Πριν από μερικές εβδομάδες από τη στήλη αυτή προσπαθούσαμε με γενικό τρόπο να προσδιορίσουμε κάποια χαρακτηριστικά που θα έχει (ή πιο σωστά που θα μπορούσε να έχει) η τέχνη η οποία θα προκύψει τις μέρες μετά την πανδημία. Οχι μάλλον η τέχνη γενικά, αλλά η τέχνη αυτή που θα διατυπωθεί με τους όρους του νέου και του αναγκαίου.
Στο κείμενο αυτό υποθέταμε (και λιγότερο συμπεραίναμε) πως η τέχνη αυτή θα οφείλει να έχει τα χαρακτηριστικά που της δίνει η ζωή της επόμενης μέρας: τη συνάντηση, την εξωστρέφεια και τη συμμετοχή. Και ταυτόχρονα το περιθώριο η τέχνη αυτή να μιλήσει για την πολλαπλή τομή που επέφερε η πανδημία στη ζωή όλων μας και στον καθένα ξεχωριστά.
Τη μοναξιά και την αποξένωση, την καταστολή και την επιτήρηση, την αλληλεγγύη όπως καταγράφηκε σε μια σειρά από περιπτώσεις και το συλλογικό ανάστημα ως απάντηση στις παθογένειες και τις καταχρήσεις δεκαετιών. Αν κάποια μορφή τέχνης έχει τη δυνατότητα να συμπεριλάβει και να αξιοποιήσει όλα αυτά τα χαρακτηριστικά χωρίς να μένει στην επιφάνεια της εκτόνωσης, αυτή είναι το θέατρο.
Ως συλλογικός και ως εργασιακός χώρος το θέατρο έχει πληγεί από τη διαχείριση της πανδημίας όσο λίγοι: έλλειψη μέριμνας από την κυβέρνηση, αποξένωση του υπουργείου Πολιτισμού από τους ανθρώπους του πολιτισμού σε σχέση με την υπόθεση Λιγνάδη αλλά και σε μια σειρά από άλλες υποθέσεις, παντελής έλλειψη ορίζοντα. Εξαίρεση των θεάτρων και μαζί των λοιπών καλλιτεχνικών χώρων από οποιοδήποτε πλάνο σχεδιασμού.
Ταυτόχρονα, και σε πλήρη αντίθεση με όλα αυτά, αρχίζει να υπάρχει όλο και πιο έντονα ένας προβληματισμός και μια συζήτηση από τη μεριά των ανθρώπων του θεάτρου για το πώς θα είναι η επόμενη μέρα του. Σε αυτό το πλαίσιο επιθυμούμε να ενταχθεί και το παρόν άρθρο.
Το θέατρο λοιπόν μπορεί να γίνει η τέχνη της επόμενης μέρας. Αλλά με ποιους όρους; Είναι η άρση της παύσης μια ικανή συνθήκη ώστε να φέρει στο κοινό, αλλά μαζί και στους ανθρώπους του θεάτρου την τέχνη που αντιστοιχεί στη νέα συνθήκη; Μπορούμε να πούμε πως το τέλος ενός απαγορευτικού είναι ικανό να μας φέρει σε επαφή με το θέατρο που έχουμε ανάγκη;
Αυτό που μαθαίνουμε είναι πως οι περισσότεροι θεατρικοί χώροι είναι ήδη δεσμευμένοι. Υποχρεώσεις του πρόσφατου παρελθόντος περιμένουνε να εκτελεστούν.
Συμβόλαια, επιχορηγήσεις, συμφωνίες και αναθέσεις πρέπει να βρουν τον δρόμο τους προς τη σκηνή. Και καλά κάνουν. Οπως κάθε άλλη δραστηριότητα η πρώτη μέριμνα του θεατρικού χώρου θα πρέπει να είναι να σταθεί εντός της κανονικότητάς του. Και η μόνη κανονικότητα που μπορεί να αναγνωρίσει είναι αυτή που της στέρησαν.
Το ζήτημα είναι όμως αν αυτή η άμεση συνέχεια θα είναι ικανή να εκφράσει όλα όσα συνέβησαν στην περίοδο της απουσίας του θεάτρου. Αν η συνέχεια του θεάτρου θα περιέχει την περίοδο της ασυνέχειάς της. Και όλα όσα ακολουθούν.
Η εποχή στην οποία θα μπούμε θα είναι μια έντονη εποχή. Ενα κομμάτι του θεατρικού κοινού θα αναζητήσει αυτό που βίαια και παράλογα στερήθηκε. Τις θεατρικές παραστάσεις με τους όρους με τους οποίους τις απολάμβανε εδώ και χρόνια. Και αυτό είναι θεμιτό. Αν όμως δεχτούμε αυτό που προείπαμε, το γεγονός δηλαδή πως το θέατρο είναι (ή μάλλον μπορεί να γίνει) η τέχνη της επόμενης μέρας, αυτό σημαίνει πως θα χρειαστεί και ένα νέο είδος θεάτρου.
Οχι σε αντίθεση με αυτό που θα συνεχίσει. Οχι σε αντιπαράθεση με τις παραστάσεις που εκκρεμούν. Οχι ενάντια σε όσα περιμένουν την άρση της παύσης για να γίνουν. Αλλά ένα θέατρο που ξεκινά από την παύση. Την αποδέχεται και την ενσωματώνει ως ιστορική συνθήκη, την επεξεργάζεται και την εκθέτει. Και τελικά ένα θέατρο που αντιλαμβάνεται το ίδιο το θέατρο ως κομμάτι της επόμενης μέρας.
Σε επίπεδο περιεχομένου, σε επίπεδο φόρμας, σε επίπεδο λειτουργικής σχέσης των συντελεστών μιας παράστασης μεταξύ τους αλλά και με το κοινό. Εμπνευσμένο από παραδείγματα του θεατρικού παρελθόντος, προσαρμοσμένα στις συνθήκες, τις ανάγκες και τις επιταγές της νέας εποχής.
Δεν μιλάμε εδώ για μια αντιπαράθεση ή για ένα γκρέμισμα ενός κόσμου. Μιλούμε για μια δύσκολη γέννα σε συνθήκες πολιορκίας. Γιατί το μόνο σίγουρο είναι πως το αύριο θα έχει πολλή ξηρασία.
(Το κείμενο αυτό, όπως και το προηγούμενο, είναι καταδικασμένο να κλείσει με τρόπο ανοιχτό. Και αυτό γιατί σκοπός μας είναι να επιστρέψουμε με συγκεκριμένες προτάσεις και παραδείγματα.)
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας