Κυκλοφόρησε πρόσφατα και στη γλώσσα μας το βιβλίο του Γάλλου φιλοσόφου Ετιέν Μπαλιμπάρ «Ευρώπη, κρίση και τέλος;» (Ταξιδευτής, 2017). Με αφορμή τη γαλλική έκδοση αυτού του βιβλίου, ο Μπαλιμπάρ είχε δώσει στο περιοδικό «L’Obs» τη συνέντευξη που ακολουθεί.
Από το 2010, με την κρίση του χρέους και έπειτα την προσφυγική κρίση, το ευρωπαϊκό ιδεώδες δέχεται σφοδρή πολεμική από μιαν επιστροφή των εθνικισμών. Το ευρωπαϊκό παράδειγμα αποδεικνύει ότι το ιδεώδες του κοσμοπολιτισμού, που εκφράστηκε από τον Διαφωτισμό, είναι καταδικασμένο να παραμένει ευσεβής πόθος;■ Πριν απαντήσω, επιβάλλεται να επισημάνουμε τις διαφορές, επειδή ο κοσμοπολιτισμός όπως και ο εθνικισμός απέχουν πολύ από το να είναι ομοιογενή φαινόμενα.
Στον 18ο αιώνα, ο Καντ, στο έργο του «Για την αιώνια ειρήνη», δίνει έναν ατομικιστικό ορισμό του κοσμοπολιτισμού: η ιδιότητα του πολίτη του κόσμου, που ορίζεται ως ένα «δικαίωμα επίσκεψης» το οποίο προϋποθέτει συνακόλουθα τη φιλοξενία, προστίθεται στις εθνικές ιδιότητες του πολίτη για να τους προσδώσει ένα συμπλήρωμα οικουμενικότητας.
Την ίδια περίοδο, οι αδελφοί Χούμπολντ έχουν μια πολύ διαφορετική αντίληψη του κοσμοπολιτισμού: αυτοί δεν τονίζουν την ισότητα των ατόμων, αλλά εκείνη των πολιτισμών, των οποίων η πολλαπλότητα μπορεί να συγκροτήσει έναν οικουμενικό πολιτισμό.
Παρά το ότι ο Καντ αντιτάχθηκε στην αποικιοποίηση, η αντίληψή του για τον πολιτισμό ως ηθικό ιδεώδες βασιζόμενο στον καθαρό λόγο νομιμοποιεί μιαν ιεράρχηση των λαών ή ακόμα και των φυλών, και οδήγησε σε μιαν ευρωκεντρική θεώρηση του κοσμοπολιτισμού.
Αντίθετα, ο πολυπολιτισμός των Χούμπολντ επιτάσσει κανένας πολιτισμός να μην είναι ανώτερος από κάποιον άλλον, προαναγγέλλοντας την επανάσταση που άρχισε με τον Λεβί-Στρος στο έργο του «Φυλή και ιστορία», ο οποίος όμως δεν μπορεί να αντιληφθεί ότι οι πολιτισμοί μετασχηματίζονται και αναμειγνύονται.
Αυτή η διαλεκτική των αντιλήψεων για το οικουμενικό, που απλώνει τις ρίζες της στη φιλοσοφία του Διαφωτισμού, είναι σήμερα πιο ζωντανή από κάθε άλλη φορά. Παρόμοια, και ο εθνικισμός δεν είναι μια μονοσήμαντη έννοια ούτε στο περιεχόμενό του ούτε στις χρήσεις του.
Από ιστορική και ανθρωπολογική σκοπιά, είναι σαφές ότι δεν μπορεί να υπάρχει έθνος χωρίς μια μορφή εθνικισμού: προκειμένου ένα έθνος να διαμορφωθεί και να διαιωνιστεί, ο εθνικισμός πρέπει να επιβάλλεται σε όλους τους άλλους κοινοτισμούς.
Στην ιστορία υπήρξαν δημοκρατικοί εθνικισμοί: στην ίδια την Ευρώπη, ας σκεφτούμε τις επαναστάσεις του 1848 στην Πολωνία, τη Γερμανία ή την Ιταλία, ή τον εθνικισμό της γαλλικής Αντίστασης κατά τη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου Πολέμου. Οι φασισμοί όμως είναι το παράδειγμα ολοκληρωτικών και ξενοφοβικών εθνικισμών.
Σήμερα στην Ευρώπη παρακολουθούμε όχι τόσο μιαν επιστροφή του εθνικισμού γενικά, όσο την άνοδο αντιδραστικών εθνικισμών που ποτέ δεν είχαν ολικά χαθεί, αλλά τροφοδοτούνται ισχυρά από την κρίση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Κοσμοπολιτισμός και εθνικισμός είναι επομένως έννοιες ανοικτές και η κρίση που περνάει η Ευρώπη αποτελεί γι’ αυτές ταυτόχρονα μια δοκιμασία και μια φάση επαναπροσδιορισμού.
■ Από τις απαρχές του το ευρωπαϊκό ιδεώδες έχει ήδη γνωρίσει βαθιές κρίσεις, αλλά αναζωογονήθηκε χωρίς υποχρεωτικά να ανανεωθεί, παραμένοντας πιστό στο ουσιωδώς οικονομικό του μοντέλο. Γιατί θα γίνει κάτι διαφορετικό αυτή τη φορά;
■ Γιατί αυτή η κρίση είναι εντελώς ιδιαίτερη. Χρειάζεται να κατανοήσουμε ότι φτάνουμε σήμερα στο τέρμα τριών πολιτικών και πολιτισμικών κύκλων με διαφορετική διάρκεια, οι οποίοι έρχονται να προστεθούν ο ένας στον άλλον και αλληλοεπηρεάζονται.
Ο συντομότερος είναι εκείνος της ευρωπαϊκής οικοδόμησης με τη μορφή που πήρε μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η οποία αργότερα παραλλάχθηκε μετά την κατάρρευση του σοβιετικού μπλοκ.
Ενας μακρύτερος κύκλος, εκείνος των ευρωπαϊκών εμφυλίων πολέμων του εικοστού αιώνα, από το 1914 ώς το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, έφτασε κι αυτός ταυτόχρονα στο τέλος του.
Τέλος, στην κλίμακα πολλών αιώνων, ολοκληρώνεται ο κύκλος του εξευρωπαϊσμού του κόσμου, που άνοιξε με την ανακάλυψη της Αμερικής και διευρύνθηκε στην εποχή του Διαφωτισμού.
Η πτώση της αποικιοκρατίας και η παγκοσμιοποίηση οδήγησαν σε αυτό που ο Ινδός ιστορικός Ντιπές Τσακραμπάρτι ονόμασε «επαρχιοποίηση» της Ευρώπης, που συντελείται ταυτόχρονα στο οικονομικό και στο πολιτισμικό πεδίο.
Χρειάζεται να υπολογίσουμε τη σύζευξη των τερματισμών αυτών των τριών κύκλων, προκειμένου να αντιληφθούμε καλά όλη τη δυσκολία και τις εντάσεις της φάσης που ζούμε, αλλά και τη δυνητική της δημιουργικότητα.
Βρισκόμαστε ακριβώς σε αυτό που ο Γκράμσι είχε αποκαλέσει «μεσοβασιλεία», δηλαδή σε μιαν αρνητική ιστορική φάση κατά την οποία «το παλιό πεθαίνει, ενώ το καινούριο δεν καταφέρνει ακόμα να γεννηθεί», πράγμα που γεννάει πολλά παθολογικά φαινόμενα.
Στην περίπτωσή μας, η ξενοφοβία και αυτό που αποκαλούν με τρόπο αρκετά συζητήσιμο «ο λαϊκισμός» εμφανίζονται στην πρώτη γραμμή. Το σχέδιο της ευρωπαϊκής ομοσπονδίας πρέπει να πάρει μια ριζικά νέα μορφή, προκειμένου να δοθούν λύσεις στην τωρινή υπαρξιακή κρίση.
■ Υπερασπίζεστε έναν «αριστερό ευρωπαϊσμό». Πώς τον ορίζετε;
■ Ξεκινώ από τη διπλή διαπίστωση της αδικίας και της αδυναμίας, αλλά και της μη αντιστρέψιμης αλληλεγγύης της μοίρας των ευρωπαϊκών λαών.
Αν η Ευρώπη αποδεικνύεται ανίκανη, ενώ καλείται από την ιστορία να πάρει επαναστατικές αποφάσεις, αυτό οφείλεται ταυτόχρονα στο ότι δεν είναι πολιτικό υποκείμενο και στο ότι δεν διαθέτει δημοκρατική νομιμοποίηση. Αυτές οι δυο πλευρές συνδέονται όμως.
Ο ευρωπαϊκός φεντεραλισμός όπως παρουσιάζεται σήμερα δεν είναι διόλου μια υπέρβαση της εθνικότητας, είναι, όπως ορθά το είπε ο Χάμπερμας, ένας αυταρχικός και γραφειοκρατικός ψευδο-φεντεραλισμός, ένας κρατισμός χωρίς κράτος και χωρίς πολίτες. Αρχικά, στο πνεύμα των ιδρυτών πατέρων, η Ευρώπη έγινε αντιληπτή ως μια τεχνοκρατική «μηχανή».
Οικοδομήθηκε πάνω στον φόβο για τη μαζική πολιτική συμμετοχή, απορρίπτοντας την ιδέα της αντιπροσώπευσης και του δημοκρατικού ελέγχου σε υπερεθνική κλίμακα, ή χαρακτηρίζοντάς την ανέφικτη, πράγμα που στην πράξη οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα.
Σήμερα, ο πιο ισχυρός ευρωπαϊκός θεσμός, στον οποίο βασίζεται σε μεγάλο βαθμό η νομιμότητα αυτού του ξεχαρβαλωμένου οικοδομήματος, είναι η Κεντρική Τράπεζα.
Αυτή παίρνει ανεξέλεγκτα αποφάσεις που επηρεάζουν την καθημερινή ζωή των πολιτών, καθώς και τις σχέσεις της Ευρώπης με τον υπόλοιπο κόσμο, με βάση ένα δόγμα που κανείς δεν συζητάει.
Μετά το 1989, ο θρίαμβος του νεοφιλελευθερισμού ενταφίασε την ιδέα της κοινωνικής Ευρώπης και οι ευρωπαϊκές ελίτ επέβαλαν την οικονομική ορθοδοξία της οποίας τις καταστροφές μετράμε σήμερα, ιδίως στις χώρες της Νότιας Ευρώπης όπου αυτή εφαρμόστηκε με ιδιαίτερη «αυστηρότητα».
Η Ευρωπαϊκή Ενωση είναι στην ιστορία μας η δεύτερη απόπειρα υπερεθνικής οικοδόμησης μετά την ΕΣΣΔ. Οπως άλλοτε το σοβιετικό σύστημα, έτσι και αυτή διατρέχει τον κίνδυνο να καταρρεύσει, αν δεν έρθει σε ρήξη με το πολιτικοοικονομικό της δόγμα και αν δεν ανοιχτεί στη δημοκρατική αντιπαράθεση.
Για να σώσουμε την Ευρώπη, για να αναζωογονήσουμε αυτό το ιδεώδες που το έχουν διαλύσει οι ολιγαρχικοί θεσμοί και οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές, επιβάλλεται μια μετάβαση προς ένα μοντέλο διαμοιρασμένης κυριαρχίας και υπερεθνικής πολιτειότητας. […]
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας