θέσπιση και τον έλεγχο των προδιαγραφών εργασίας- στην αναφορά της τόνισε τη ραγδαία άνοδο των ευέλικτων μορφών απασχόλησης, της μετατροπής των συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε μερική απασχόληση και σε εκ περιτροπής εργασία, καθώς και την ύπαρξη μεγάλου αριθμού «αποθαρρυμένων» εργατών («discouraged workers»). Η νομοθετική παρέμβαση που κατάργησε τον ρόλο της εθνικής γενικής συλλογικής σύμβασης επέτρεψε τη διολίσθηση των μισθών προς χαμηλότατα επίπεδα, και με την απαλλαγή των επιχειρήσεων από την υποχρέωση τήρησης των συλλογικών συμβάσεων, έχουν ενταθεί οι πρακτικές εξαναγκασμού υπογραφής ατομικών συμβάσεων με καθ’ όλα «διαπραγματεύσιμους» όρους.
■ Supiot: Από καθαρά νομική άποψη και εφόσον η ελληνική κυβέρνηση δεσμεύεται να υποστηρίζει τα θεμελιώδη κοινωνικά δικαιώματα, πρέπει ξεκάθαρα να συμμορφώνεται με τη διεθνή έννομη τάξη. Πέραν του ότι υπερβαίνουν τη δικαιοδοσία της Ε.Ε. -η οποία δεν έχει δικαιοδοσία σε θέματα οργάνωσης της κοινωνικής ασφάλισης ή στον προσδιορισμό μισθών και ημερομισθίων– οι οδηγίες της τρόικας αντίκεινται στους διεθνείς κανόνες. Δεν είναι επομένως άξιον απορίας ότι καταλογίζονται νομικές παραβάσεις σε προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις που συμμορφώθηκαν με τις οδηγίες της τρόικας από τα διεθνή όργανα προστασίας κοινωνικών δικαιωμάτων (ΔΟΕ, Συμβούλιο της Ευρώπης).
Κι εδώ ακόμα θα ήταν δυνατό να καταλογιστεί συνυπαιτιότητα στα όργανα της τρόικας για τις παραβιάσεις θεμελιωδών δικαιωμάτων στις οποίες συμφώνησαν. Οι επιθέσεις στις συνδικαλιστικές ελευθερίες και στο δικαίωμα συλλογικών διαπραγματεύσεων στα οποία αναφέρεσαι είναι σοβαρές και διαφωτιστικές. Είναι ιδιαίτερα σοβαρές διότι αφορούν τον πυρήνα της διεθνούς κοινωνικής έννομης τάξης. Οι επιθέσεις μαρτυρούν την ενσωμάτωση και θεσμοθέτηση στην Ευρώπη αυτού που το ισχύον Σύνταγμα της Κίνας στο άρθρο 1 ορίζει ως «δημοκρατική δικτατορία». Στην Ευρώπη αυτή η δικτατορία έχει αφ’ ενός τη μορφή των αγορών, αφ’ ετέρου όμως -και με ακόμη πιο σημαίνοντα τρόπο- την κατίσχυση οργάνων που αποφασίζουν εν είδει (σοβιετικού) Politburo, χωρίς δημοκρατική βάση και έχοντας θέσει εαυτά πέραν οιουδήποτε δημοκρατικού ελέγχου – ήτοι της Επιτροπής της Ε.Ε., του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου και της Κεντρικής Τράπεζας.
Το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο αναφέρθηκε το 2010 στο νομικό οξύμωρο να διακηρύσσει η Συνθήκη της Λισαβόνας ηχηρά το δημοκρατικό ιδεώδες ως θεμελιακό για την Ενωση, ενώ κατ’ ουσίαν αυτό έχει εξαλειφθεί από τη λειτουργία της. Η τάση σήμερα στην Ευρώπη είναι να δίνεται σημασία στις εκλογές και τα δημοψηφίσματα μόνον εάν ανταποκρίνονται στις προσδοκίες της άρχουσας τάξης. Η ειρωνεία είναι ότι οι μόνοι που τέθηκαν ενάντια σε αυτή την τάση είναι το γερμανικό Συνταγματικό Δικαστήριο, φύλακας μιας δημοκρατίας που χτίστηκε πάνω στα ερείπια του ναζισμού, και ο ελληνικός λαός, εφευρέτης της δημοκρατίας. Αντιμέτωπη με τον ευνουχισμό της πολιτικής δημοκρατίας, η κοινωνική δημοκρατία είναι ο μοναδικός θεσμός που αντιστέκεται ακόμα στην ολοκληρωτική επικράτηση της αγοράς. Γι’ αυτό και το Εργατικό Δίκαιο, που εγγυάται τη συνδικαλιστική ελευθερία, το δικαίωμα στην απεργία και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις, παραμένει σήμερα τελευταίος φραγμός σε αυτό που ο κ. Κάμερον αποκαλεί «global race», με άλλα λόγια τον πόλεμο όλων εναντίον όλων.
* Ο Alain Supiot κατέχει την έδρα «Etat social et mondialisation: analyse juridique des solidarités» στο Collège de France.
** Ο Αιμίλιος Χριστοδουλίδης κατέχει την έδρα Φιλοσοφίας του Δικαίου στο Πανεπιστήμιο της Γλασκώβης.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας