Σχετικά με την ποιητική συλλογή του Θανάση Μανούση, διαβάζω, στον ιστότοπο Literature, από τον Δημήτρη Μπαλτά, τα ακόλουθα: «… δεν απουσιάζουν… η κοινωνική παρατήρηση και η πολιτική κριτική… Ο ποιητής αντιτίθεται στις εμφιαλωμένες σκέψεις και προθέσεις, στα τυποποιημένα και ετικεταρισμένα όνειρα, στα φαινόμενα της απληστίας και της ανέχειας, στην εκμετάλλευση του ανθρώπου από άνθρωπο, στη φυσικοποίηση ενός κόσμου τεχνητού και μας καλεί να δούμε τα πράγματα όπως πραγματικά είναι…».
Πρέπει να επισημάνω ότι, εάν αντιπαραβληθεί, προσεκτικά, το παραπάνω απόσπασμα της ανάλυσης του Μπαλτά με τα ίδια τα ποιήματα, αποδεικνύεται ότι γίνεται μια σύγχυση ανάμεσα στις δυνατότητες και τις φανερές προθέσεις του ποιητή και στο τελικό αισθητικό αποτέλεσμα. Ανάμεσα, δηλαδή, στην κοινωνική και την πολιτική διάσταση τις οποίες υπόσχονται, σε ορισμένα σημεία τους, τα ποιήματα και στο κατά πόσο υλοποιούνται οι υποσχέσεις, λαμβάνοντας τη μορφή μιας σύμμετρης προς αυτές αισθητικής πρότασης. Η άποψή μου είναι πως, στο μεγαλύτερο ποσοστό, δεν υλοποιούνται και θα εξηγήσω γιατί.
Στην προκείμενη συλλογή, διεξάγεται ένα παιχνίδι λοξών μεταβάσεων. Η προχωρητική κίνηση των στίχων σχηματίζει μια σειρά πολλών αποσπασματικών αναφορών, από τις οποίες η καθεμιά ανήκει σε διαφορετικά συμφραζόμενα. Ετσι, τα ποιήματα καθίστανται αμαλγαματικά. Συμφυρμοί από ετερόκλιτα πράγματα, πρόσωπα και στιγμιότυπα, ώστε αντιστοιχούν, περίπου, σε αυτό το οποίο ο Μισέλ Φουκό ονομάζει «ετεροτοπία». Πρόκειται για μια κατεξοχήν ανοίκεια περιοχή, αφού η συνύπαρξη όσων περιλαμβάνει συνιστά μια αντίφαση. Για έναν τόπο ο οποίος δεν υφίσταται, ενώ συγκροτείται από αποσπάσματα τόπων που υπάρχουν. Συνεπώς, τα ποιήματα της συλλογής, πλησιάζοντας προς το να καταστούν ετεροτοπικά, αποκλείονται από τα συμφραζόμενα στα οποία παραπέμπουν. Παρόλο που δείχνουν προς την κατεύθυνση πολλών διαφορετικών περιοχών, στην ουσία δεν δείχνουν πουθενά.
Μια ποίηση στην οποία συντελείται με αυτόν τον τρόπο η διάσταση ανάμεσα στη γλώσσα και τα πράγματα αντιπροσωπεύει μια τέχνη η οποία θεμελιώνεται στην αυτοαναφορικότητα. Εδώ, ανοίγει μια ευρεία εξακτίνωση. Από κάθε ποίημα ξεκινούν ευθείες προς πολυάριθμους προορισμούς, αλλά καμιά τους δεν διαπερνά τη σφαίρα της γλώσσας. Η προοπτική του εξωγλωσσικού κόσμου αποκλείεται. Η συλλογή του Μανούση περιχαρακώνεται σε ένα «μέσα», το οποίο δεν προϋποθέτει το «έξω», αφού περιορίζεται, αποκλειστικά, στη δημιουργία γλωσσικών συμβάντων. Το προηγούμενο, όμως, σημαίνει ότι η κοινωνική και η πολιτική διάσταση απαλείφονται.
Με ρούχο τα βλέμματα του κόσμου / και με γυαλιά να δείχναν τον κόσμο αγγελικό / και όχι ανθρώπινο, / μπήκε στο μπάνιο. / Συνταγμένα τα παπάκια στο λουτρό / περίμεναν την εντολή να κολυμπήσουν. / Κοίταξε πρώτα τους αριθμούς / που έσταζαν απ’ τον καθρέφτη. / Μετά σκούπισε τα λόγια από τα χείλη / και τα ’στειλε στις φωτεινές στοές του διαδικτύου. / Κάποιος θα λάμβανε τα σήματα και θ’ απαντούσε. / Εμεινε εκεί όπου πατά, διψά και πίνει η σκέψη / μέχρι το ξημέρωμα / μια αλήθεια / φτιαγμένη από σανίδες. («46»)
Τα 60 ποιήματα δεν κατανέμονται χρονολογικά. Μερικά, τα οποία υποθέτω πως συγκαταλέγονται στα μεταγενέστερα, εμφανίζουν ένα λιγότερο αμαλγαματικό περιεχόμενο. Σε αυτά, όπως για παράδειγμα στο παραπάνω, ο συμφυρμός πραγμάτων, προσώπων, γεγονότων ξεμπλέκεται και διαμορφώνεται, ώς έναν βαθμό, μια ορισμένη εκδοχή της πραγματικότητας. Συνακόλουθα, η αφήγηση και οι περιγραφές βγαίνουν από τον κυκεώνα και αποκτούν μια καλειδοσκοπική ενάργεια. Τα χαρακτηριστικά αυτής της ομάδας ποιημάτων πρέπει, νομίζω, να αποτελούν στο εξής το αισθητικό πρόταγμα του Μανούση: ποιήματα τα οποία δεν θα μοιάζουν, πλέον, με ετεροτοπίες, γιατί θα αποτρέπεται η διάχυση των αναφορών τους σε πολλά διαφορετικά συμφραζόμενα και κατ’ επέκταση θα αποφεύγεται ο εγκλωβισμός τους στην αυτοαναφορικότητα της γλώσσας.
Ενα τέτοιο πρόταγμα αποδεικνύεται, στην ουσία, όχι μόνο αισθητικό αλλά και κοινωνικό και πολιτικό. Επειδή ζούμε σε μια περίοδο όπου, βαθμιαία και συστηματικά, αποδυναμώνεται το αντιθετικό ζεύγος «μέσα – έξω», μέχρι την τελική του διαγραφή. Και, εξίσου συστηματικά, προβάλλεται η μονομερής σταδιακή επικράτηση ενός χωρίς όρια «μέσα», από το οποίο η απόδραση είναι ανέφικτη και το οποίο ταυτίζεται με το πλέγμα των εξουσιών της τωρινής φάσης της ύστερης νεωτερικότητας. Πρόκειται για ένα καταπιεστικό καθεστώς, στο οποίο ο Μανούσης βρίσκεται, έτσι και αλλιώς, απέναντι. Επομένως, ο τρόπος για να αναδείξει επιτυχημένα αυτήν του τη στάση είναι να γράφει σε μια γλώσσα η οποία δεν κλείνεται στον εαυτό της, αλλά οδηγεί σε μια ορισμένη έκφανση της πραγματικότητας, σε ένα «έξω» το οποίο αντιστοιχεί σε μια ρεαλιστική ουτοπία. Και, εάν, όντως, τα λιγότερο ετερόκλιτα ποιήματα ανήκουν στα μεταγενέστερά του, τότε ο Θανάσης Μανούσης έχει, ήδη, καταλήξει, από μόνος του, στο συγκεκριμένο αισθητικό πρόταγμα και, ήδη, έχει αρχίσει να το εφαρμόζει.
*Ποιητής, ομηριστής, κριτικός λογοτεχνίας
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας