Μπορεί να είναι κάθαρμα, είναι όμως δικό μας κάθαρμα», συνήθιζε να λέει στις αρχές του εικοστού αιώνα ο Αμερικανός πρόεδρος Θεόδωρος Ρούσβελτ για κάποιον από τους προστατευόμενούς του Λατινοαμερικανούς δικτάτορες.
Ρήση που ταίριαζε γάντι στην προχθεσινή «συνάντηση κορυφής» του Καΐρου και την επικοινωνιακή αναβάθμιση του Αιγύπτιου στρατηγού Αμπντέλ Φατάχ αλ Σίσι, ενός από τους πιο αιμοσταγείς και γελοίους τυράννους της ευρύτερης περιοχής, σε αξιόμαχο εγγυητή των ελληνικών εθνικών συμφερόντων στην Ανατολική Μεσόγειο.
Οπως και στην περίπτωση του Ισραήλ, που από κράτος-τρομοκράτης έχει πλέον αναγορευτεί από τους εθνικώς ευαίσθητους αναλυτές μας σε προπύργιο της ελληνοχριστιανικής Δύσης απέναντι στην «ισλαμική απειλή», έτσι κι εδώ τα πρώτα θύματα του υπό διαμόρφωση αντιισλαμικού άξονα είναι ό,τι ακριβώς αξίζει να υπερασπιστεί κανείς από τον περίφημο «δυτικό πολιτισμό»: οι ατομικές ελευθερίες και η δημοκρατική αρχή, βάσει της οποίας οι ίδιοι οι πολίτες είναι οι μόνοι αρμόδιοι να επιλέγουν τους κυβερνήτες τους.
Τα γεγονότα της τελευταίας τετραετίας στη χώρα του Νείλου είναι πασίγνωστα και δεν χρειάζεται να τα επαναλάβουμε εδώ. Αρκεί η υπενθύμιση πως ο στρατηγός Σίσι, ως αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων, ήταν αυτός που τον Ιούλιο του 2013 έβαλε τέλος στη σύντομη αιγυπτιακή μεταπολίτευση που κράτησε μόλις δυόμισι χρόνια, ανατρέποντας και φυλακίζοντας τον πρώτο δημοκρατικά εκλεγμένο πρόεδρο στην ιστορία της χώρας.
Στη συνέχεια κατάστρωσε νέο Σύνταγμα, κομμένο και ραμμένο στα μέτρα του στρατού, το οποίο εγκρίθηκε με το αυταπόδεικτα αξιόπιστο ποσοστό 98,1% σ’ ένα δημοψήφισμα όπου μετείχε επίσημα μόλις το 38,6% των ψηφοφόρων. Εξίσου δημοκρατικά ο στρατηγός Σίσι ανέλαβε τον περασμένο Ιούλιο την προεδρία της χώρας, αποσπώντας ένα 96,9% στις εκλογές που προκήρυξε ο ίδιος˙ σε αντίθεση μ’ αυτά τα φαραωνικά ποσοστά, ο ισλαμιστής προκάτοχός του δεν είχε αξιωθεί παρά 24,8% στον πρώτο και 51,7% στον δεύτερο γύρο των (πραγματικών) εκλογών του 2012.
Στο μεσοδιάστημα, ο συνομιλητής του κ. Σαμαρά δεν δίστασε να πνίξει στο αίμα τις λαϊκές αντιδράσεις στο πραξικόπημα, με αποκορύφωμα τη φοβερή σφαγή της πλατείας Ράμπα (14.8.2013), όταν οι δυνάμεις της τάξης γάζωσαν το συγκεντρωμένο πλήθος και κατόπιν έβαλαν φωτιά σε αυτοσχέδια νοσοκομεία γεμάτα τραυματίες, με αποτέλεσμα τουλάχιστον 817 -κι ενδεχομένως 2.000- νεκρούς κάθε φύλου και ηλικίας.
«Οταν πρόκειται για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας, ο σεβασμός των πολιτικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν είναι εφαρμόσιμος», ξεκαθάρισε την επομένη ο εκπρόσωπος Τύπου του Στρατού. Αυτές τις επιδόσεις είχε προφανώς κατά νου ο Ελληνας πρωθυπουργός, όταν το Σάββατο έδωσε δημόσια τα συγχαρητήριά του στον Αιγύπτιο δικτάτορα «για τον πρωταγωνιστικό και καθοριστικό του ρόλο στην αντιμετώπιση της τρομοκρατίας», διακηρύσσοντας πως «η τρομοκρατία πρέπει να πάρει τη μοναδική απάντηση από όλους, απάντηση δυναμική». Οι πολιτικοί κρατούμενοι υπολογίζονται μεταξύ 16.000 και 40.000, οι θανατικές καταδίκες από τα στρατοδικεία του Σίσι ξεπερνούν τις χίλιες.
Οταν όμως στο βάθος του τούνελ αστραποβολάνε τα φανταστικά χρυσά κουτάλια της ΑΟΖ, ποιος απόγονος του Περικλή θα κάτσει να αναλογιστεί τη ζωή ή την ελευθερία κάποιων τριτοκοσμικών «υπανθρώπων»;
Καθόλου περίεργο, ως εκ τούτου, που η αιγυπτιακή τραγωδία ελάχιστα έχει απασχολήσει τους συνήθεις διαχειριστές της διεθνιστικής αλληλεγγύης στη χώρα μας. Μοναδική εξαίρεση οι αφίσες των αυτόνομων αντιφασιστικών ομάδων που πανηγύρισαν την αρχική νίκη της αντιδικτατορικής εξέγερσης το 2011, προειδοποίησαν έγκαιρα για την ανακλαστική επανανοηματοδότηση του εγχώριου ρατσιστικού λόγου (φωτογραφία 1) και, τον περασμένο Γενάρη, κατήγγειλαν χωρίς περιστροφές την υποδοχή του πρωθυπουργού της αιγυπτιακής χούντας στην Αθήνα (φωτογραφία 2).
Το άλλο τείχος
Είκοσι πέντε χρόνια μετά το γεγονός που συμβόλισε όσο κανένα άλλο την τελική έκβαση του Ψυχρού Πολέμου, η πρόβλεψη περί «τέλους της Ιστορίας» μπορεί να μοιάζει με ανέκδοτο, άλλο τόσο μακρινά φαντάζουν ωστόσο τα όνειρα εκείνης της εποχής για μια πιο δίκαιη ανθρώπινη κοινωνία. Στο επίκεντρο της ανατροπής, την πάλαι ποτέ διχοτομημένη πλατεία Πότσνταμ του Βερολίνου, τα μόνα που θυμίζουν το «σοσιαλιστικό» παρελθόν είναι το ευθύγραμμο ίχνος του τείχους πάνω στην άσφαλτο και κάποια κομμάτια του που έχουν μεταφερθεί εκεί προς τέρψιν των τουριστών.
Ακόμη και η αισιόδοξη πρόβλεψη που αναγραφόταν την άνοιξη του 2013 σ’ ένα από αυτά τα τελευταία («επόμενο τείχος προς πτώση: η Γουόλ Στριτ»), κατάλοιπο μάλλον του πρόσφατου τότε παγκόσμιου κινήματος των πλατειών, φαντάζει σήμερα μάλλον υπεραισιόδοξη. Από την άλλη, κανείς δεν μπορεί να μαντέψει τι μας επιφυλάσσει το αύριο. Οπως δεν μπορούσε να το μαντέψει κι εκείνη η εικοσάχρονη Ανατολικογερμανίδα, μικρομεσαίο στέλεχος της καθεστωτικής «Ελεύθερης Γερμανικής Νεολαίας», που το καλοκαίρι του 1989 μου εξομολογούνταν στη μακρινή Πιονγιάνγκ την απογοήτευσή της για το γεγονός ότι στη «μικροαστικοποιημένη» χώρα της δεν επρόκειτο να υπάρξουν ούτε αντικαθεστωτικό κίνημα ούτε η παραμικρή πολιτική αλλαγή.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας