Η γερμανική εισβολή στην Πολωνία την 1η Σεπτεμβρίου 1939 σήμανε την αρχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.
Μία εβδομάδα αργότερα, ο γερμανικός στρατός κατέλαβε και το Λοτζ, την τρίτη μεγαλύτερη πόλη της χώρας και επιτυχημένο κέντρο κλωστοϋφαντουργίας.
Πολλά μέλη του εβραϊκού πληθυσμού κατέφυγαν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, καθώς το ναζιστικό καθεστώς για να τρομοκρατήσει την πόλη κατέστρεψε αρκετά πολωνικά μνημεία και συναγωγές.
Οι Γερμανοί δημιούργησαν το Judenrat -το Εβραϊκό Συμβούλιο- για να επιβάλουν τις πολιτικές τους στο εσωτερικό της εβραϊκής κοινότητας, που φτάνει τις 240.000 ψυχές, και όρισε τον 62χρονο Mordechai Chaim Rumkowski ως Judenälteste, δηλαδή τον Πρεσβύτερο των Εβραίων.
Στις αρχές του 1940, οι ναζί προχωρούν σε νέα μέτρα και αναγκάζουν τους εναπομείναντες Εβραίους της πόλης να συγκεντρωθούν στο γκέτο του Λοτζ που είναι αποκλεισμένο από τον έξω κόσμο με περίφραξη από αγκαθωτό σύρμα.
Στο γκέτο ο Rumkowski αρχίζει να χρησιμοποιεί μια στρατηγική επιβίωσης μέσα από την εργασία για τους 160.000 ανθρώπους που συγκεντρώθηκαν.
Εκμεταλλεύεται το γεγονός πως υπάρχουν στον τόπο εργοστάσια και εργαστήρια κλωστοϋφαντουργίας και μετατρέπει τον εβραϊκό πληθυσμό σε ένα εργατικό δυναμικό που παράγει προϊόντα για τη γερμανική αγορά.
Τότε είναι που από το Τμήμα Στατιστικής του Συμβουλίου της εβραϊκής κοινότητας χρησιμοποιείται ως φωτογράφος ο έγκλειστος στο γκέτο Χένρικ Ρος.
Πριν από τον πόλεμο ο Ρος εργαζόταν ως φωτορεπόρτερ για τον πολωνικό Τύπο.
Του ανατέθηκε λοιπόν με τη φωτογραφική του ματιά να απεικονίσει την παραγωγικότητα και την αποτελεσματικότητα μέσα στο γκέτο του Λοτζ και να κάνει τις κάρτες ταυτότητας για τους εγγεγραμμένους εργαζόμενους.
Ο Ρος προσεκτικά αποτυπώνει εικόνες που δείχνουν εργαζόμενους που απασχολούνται σε διάφορα στάδια της παραγωγικής διαδικασίας, συμπεριλαμβανομένης μιας σειράς φωτογραφιών από το 1942 που δείχνει τη διαδικασία ραφής στρωμάτων και μια άλλη σειρά από το 1943 που αναδεικνύει την εργασία μέσα σε ένα εργοστάσιο δέρματος.
Προσπαθεί να ξορκίσει το κακό όσο μπορεί και ο φακός του εστιάζει και σε εικόνες των καθημερινών δραστηριοτήτων, σε οικογενειακά γεύματα και γαμήλιες δεξιώσεις.
Ομως ο Ρος συγχρόνως και κρυφά τεκμηριώνει με τη μηχανή του τη ζοφερή πραγματικότητα της ζωής στο γκέτο, όπου οι συνθήκες διαβίωσης είναι εξαρχής άθλιες και με τον χρόνο επιδεινώνονται περαιτέρω.
Κατά την περίοδο των τεσσάρων χρόνων της ύπαρξης του γκέτο, το 1/4 των κατοίκων της πέθανε από την πείνα.
Οι φωτογραφίες του αποτυπώνουν τις τραγικές στιγμές της διανομής τροφίμων, παιδιά να σκάβουν το έδαφος σε αναζήτηση οποιασδήποτε ρίζας για τροφή αλλά και ανθρώπους να καταρρέουν στους δρόμους από την πείνα.
Ανδρες που μεταφέρουν καρότσια και βαρέλια με ανθρώπινα περιττώματα προσπαθώντας να διατηρήσουν ανθρώπινες συνθήκες υγιεινής στη συνοικία, που όμως προσβλήθηκαν από τύφο και άλλες θανατηφόρες ασθένειες.
Προσπάθεια για επιβίωση σε συνθήκες κόλασης.
Το 1942, οι ναζί διώχνουν από το γκέτο περίπου 20.000 κατοίκους –ηλικιωμένους, αρρώστους και παιδιά κάτω των 10 ετών– που έχουν μικρή αξία ως εργαζόμενοι.
Συνελήφθησαν από νοσοκομεία, γηροκομεία και ορφανοτροφεία και στάλθηκαν στο Chelmno, ένα στρατόπεδο εξόντωσης που βρίσκεται περίπου 30 μίλια βόρεια του Λοτζ.
Οι εκκαθαρίσεις στους κατοίκους συνεχίστηκαν μέχρι το 1944, όταν οι Γερμανοί κατακτητές διέταξαν την οριστική εκκαθάριση του γκέτο και περίπου 70.000 κάτοικοι που είχαν απομείνει μεταφέρθηκαν στο Αουσβιτς.
Ο Ρος φωτογραφίζει πάντα την τραγικότητα των εικόνων.
Μεγάλα πλήθη ανθρώπων να μεταφέρονται με στρατιωτική και αστυνομική συνοδεία, βαλίτσες και προσωπικά αντικείμενα, την επιβίβαση στα φορτηγά, την αγωνία της φυγής, του ξεριζωμού και του άγνωστου.
Ρισκάρει με τη ζωή του και φτάνει έξω από τα όρια του γκέτο, στον σταθμό επιβίβασης «Radogoszcz», κρύβεται και παίρνει πολύτιμες φωτογραφίες μέσα από μια τρύπα πίσω από ένα ξύλο.
Ο Ρος απομένει πίσω και ήταν ανάμεσα σε μια ομάδα περίπου 900 ατόμων που διατάσσονται να καθαρίσουν το γκέτο και να συγκεντρώσουν πράγματα από τα άδεια κτίρια.
Τότε είναι που βρίσκει την ευκαιρία να συγκεντρώσει το πολύτιμο υλικό του από φωτογραφίες και αρνητικά και αφού τα τοποθέτησε σε ένα κουτί τα έθαψε βαθιά στο έδαφος.
Σκοπός του να προφυλάξει και να διαφυλάξει τα πολύτιμα ντοκουμέντα μνήμης, ζωής και θανάτου.
Η καταγραφή της τραγωδίας μένει θαμμένη στο χώμα μέχρι την απελευθέρωση του Λοτζ από τα σοβιετικά στρατεύματα το 1945.
Τότε ο Ρος σκάβει στο σημείο και φέρνει τις μνήμες του στο φως, θέλοντας να αποκαλύψει στον κόσμο την ολική καταστροφή της ζωής των Πολωνών Εβραίων από τους ναζί κατακτητές.
Πολλές φωτογραφίες είχαν καταστραφεί, όμως όσες είχαν μείνει άθικτες εξιστορούσαν τη γενοκτονία και την τραγικότητα του πολέμου όπως εκείνος την κατέγραψε μέσα στο γκέτο.
Το 1956 μαζί με τη σύζυγό του Στεφανία εγκαθίστανται στο Ισραήλ και το 1961 το υλικό του υποβλήθηκε ως αποδεικτικό στοιχείο στη δίκη του ναζί εγκληματία πολέμου Αντολφ Αϊχμαν, όπου κατέθεσε και ως μάρτυρας κατηγορίας.
Ο Ρος πέθανε το 1991 δίνοντας στις μελλοντικές γενιές την εικόνα του Ολοκαυτώματος.
Σήμερα και μέχρι τις 30 Ιουλίου οι επισκέπτες στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστόνης (MFA) μπορούν να διαβάσουν σύγχρονη ιστορία μέσα από την έκθεση «Memory Unearthed: The Lodz Ghetto Photographs of Henryk Ross» που παρουσιάζεται.
Ακόμα και ο τίτλος της έκθεσης («Ξεθάβοντας αναμνήσεις») έρχεται να αποτυπώσει την αγωνία και την απεγνωσμένη προσπάθειά του να διατηρήσει τις καταγραφές του, εκείνες τις τελευταίες μέρες της ύπαρξης του γκέτο.
Εκτίθενται ένα άθροισμα αναμνήσεων με 300 αντικείμενα, μεταξύ των οποίων εκατοντάδες φωτογραφίες, προκηρύξεις του γκέτο, πορτρέτα, φωτογραφίες ταυτοτήτων αλλά και ένα βίντεο από τη δίκη του Αϊχμαν.
Υπάρχουν εκτυπώσεις που δημιουργήθηκαν από τον ίδιον τον Ρος αλλά και σύγχρονες ψηφιακές εκτυπώσεις από τα αρνητικά που διατηρούνται σε καταψύκτη για την προστασία τους.
Η έκθεση περιλαμβάνει επίσης ένα «Memory Wall», που αποτελείται από 100 μοντέρνες εκτυπώσεις των πορτρέτων του Ρος -οι περισσότερες τραβήχτηκαν πριν από την επίσημη φωτογράφηση αφού απαγορευόταν οι επιπλέον λήψεις.
Σε χαρούμενα στιγμιότυπα και σκηνές περισυλλογής εμφανίζονται άνδρες, γυναίκες, οικογένειες με τα παιδιά τους.
Για τον φωτογράφο και τα θέματά του, αυτές ήταν ήρεμες στιγμές, στις οποίες θα μπορούσαν να ξεχάσουν για λίγο την καθημερινή μιζέρια της ζωής τους στο γκέτο.
Μια χαραμάδα κανονικότητας και αυταρέσκειας.
Επίσης σε άλλο σημείο προβάλλονται οι συνεντεύξεις του όπου γλαφυρά αφηγείται πώς έπαιρνε κρυφά τις φωτογραφίες του με την κάμερα μέσα από το σακάκι.
Οδυνηρές καταγραφές, προσωπικές αφηγήσεις, συγκινητικές στιγμές μέσα από τον φακό του Ρος που προσπαθεί και φέρνει στο φως την ιστορική πραγματικότητα αποκαλύπτοντας, ως ένας από τους μόλις 877 επιζώντες του γκέτο, την ισχυρή θέληση του ανθρώπου να αντισταθεί στο τέρας του φασισμού και του πολέμου.
Info:
«Memory Unearthed: The Lodz Ghetto Photographs of Henryk Ross», Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστόνης (MFA), μέχρι 30 Ιουλίου 2017
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας