Πολλά έχουν γραφτεί και λεχθεί για τη συμφωνία της χώρας με τους δανειστές της στις 15.6.17.
Ο πρωθυπουργός σε δήλωσή του στις 16.6.17 ανέφερε: «Πήραμε τελικά αυτά που διεκδικούσαμε, αλλά και αυτά που δικαιούμαστε», ενώ τα κόμματα της αντιπολίτευσης και ιδιαίτερα ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ισχυρίστηκαν ότι η κυβέρνηση δεν πήρε τίποτε περισσότερο απ’ ό,τι της είχε προσφερθεί στις 22.5.17.
Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι η μεν κυβέρνηση δεν πήρε όλα όσα διεκδικούσε (π.χ. τη βιωσιμότητα του χρέους και την ένταξη της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας) και η δε αντιπολίτευση παραβλέπει το γεγονός ότι στην απόφαση της 15.6.17 περιλαμβάνονται δεσμεύσεις των δανειστών που δεν υπήρχαν στις 22.5.17 (π.χ. παράταση της ωρίμανσης του χρέους, σύνδεση της εξόφλησής του με την ανάπτυξη, ίδρυση Αναπτυξιακής Τράπεζας κ.λπ.), που όμως πρέπει να συγκεκριμενοποιηθούν.
Στη δήλωσή του της 16.6.17 ο πρωθυπουργός πρόσθεσε ότι πρέπει τώρα να καταρτιστεί «το μοντέλο της δίκαιης ανάπτυξης, ένα μοντέλο όχι για τους λίγους αλλά για τους πολλούς, με κέντρο την εργασία, τη δίκαιη διανομή του πλούτου, την καινοτομία, την απαρέγκλιτη τήρηση των κανόνων για όλους».
Το πρώτο ερώτημα που γεννιέται, σχετικά με τη δήλωση αυτή, είναι γιατί δεν υπήρξε μέχρι σήμερα αυτό το «μοντέλο της δίκαιης ανάπτυξης» και το δεύτερο, εφόσον δεν υπήρξε μέχρι σήμερα, είναι δυνατό να υπάρξει και κυρίως να αποδώσει τους προσδοκώμενους καρπούς την πενταετία 2018-2022;
Στο πρώτο ερώτημα η κυβέρνηση μπορεί να προβάλει το επιχείρημα ότι τα μέτρα των Μνημονίων (δυστυχώς όχι μόνο των δύο του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. αλλά και του δικού της) καθιστούσαν ανέφικτο το μοντέλο αυτό.
Το επιχείρημα αυτό «στέκει» ώς έναν βαθμό. Ομως, στα στενά περιθώρια που υπήρχαν μπορούσαν να ληφθούν μέτρα διαφορετικά από εκείνα που ελήφθησαν (π.χ. μέτρα στήριξης της οικογένειας αντί για εκείνα που ελήφθησαν και συνέβαλαν στην επιδείνωση της οικονομικής τους κατάστασης).
Στο δεύτερο ερώτημα η απάντηση, είναι, δυστυχώς, αρνητική για δύο βασικούς λόγους.
Από τη μια μεριά λόγω των μέτρων που πρόσφατα ψήφισε η κυβερνητική πλειοψηφία προκειμένου να ξεμπλοκαριστεί η δόση των 8,5 δισ. ευρώ, κυρίως για να εξοφληθούν τα τοκοχρεολύσια των δανείων που λήγουν τον Ιούλιο, και από την άλλη λόγω της δέσμευσης που ανέλαβε η κυβέρνηση για την επίτευξη πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ, δηλαδή γύρω στα 6,5-7 δισ. ευρώ κάθε έτος της περιόδου 2018-2022.
Τα τρία βασικά μέτρα που ψηφίστηκαν τον Μάιο και θα εφαρμοστούν μέχρι το 2022, υπονομεύουν μια δίκαιη ανάπτυξη για τους πολλούς και όχι για τους λίγους διότι:
(α) Η νέα, για μια ακόμη φορά, περικοπή των συντάξεων το 2019 θα μειώσει την αγοραστική δύναμη των συνταξιούχων και τη δυνατότητα εκείνων των οποίων οι περικομμένες συντάξεις τούς έδιναν τη δυνατότητα να στηρίξουν τα άνεργα άγαμα παιδιά τους ή τα έγγαμα που έχουν παιδιά.
(β) Η μείωση του αφορολογήτου από το 2020 ή ακόμα και από το 2019 θα πλήξει κυρίως αυτούς που έχουν χαμηλούς μισθούς και χαμηλές συντάξεις με αποτέλεσμα την παραπέρα φτωχοποίησή τους. Θα πλήξει όμως και εκείνους με υψηλότερες συντάξεις μειώνοντας παραπέρα το διαθέσιμο εισόδημά τους και τη δυνατότητα να στηρίξουν τα παιδιά τους.
(γ) Το πάγωμα των συντάξεων μέχρι το 2022 σημαίνει ότι η πραγματική αγοραστική δύναμη των συνταξιούχων θα μειώνεται κάθε χρόνο εξαιτίας του πληθωρισμού, δηλαδή της αναμενόμενης αύξησης του δείκτη τιμών καταναλωτή.
(δ) Περικόπτονται πολλά επιδόματα που στήριζαν, έστω και λίγο, τμήματα του πληθυσμού που υποφέρουν.
Την πραγματικά δίκαιη ανάπτυξη υπονομεύει και η δέσμευση που ανέλαβε η κυβέρνηση στη συμφωνία με τους δανειστές της 15.6.17 για επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% την πενταετία 2018 -2022, δεδομένου ότι η επίτευξη του στόχου αυτού προϋποθέτει υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης τους οποίους υπονομεύουν τα όσα προαναφέρθηκαν, τα οποία, εκτός από την κοινωνική αδικία που προκαλούν, είναι και αντιαναπτυξιακά.
Επιπλέον, στην περίπτωση που οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν θα δώσουν τη δυνατότητα επίτευξης τέτοιων πλεονασμάτων, η κυβέρνηση θα αναγκαστεί είτε να περικόψει παραπέρα τις κοινωνικές δαπάνες είτε να αυξήσει τη φορολογία, δηλαδή να επιβάλει μέτρα που θα επιδεινώσουν την κοινωνική αδικία.
Μπορεί, επίσης, όπως έχει συμβεί στο παρελθόν, να περικόψει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων ή να μην εξοφλήσει χρέη του Δημοσίου προς ιδιώτες και επιχειρήσεις μειώνοντας τη δυνατότητα επίτευξης του επιθυμητού ρυθμού ανάπτυξης.
Τέλος, όπως επισήμανε ο καθηγητής Γιώργος Προκοπάκης σε άρθρο του στην «Καθημερινή» της 15.6.17, η σύνδεση του ύψους των δόσεων για την εξόφληση του δημόσιου χρέους με την ανάπτυξη ενέχει τον κίνδυνο, ενδεχόμενα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα να χρησιμοποιούνται για εξόφληση του χρέους και όχι για την ανάπτυξη, υπονομεύοντάς την.
*Πρώην: αντιπρόεδρος της Βουλής, υπουργός και καθηγητής της ΑΣΟΕΕ.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας