«Οργιστείτε για τον θάνατο της μέρας», παροτρύνει ο Ντίλαν Τόμας από το μότο που προτάσσει στο βιβλίο του ο Γιάννης Παντελάκης. Και πράγματι, κάποιες σελίδες του «αληθούς μυθιστορήματος», όπως χαρακτηρίζει ο συγγραφέας την ιστορία της πάλης του πρωταγωνιστή του με τον θάνατο, τις διαπερνά η οργή. Είναι για μήνες παρούσα, σχεδόν εκκωφαντική.
Κάνει, μαζί με την απελπισία και τον φόβο, «μεγάλη φασαρία μέσα του», κοχλάζει τις ώρες που βρίσκεται καθηλωμένος σ’ ένα κρεβάτι νοσοκομείου, άφωνος, ανήμπορος να κινηθεί, θύμα ενός ιατρικού λάθους. Αλλά δεν είναι αήττητη. Ο αυτοβιογραφικός αφηγητής του Παντελάκη θα τη μεταποιήσει, θα τη μεταλλάξει, θα την εξαγνίσει, θα την εκτρέψει προς ένα παράλληλο ρεύμα που διαπερνά το βιβλίο και τελικά το κατακλύζει: την ευδαιμονία της ύπαρξης. Και τη χαρά για όλα αυτά που κάνουν τη ζωή άξια να τη ζεις – τον έρωτα, τη φιλία, τη θάλασσα, τα βιβλία, τη μουσική.
Το βιβλίο του Γιάννη Παντελάκη, μυθοπλαστική εξιστόρηση μιας προσωπικής περιπέτειας, αποτυπώνει την τρομερή διάβαση από την κατάσταση του θνήσκοντος, μέσω της μακράς και επίπονης πορείας της ίασης, στη ζωή. Μιλάει για την εγγύτητα του θανάτου, τον τρόμο, την απελπισία μπροστά στην, πολύ απτή, πιθανότητα ακύρωσης οποιουδήποτε μέλλοντος. Ανοίγει έναν πυκνό διάλογο (συχνά υποστηρικτικό και παρηγορητικό) με συγγραφείς και κείμενα γύρω από το αιώνιο θέμα του θανάτου το οποίο, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, κινητοποιεί τα πάντα στη λογοτεχνία. Και επιφυλάσσει μια ιδιαίτερη λειτουργία στη μουσική.
Ο πάσχων αφηγητής είναι εμβαπτισμένος στη μουσική. Στην πρώτη του ζωή, όπως τη λέει, τη ζωή πριν από την ατυχή έκβαση μιας κατά τα άλλα απλής εγχείρησης, είναι θαμώνας του Μπαρ 56, λάτρης της τζαζ, παιδί του ροκ εντ ρολ. Ενας από εκείνους τους φιλόμουσους, όπως γράφει ο Τζορτζ Στάινερ στο δοκίμιό του «Πραγματικές παρουσίες», για τους οποίους η μουσική είναι μια άγραφη θεολογία· μια σχέση τόσο δυνατή, που συχνά μοιάζει με θρησκεία. Ομως η στενή αυτή σχέση αναστέλλεται και σβήνει, όπως και η φωνή του, τις ατέλειωτες ημέρες της δοκιμασίας. Είναι λες και η μουσική, που αναπόφευκτα επανέρχεται στο μυαλό του μαζί με τις πιο ετερόκλητες εικόνες και αναμνήσεις, έχει μετατραπεί σε ό,τι τη θεωρούσαν κάποιοι πολύ παλιοί στοχαστές, σε meditatio mortis, στοχασμό θανάτου.
Ομως η μουσική είναι ζωή, και σαν ζωή θα εισβάλει και πάλι θριαμβευτικά, τη στιγμή που ο αφηγητής, στο δωμάτιο του νοσοκομείου, διαβάζει τα μηνύματα των οικείων και των φίλων του, των ανθρώπων που τον αγαπούν και του δίνουν λόγο να το παλέψει και να ζήσει. Θα εισβάλει με το τραγούδι της Ετα Τζέιμς «At last». Ενα υποβλητικό κρεσέντο των εγχόρδων οδηγεί στο εναρκτήριο αυτό «Επιτέλους» και πίσω του μια μπαλάντα μόλις 95 λέξεων σε μια απλή, ουσιαστικά, μελωδική γραμμή, επιβεβαιώνει πως μολονότι μέσα στη μουσική πάντα λανθάνει κάτι απροσδιόριστο, ένας υπαινιγμός που πάντα δυσκολευόμαστε να τον αποκωδικοποιήσουμε, η ανθρώπινη φωνή, η μαγική φωνή «του πιο αυτοκαταστροφικού κοριτσιού της σόουλ» προσδίδει στο τραγούδι την ελπίδα μιας υπερβατικής δυνατότητας. Και από εκεί αρχίζει η ίαση του αφηγητή.
Οταν βάζει το τραγούδι να παίξει στο κινητό, το δυναμώνει έτσι που οι ήχοι πλημμυρίζουν το δωμάτιο, ξεχύνονται στον διάδρομο, ίσως ακούγονται και στους άλλους θαλάμους και η νοσοκόμα που έρχεται να του κάνει παρατήρηση, κλείνει την πόρτα πίσω της και μένει να το ακούσει μαζί του.
Τα δυο τραγούδια που θα συνοδέψουν την ανάρρωση και θα επισφραγίσουν την επάνοδο στη ζωή του αφηγητή, είναι το δυναμικό, εύθυμο Katchi των Οφενμπαχ και του Νικ Γουότερχαους και το νοσταλγικό Pale Blue Εye των Velvet Underground, και τα δυο γραμμένα σε μείζονα κλίμακα, την τονικότητα της ελπίδας και της εκπλήρωσης. Ο Γιάννης Παντελάκης χρησιμοποιεί αυτό το τελευταίο τραγούδι και την ερωτική ιστορία που το ενέπνευσε για να κλείσει με ό,τι είναι ή ό,τι αξίζει να είναι η ζωή μας: μια ιστορία έρωτα. Μια παράφορη επιθυμία για συνέχεια.
Κι εμείς, με το σάουντρακ της αφήγησης στο μυαλό μας ή και χωρίς αυτό, κλείνοντας το βιβλίο μένουμε με την αίσθηση ότι τελικά, όσο ζούμε, τίποτα δεν είναι τόσο βαρύ όσο φοβόμαστε και τίποτα τόσο ανώδυνο όσο ελπίζουμε. Σ’ όλη την έκταση αυτής της εξαιρετικά ειλικρινούς, στοχαστικής, βαθιά συγκινητικής αφήγησης, ο Γιάννης Παντελάκης δεν σταματά να μας θυμίζει πως η ζωή είναι πεισματάρα και οφείλουμε να της έχουμε εμπιστοσύνη.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας