Κατά γενική ομολογία αποτελεί το σπουδαιότερο δημόσιο κτίριο που κατασκευάστηκε τα τελευταία εκατό χρόνια και έχει το μοναδικό προνόμιο να φιλοξενεί πολύτιμα εκθέματα του Παρθενώνα. Χάρη σε αυτά φιγουράρει στις πρώτες θέσεις στους πιο έγκυρους καταλόγους με τα σπουδαιότερα μουσεία του κόσμου. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1970 «σκόνταφτε» στις σφοδρές κόντρες ανάμεσα στους αρχαιολόγους και τους αρχιτέκτονες. Για να παρακαμφθούν εντάχθηκε το 2000 στα ολυμπιακά έργα, αλλά εγκαινιάστηκε εννέα χρόνια αργότερα και φέτος γιορτάζει τα έκτα του γενέθλια.
Το νέο Μουσείο της Ακρόπολης συμπληρώνει αυτές τις ημέρες έξι χρόνια λειτουργίας με ρεκόρ επισκεψιμότητας και διακρίσεων σε παγκόσμια κλίμακα. Στην πραγματικότητα όμως μετρά 40 χρόνια αντεγκλήσεων ανάμεσα στους καθ’ ύλην αρμόδιους, τους αρχαιολόγους και τους αρχιτέκτονες, ενώ διχασμένη ήταν και παραμένει η γνώμη των πολιτών. Κοινός τόπος όμως όλων είναι τα πολύτιμα εκθέματά του, καθώς και το αυτονόητο διεθνές αίτημα για επιστροφή των γλυπτών του Παρθενώνα που είχαν αφαιρεθεί παράνομα τον 19ο αιώνα από τον λόρδο Ελγιν και εκτίθενται στο Βρετανικό Μουσείο.
Η κατασκευή του συνδέθηκε πολύ σωστά με τη Μελίνα Μερκούρη, που σφράγισε την πολιτική διαδρομή της και την πολύχρονη παρουσία της στα ηνία του υπουργείου Πολιτισμού με την παγκόσμια πρωτοβουλία της για επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα. Η πρωτιά της ιδέας για το νέο μουσείο ανήκει στον Κωνσταντίνο Καραμανλή. Οριστικοποιήθηκε το 1975 και ένα χρόνο μετά προκηρύχθηκε ο πρώτος πανελλήνιος αρχιτεκτονικός διαγωνισμός, ο οποίος, όπως και ο δεύτερος του 1979, κηρύχθηκαν άγονοι. Η χωροθέτηση αφορούσε το οικόπεδο Μακρυγιάννη, που το προτιμούσαν οι αρχαιολόγοι αλλά συνάντησε τις έντονες αντιδράσεις των αρχιτεκτόνων λόγω των περιορισμένων διαστάσεών του.
Δέκα χρόνια μετά η Μελίνα Μερκούρη προκήρυξε διεθνή διαγωνισμό, στον οποίο συμμετείχαν περισσότερα από 400 αρχιτεκτονικά γραφεία από όλο τον κόσμο με «βαριά» ονόματα. Για να ξεφύγει από τις αντιπαλότητες των ειδικών κατέφυγε στη λογική του φούρνου του Χότζα: κάλεσε το γραφείο των Ιταλών αρχιτεκτόνων που κέρδισε την πρωτιά να υποβάλει προτάσεις για άλλες δύο θέσεις, την Κοίλη και τον «Διόνυσο». Τη λύση στον γρίφο έδωσε το Συμβούλιο της Επικρατείας, το οποίο το 1993 ακύρωσε τον διαγωνισμό για τυπικούς λόγους.
Οι ανασκαφές
Το 1995 οι πρώτες ανασκαφές στο οικόπεδο Μακρυγιάννη έφεραν στο φως μια γειτονιά της αρχαίας Αθήνας, που αποτέλεσαν αφορμή για νέες προσφυγές στη δικαιοσύνη. Αυτήν τη φορά προστέθηκαν και οι ιδιοκτήτες ακινήτων που θίγονταν από τις προβλεπόμενες απαλλοτριώσεις. Ο τέταρτος και τελευταίος διαγωνισμός ανακοινώθηκε το 2000 και σε αυτόν συμμετείχαν 12 αρχιτεκτονικές ομάδες. Η προσπάθεια της τότε κυβέρνησης να το εντάξει στα ολυμπιακά έργα, με στόχο να αποφύγει νέες δικαστικές εμπλοκές, δεν απέδωσε. Οι προσφυγές έφτασαν τις 140 (!), με πρωταγωνιστές στελέχη της Ν.Δ. τα οποία όμως άλλαξαν στάση μετά τις εκλογές του 2004.
Η αρχιτέκτων και νομικός Ερση Φιλιπποπούλου στο βιβλίο της «Μουσείο της Ακρόπολης - Διά πυρός και σιδήρου», με βάση την πολύχρονη θητεία της ως διευθύντριας στο τμήμα μελετών μουσείων του υπουργείου Πολιτισμού, επισημαίνει ότι το «πράσινο φως» δόθηκε στις 26 Ιουλίου, λίγες ημέρες πριν από την έναρξη των Ολυμπιακών Αγώνων, με οριακή πλειοψηφία μίας ψήφου! Αναφέρει επίσης ότι το αρχικό κόστος των έργων, χωρίς να περιλαμβάνονται οι δαπάνες των προηγούμενων ετών, ήταν 129 εκατ. ευρώ και υπολογίζει ότι στο τέλος ξεπέρασε τα 160 εκατ. ευρώ. «Ούτε ανακοινώθηκε, ούτε μου δόθηκε όταν τον ζήτησα» αποκαλύπτει για τον προϋπολογισμό και υπολογίζει ότι το ίδιο το κτίριο κόστισε 66 εκατ. ευρώ.
Η κατασκευή του στηρίχτηκε στα σχέδια των συνεργαζόμενων αρχιτεκτονικών γραφείων του Γαλλοελβετού Μπερνάρ Τσουμί και του Μιχάλη Φωτιάδη, που είχαν κερδίσει το πρώτο βραβείο στον τέταρτο διαγωνισμό στον οποίο κατατέθηκαν 12 προτάσεις. Γιος του ιδρυτή του Πολυτεχνείου της Λοζάνης, ο Μπ. Τσουμί είναι καθηγητής στο φημισμένο Columbia της Νέας Υόρκης. Εγινε γνωστός για τη διαμόρφωση του πάρκου των 500 στρεμμάτων στη Βιλέτ της γαλλικής πρωτεύουσας αλλά και την επέκταση του μουσείου Μοντέρνας Τέχνης, του ΜΟΜ της Νέας Υόρκης. Ο Μιχάλης Φωτιάδης είναι απόφοιτος του ΜΙΤ και έχει υπογράψει σημαντικά ιδιωτικά και δημόσια έργα. Στα τελευταία συγκαταλέγονται τα Μουσεία Βορρέ, Οινουσσών και Φυσικής Ιστορίας στην Κηφισιά.
Σε διάλογο με την Ακρόπολη
Η φιλοσοφία τους για το μουσείο στηρίχθηκε στον «διάλογο» που επιχείρησαν να δημιουργήσουν ανάμεσα στο νέο κτίριο και την Ακρόπολη, ποντάροντας στο γεγονός ότι τους χωρίζουν περίπου 300 μέτρα. Ονειρεύτηκαν ένα παιχνίδι προσομοίωσης με τα Γλυπτά της ζωφόρου του Παρθενώνα, εντός και εκτός μουσείου, επιλέγοντας το γυαλί ως κυρίαρχο υλικό της βόρειας όψης, που δεν συνηθίζεται σε μουσεία. Θέλησαν να δημιουργήσουν την αίσθηση στον επισκέπτη ότι ανεβαίνει στον Ιερό Βράχο, επιστρατεύοντας ράμπες.
Τους πρόδωσε όμως ο όγκος του κτιρίου, που κάπως καμουφλάρεται προς την πλευρά του πεζόδρομου της Διονυσίου Αρεοπαγίτου. «Περιφρονεί οποιοδήποτε άλλο τοπικό στοιχείο» επισημαίνει ο Πάνος Δραγώνας, καθηγητής της Αρχιτεκτονικής Σχολής Πάτρας, σε άρθρο του στα «Αρχιτεκτονικά Θέματα». Περιγράφει την επιθετικότητα του μουσείου προς τον περιβάλλοντα χώρο, επισημαίνει ότι είναι ένα κτίριο με αναγνωρίσιμη εικόνα, θεωρεί ότι με τον μνημειακής κλίμακας μοντερνισμό του αναβαθμίζει την εικόνα της Αθήνας και πετυχαίνει τον βασικό του στόχο να γίνει σύμβολο της σύγχρονης Ελλάδας, αλλά καταλήγει: «Το νέο μουσείο δεν αναθεωρεί τη σχέση της σύγχρονης πόλης με την αρχαιότητα, αλλά προσαρμόζει την αρχαιότητα στις ανάγκες της σύγχρονης τουριστικής βιομηχανίας».
Στο εξωτερικό το μάτι του επισκέπτη στέκεται στο παιχνίδι με τους όγκους, που δημιουργεί γωνίες και σπασίματα, χαρίζοντας ανάλαφρη όψη στα 25.000 τετραγωνικά του μουσείου, από τα οποία τα 14.000 αποτελούν τους εκθεσιακούς χώρους. Στο εσωτερικό τις εντυπώσεις κερδίζουν οι Καρυάτιδες και ο κενός χώρος για την έκτη «αδελφή» τους, η οποία βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο. Δεν υπολείπονται σε ομορφιά τα γλυπτά από τα Προπύλαια και τον ναό της Αθηνάς Νίκης, αλλά και το γυάλινο δάπεδο του ισογείου που αναδεικνύει τα ευρήματα των αρχαιολογικών ανασκαφών.
1. Οι διακρίσεις
Στα πρώτα έξι χρόνια λειτουργίας του το μουσείο έχει πετύχει πολλές διακρίσεις. Το 2013 οι «Sunday Times» το ανέδειξαν στην τρίτη θέση ανάμεσα στα 50 καλύτερα μουσεία του κόσμου. Δύο χρόνια πριν το κτίριο ήταν στη λίστα των έξι υποψηφίων για το βραβείο Mies van der Rohe, το αποκαλούμενο «όσκαρ» της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής.
2. Αναζητά ρόλο
Το πρώτο Μουσείο της Ακρόπολης κατασκευάστηκε 1874 από τον Παναγιώτη Κάλκο και βρίσκεται πάνω στον Ιερό Βράχο, πραγματικά στη σκιά του Παρθενώνα. Εχει πάψει να λειτουργεί από τον Ιούνιο του 2009 και από τότε αναζητούνται νέες χρήσεις για το κτίριο των 1.200 τετραγωνικών.
3. Ιστορικό κτίριο
Το πετρόκτιστο κτίριο δίπλα στο μουσείο φέρει το όνομα του Βίλχεμ φον Βάιλερ, του στρατιωτικού μηχανικού από τη Βαυαρία. Εργο της περιόδου 1834-36, ήταν το πρώτο νοσοκομείο της Αθήνας. Από το 1930 στέγασε το Σύνταγμα Χωροφυλακής Μακρυγιάννη και στον Εμφύλιο έγιναν μεγάλες μάχες με τις δυνάμεις του ΕΑΜ. Σήμερα στεγάζει το κέντρο μελετών της Ακρόπολης.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας