Το υποψιάζεται κανείς, αλλά δεν μπορεί να είναι σίγουρος πριν το δει με τα μάτια του: ο Κορτάσαρ κριτικός είναι εξίσου απολαυστικός με τον Κορτάσαρ συγγραφέα.
Συμβάλλει βέβαια καθοριστικά σε αυτό ότι ο τόμος με τίτλο Ποιητική και πολιτική της αφήγησης αποτελείται από διαλέξεις και δοκίμια που γράφτηκαν λες και για να εκφωνηθούν (ή έχοντας πρώτα όντως εκφωνηθεί) κι αυτά, με αποτέλεσμα ο μέγας αφηγητής Κορτάσαρ να είναι διαρκώς παρών και ως κριτικογράφος: απευθυνόμενος σε ένα κοινό, ζωντανό ή αναγνωστικό, πασχίζοντας πάντα να τέρψει, να προκαλέσει, να ταράξει – να έρθει εν ολίγοις σε άμεση σχέση με το άλλο του.
Η μετάφραση του Κώστα Βραχνού εμπνέεται από το πάθος του θαυμαστή και τη γνώση του εμβριθούς μελετητή, η εξαίρετη εισαγωγή του ωστόσο ίσως ξαστοχεί στον τίτλο της (και μόνο εκεί): «Η μη μυθοπλαστική πλευρά του Κορτάσαρ» αποδεικνύεται κι αυτή άκρως μυθοπλαστική, και όχι μόνο λόγω της αφηγηματικής πλαστικότητας του δημιουργού.
Στο προτελευταίο δοκίμιο-ομιλία της συλλογής, το «Η σημερινή κατάσταση της πεζογραφίας στη Λατινική Αμερική», ο Κορτάσαρ φανερώνει το αρχιμήδειο πᾷ στῶτου κάνοντας θέμα του «την έννοια του φανταστικού στη λογοτεχνία του Ρίο ντε λα Πλάτα» (σελ. 128), στην οποία ανήκει και ο ίδιος.
Διότι εκτός όλων των άλλων, ο συγγραφέας μας (και κάθε συγγραφέας) είναι επίσης ένας χρόνος κι ένας τόπος –αυτό που κάποτε λεγόταν και αρχίζει να ξαναλέγεται ολοένα συχνότερα «γενιά», με μια μη τετριμμένη ηλικιακή σημασία–, οι οποίοι εν προκειμένω παράγουν, κατ’ αρχάς, «έναν αναγνώστη θαρρείς βγαλμένο από άλλες εποχές, έναν αναγνώστη διατεθειμένο να συμμετάσχει στο παιχνίδι, να αποδεχτεί το απαράδεκτο, να ζήσει παρατεταμένα εκείνο που ο Κόλεριτζ αποκαλούσε αναστολή της δυσπιστίας» (σελ. 131-132).
Αυτή η προδιάθεση στο φανταστικό παίρνει για τον Κορτάσαρ τη μορφή της έφεσης στο Unheimlich, «το ανησυχητικό ή το συνταρακτικό» μεν, αλλά πάντα «σε ένα επίπεδο που θα το χαρακτήριζα συνηθισμένο» (σελ. 133).
Πολύ αργότερα, ο Μαρκ Φίσερ θα ονόμαζε weird, «αλλόκοτο», αυτή την παρουσία που κανονικά δεν θα έπρεπε να υπάρχει αλλά υποβόσκει απειλητικά μέσα στην ίδια τη στόφα της καθημερινότητας και από την οποία έλκονται ακαταμάχητα κάποιοι από τους κορυφαίους μοντέρνους της λογοτεχνίας, πιθανόν μάλιστα οι πιο μοντέρνοι των μοντέρνων. Ιδού πώς περιγράφεται η έλξη ή «κλίση» αυτή με τα αλησμόνητα λόγια του Κορτάσαρ ξανά:
«Εντός ή εκτός μου ξάφνου ανοίγεται κάτι, ένα αδιανόητο σύστημα συγκοινωνούντων δοχείων κάνει την πραγματικότητα πορώδη σαν σφουγγάρι […] και στο έδαφος αυτό, όπου οι λέξεις φτάνουν αναγκαστικά αργοπορημένες και ατελείς για να εκφράσουν αυτό που δεν μπορεί να εκφραστεί, τα πάντα είναι δυνατά και τα πάντα μπορούν να συμβούν» (σελ. 133-134).
Η μυθοπλαστική υφή της πραγματικότητας έγκειται θεμελιωδώς σε αυτό ακριβώς το –και «υπερφυσικό» λεγόμενο– φανταστικό, χωρίς το οποίο η μονότονη πεζότητα προβάλλει σαν αναπόδραστη μοίρα.
Η γενιά του Κορτάσαρ υπήρξε ίσως η τελευταία που έζησε και έγραψε μυθοπλαστικά με αυτή την πλήρη έννοια του όρου, την οποία βλέπουμε στις μέρες μας να καταρρέει κάτω από το βάρος ενός ακατάπαυστου storytelling, μιας μυθοπλασίας που ταυτίστηκε με την πραγματικότητα κάνοντας την τελευταία ένα συνονθύλευμα από fake news και τον εαυτό της, αντιστρόφως, ένα κενό ομοίωμα πραγματικότητας σαν αυτό που αποτυπώνεται σε υπερδημοφιλή βιντεοπαιχνίδια τύπου Minecraft, Roblox ή Fortnite (sandbox games: παιχνίδια χωρίς προκαθορισμένη πλοκή, όπου οι παίκτες καλούνται να συνθέσουν μόνοι τους την εικονική τους πραγματικότητα, καταλήγοντας συνήθως να αναπαράγουν την πιο κοινότοπη εκδοχή του έξω κόσμου).
Απεναντίας, στον ιδανικό παρελθόντα «Ρίο ντε λα Πλάτα» του Κορτάσαρ, του Μπόρχες και τόσων άλλων, ούτε και η ίδια η κριτική δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί μη μυθοπλαστική, ένας ακαδημαϊκός και κλινικός τρόπος πραγμάτευσης του αντικειμένου-λογοτεχνία. Το ολοκληρωμένο εκείνο σύμπαν είχε φυσικά τις ζοφερές του όψεις –το «αργεντίνικο μοντέλο» κοινωνίας χτίστηκε πάνω σε τάφους και ψυχές πεθαμένων, σαν σε διήγημα τρόμου, θυμίζει ο Κορτάσαρ στην ύστερη, στρατευμένη φάση της σταδιοδρομίας του–, πρόσφερε ωστόσο μια δυνατότητα υπέρβασης που έχει ζωτική σημασία να τη θυμόμαστε όσο περισσότερο μοιάζει σήμερα να μας αποκλείεται εκ των προτέρων.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας