Ενα από τα πιο εντυπωσιακά σκηνικά χαρακτηριστικά των έργων του Χάρολντ Πίντερ είναι η χρήση της σιωπής και της παύσης. Αυτός ο κενός ηχητικά χρόνος ανάμεσα στους διαλόγους.
Οταν κάποιος διαβάζει τα κείμενα αυτά, μπορεί να οδηγηθεί στο συμπέρασμα πως οι σιωπές και οι παύσεις είναι ένα είδος μετρικής του προφορικού λόγου, μια μέθοδος του συγγραφέα, ώστε να ορίζει τον ρυθμό των έργων, την ταχύτητα της ομιλίας. Μια χρήση δηλαδή του κενού ως προφορικού σημείου στίξης. Οταν όμως βλέπεις τις παραστάσεις, καταλαβαίνεις πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει.
Η βασική διαφορά της παύσης από τη σιωπή είναι πως η δεύτερη δεν αποτελεί απλώς μια παρατεταμένη απουσία του λόγου, αλλά μια στιγμή μεστή νοήματος. Η διαφορά των δύο δεν έγκειται στη διάρκεια αλλά στο βάρος.
Οπως ο ίδιος ο Πίντερ επεξηγούσε σε πολλές συνεντεύξεις του, υπάρχουν φράσεις που λέμε και είναι γεμάτες με νόημα στην κυριολεξία τους, άλλες φράσεις που μπορεί να εννοούν κάτι τελείως διαφορετικό από αυτό που διατυπώνουν και φράσεις που ενώ ειπώνονται δεν έχουν κανένα νόημα και καμία σημασία. Και υπάρχουν και στιγμές που οι σιωπές ανάμεσα σε όσα ειπώνονται κουβαλούν όλο το νόημα, όλο το βάρος της σχέσης των ανθρώπων που συνομιλούν.
Ολα όσα δεν ειπώθηκαν, όλα όσα δεν μπορούν να ειπωθούν και ταυτόχρονα όλους τους λόγους που τα κάνουν να παραμένουν ανείπωτα. Η σιωπή είναι άλλος ένας τρόπος για να μιλούμε. Μια γλώσσα με τόσο συμπυκνωμένο νόημα ώστε να μην μπορεί καν να ακουστεί.
Αυτός ο αφηρημένος τρόπος σύνθεσης της θεατρικής ομιλίας, ταυτισμένος με τα πιντερικά θεατρικά έργα, όσο καινοφανής και αν έμοιαζε όταν πρωτοδημιουργήθηκε, αποτελεί μια από τις πιο ρεαλιστικές αναπαραστάσεις του καθημερινού λόγου. Δεν ενσαρκώνει τον νατουραλισμό με τις προφορικές χασμωδίες, τα κενά και τις επαναλήψεις.
Είναι ένας λόγος ρεαλιστικός ως προς τα ίδια τα διακυβεύματα της επικοινωνίας. Την έλλειψη ή την παράκαμψή της, τον αποπροσανατολισμό ή τη βαθύτερη κυριολεξία της. Τα έργα του Πίντερ –και αυτό είναι μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες τους– είναι μετρονόμοι της δικής μας σιωπής στον έξω κόσμο. Εργαλεία βυθομέτρησης της ομιλίας μας όταν αυτή απουσιάζει.
Είναι αυτή η λογοτεχνική διάκριση ανάμεσα στην παύση και τη σιωπή που βγαίνει από τα βιβλία και τα θέατρα και έρχεται να περιγράψει τις δικές μας στιγμές. Τους όρους με τους οποίους υπάρχουμε όταν δεν μιλάμε, τους όρους με τους οποίους η πόλη βυθίζεται στην ησυχία, την ώρα που η απουσία του θορύβου διεκδικεί πολύ περισσότερα από ένα απλό κενό. Αυτή η απουσία μπορεί πάντοτε να περιγραφεί ως σιωπή ή ως παύση. Και φυσικά να μετατοπιστεί ανάλογα με το υποκείμενο παρατήρησής της.
Ο Αύγουστος στην Αθήνα είναι διαρκώς παύση, ένα διάλειμμα των ομιλιών και της επικοινωνίας. Παύση της χρονιάς και μαζί παύση των δραστηριοτήτων και των ήχων της πόλης. Αλλά όχι άμα εσύ έχεις μείνει μόνος πίσω. Οχι όταν η απουσία αυτή ταυτίζεται με τη μοναξιά. Τότε η παύση μετατοπίζεται προς τη σιωπή, προς ένα πυκνό σημείο που περιγράφει χωρίς να διατυπώνει την απουσία όλων των άλλων από γύρω σου και μαζί τους λόγους αυτής της απουσίας. Το γεγονός πως μπορεί να μην έχεις λεφτά ή να μην έχεις φίλους ή ακόμα και όρεξη για συναναστροφές. Η σιωπή εδώ είναι εκκωφαντική.
Μπορούμε να συναντήσουμε μια σειρά από τέτοια παραδείγματα μέσα στις ώρες της μέρας ή μέσα στις εποχές του χρόνου. Ενίοτε παύσεις και ενίοτε σιωπές. Τους άδειους βραδινούς δρόμους όταν πέφτει χιόνι, τις πρώτες πρωινές ώρες πριν ανοίξουν τα μαγαζιά, το απότομο σαββατιάτικο άδειασμα της πόλης στην πρώτη υψηλή θερμοκρασία της άνοιξης. Μια ησυχία που ζητά από μας να την επεξηγήσουμε ως σιωπή ή ως παύση.
Ακόμα και αν προσπάθησαν, λοιπόν, να μας πείσουν πως η πανδημία ήταν μια μεγάλη παύση, στην πραγματικότητα αποτέλεσε μια συντριπτική σιωπή. Μια διακοπή μεστή νοημάτων για ό,τι προηγήθηκε και ό,τι έρχεται. Μια ησυχία στους δρόμους που δεν ησύχασε ποτέ, μόνο μιλούσε βουβά για όλα τα σπίτια και τα διαμερίσματα που πολιορκούσε.
Και τώρα που με τον ερχομό των τουριστών και του εμβολίου προσπαθούν να μας πείσουν πως βρισκόμαστε στην παύση της παύσης, σε μια στιγμή άρσης των απαγορεύσεων και επανεκκίνησης της κανονικότητας, εμείς το ξέρουμε καλά. Βρισκόμαστε μπροστά στην προσωρινή σιωπή της σιωπής. Μιας σιωπής που μας μιλά ξεκάθαρα και εκκωφαντικά για τη σιωπή αυτή που προηγήθηκε, για τη σιωπή αυτή που εκτείνεται μπροστά μας.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας