Με την πρώτη ματιά, οι Μπιλ Βαϊόλα (γεννημένος το 1951) και Μιχαήλ Αγγελος (1475-1564) φαίνεται να έχουν ελάχιστα κοινά στοιχεία. Γεννήθηκαν με διαφορά πέντε αιώνων. Ο πρώτος είναι ένας πρωτοπόρος της βίντεο τέχνης που επηρεάζεται από τις αρχαίες θρησκείες που μελετά, και ο δεύτερος είναι ο μέγας δάσκαλος της Αναγέννησης και μάλιστα υπήρξε ένας πραγματικά αφοσιωμένος καθολικός. Οι αντιθέσεις τους, λοιπόν, εξ αρχής πολύ έντονες, σε σημείο που οι δημιουργίες τους να φαντάζουν μη συγκρίσιμες.
Βέβαια ο καθένας τους, άσχετα με τα ριζικώς διαφορετικά μέσα που χρησιμοποιεί για να δημιουργήσει τα έργα του, αποδεικνύεται ότι βρίσκεται στην κορυφή της πρωτοπορίας στην καταγεγραμμένη παγκόσμια ιστορία της τέχνης.
Ο Μικελάντζελο ντι Λοντοβίκο Μπουοναρότι Σιμόνι, ο γνωστός μας Μιχαήλ Αγγελος, είναι ο ιδιοφυής γλύπτης, ο εμπνευσμένος ζωγράφος, ο πρωτοποριακός αρχιτέκτονας, ο εξαιρετικός ποιητής στα χρόνια της Αναγέννησης και αναγνωρίζεται παγκόσμια ως ένας από τους σπουδαιότερους δημιουργούς, έχοντας αποκτήσει δικαιωματικά το προσωνύμιο «Il Divino» (θεϊκός) από τον βιογράφο του Τζόρτζιο Βαζάρι (1511-1574). Στα έργα του θαυμάζουμε το μεγαλείο της έμπνευσης, της τεχνικής και της πλαστικής απεικόνισης.
Σκιαγραφεί μορφές, συνθέτει φιγούρες, μελετά και αποτυπώνει αισθαντικά τη μαγευτική σκέψη του στο χαρτί με καφέ και κόκκινο μελάνι, κραγιόνια και κιμωλία. Διορθώνει γραμμές, τοποθετεί σώματα το ένα πάνω στο άλλο και εκφράζει τη μεγαλοφυΐα του με διάθεση ζωγραφική και καλλιγραφική. Θεωρούσε τα σχέδιά του απλές προπαρασκευαστικές μελέτες, ένα οπτικό ισοδύναμο της δημιουργίας που θα ακολουθούσε.
Εντυπωσιαζόμαστε από το μεγαλείο του, από γλυπτά σαν την «Pietà» (Αποκαθήλωση) και τον αξεπέραστο «Δαβίδ», από τις βιβλικές μορφές στον θόλο της Καπέλα Σιστίνα με τις νωπογραφίες της «Δημιουργίας του Αδάμ» αλλά και της «Δευτέρας Παρουσίας».
Ο Μπιλ Βαϊόλα τού σήμερα είναι ένας αξεπέραστος δημιουργός της βίντεο τέχνης. Γεννημένος στη Νέα Υόρκη, σπούδασε στο Πανεπιστήμιο Syracuse της πόλης του Πειραματικές Επιστήμες, δηλαδή ηλεκτρονική μουσική, ζωγραφική, φωτογραφία και βίντεο.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 κυκλοφόρησαν στην αγορά φορητές βιντεοκάμερες και μαγνητόφωνα που έδιναν τη δυνατότητα σε ανήσυχα πνεύματα και καλλιτέχνες, όπως ο Βαϊόλα, να βιντεογραφούν και να ηχογραφούν πειραματιζόμενοι.
Ετσι, από το 1973 που αποφοίτησε εργάζεται, ταξιδεύει στην Ινδονησία, την Ιάβα, στις Νήσους Σολομώντα, στην Ιαπωνία –όπου μάλιστα εγκαθίσταται για ενάμιση χρόνο–, μελετά τον βουδισμό αλλά και καταγράφει τις παραδοσιακές τέχνες της Ανατολής που τον εντυπωσιάζει.
Οι βιντεοεγκαταστάσεις του, ψηφιακά αποτυπώματα ενός νέου κόσμου, επικεντρώνονται στις ιδέες πίσω από τις πρωταρχικά θεμελιώδεις ανθρώπινες εμπειρίες, όπως η γέννηση, ο θάνατος και οι όψεις της συνείδησης.
Τα υψηλής ανάλυσης βίντεό του είναι πάντα συναισθηματικά φορτισμένα με κίνηση και ήχους που σε τραβούν μέσα τους για να ταξιδέψεις και να λατρέψεις τον άνθρωπο, τη ζωή και την ψυχή του.
Το 2006, ο πρωτοποριακός αυτός καλλιτέχνης συνάντησε τον μεγάλο αναγεννησιακό δάσκαλο. Ενώ βρισκόταν στο Κάστρο του Ουίνδσορ –βρετανική βασιλική κατοικία στο Μπέρκσαϊρ– για να μελετήσει αναγεννησιακά έργα που ανήκουν στη βασιλική οικογένεια, του επιδείχθηκαν και τα σχέδια του Μιχαήλ Αγγελου. Εντυπωσιασμένος με τα μάτια του σύγχρονου δημιουργού διέκρινε «τα κοινά τους σημεία».
Μέσα από το σώμα που το χρησιμοποιούν και οι δύο ως όχημα μεταφέρουν συναισθηματικές και πνευματικές καταστάσεις. Διαφορετικά μέσα μεν, όμως και οι δυο καλλιτέχνες αξιοποιούν τη συμβολική δύναμη της ιερής τέχνης τους για να μας δείξουν τα φυσικά όρια της γέννησης και του θανάτου στη χρονογραμμή της ανθρώπινης ύπαρξης αλλά και τις στιγμές υπερβατικότητας στη ζωή και στο συναίσθημα.

Royal Collection Trust / © Her Majesty Queen Elizabeth II 2018.
Οι δύο καλλιτέχνες συναντιούνται ξανά σήμερα στη Βασιλική Ακαδημία Tεχνών (Royal Academy of Arts) στο Πικαντίλι του Λονδίνου.
Το Burlington House στο εύπορο Μέιφερ άνοιξε τις αίθουσές του για να φιλοξενήσει 12 μεγάλες εγκαταστάσεις του Βαϊόλα που καλύπτουν ολόκληρη την καριέρα του και μια επιλογή από δεκατέσσερα αντιπροσωπευτικά έργα του Μιχαήλ Αγγελου –συμπεριλαμβανομένων μάλιστα και των έργων από τους Ουίνδσορ ανάμεσά τους και το εξαιρετικό «The Risen Christ» (1532)–, καθώς και το μοναδικό μαρμάρινο γλυπτό του στο Ηνωμένο Βασίλειο, το «Taddei Tondo», 1504–1506 (Η Παρθένος με το Θείο Βρέφος και τον Αγιο Ιωάννη παιδί).
Με όνομα Bill Viola / Michelangelo: «Life Death Rebirth» η έκθεση θα διαρκέσει μέχρι 31 Μαρτίου 2019 και διερευνά τις συγγένειες μεταξύ των δυο δημιουργών. Θεωρείται ένα επιβλητικό ταξίδι στον κύκλο της ζωής που οι δύο καλλιτέχνες έντονα αποτυπώνουν.
Πραγματική πρόκληση είναι να συναντάς την υποβλητική και λεπτή, γεμάτη αντιφάσεις ανθρώπινη ύπαρξη του Μιχαήλ Αγγελου, που προσεγγίζεται με θερμές αποχρώσεις και χάρη, δίπλα στις ψηφιακές οθόνες του Μπιλ Βαϊόλα, με ψυχρό φως, αργή κίνηση, επαναλαμβανόμενους ήχους, πίσω από μεγεθυντικούς φακούς που παραμορφώνουν τον χρόνο σε ένα ταξίδι ενδοσκόπησης.
Ο άνθρωπος σε όλες του τις διαστάσεις εμπλέκεται με το κοινό που εκστασιασμένο παρακολουθεί τους δυο καλλιτέχνες να συνομιλούν και να αντιπαρατίθενται με τα έργα τους πάνω στα μεγάλα θέματα της ανθρώπινης ύπαρξης μέσα από τη ζωή, τον θάνατο και την Αναγέννηση.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας