«Το Λάθος» του Αντώνη Σαμαράκη, σχεδόν εξήντα χρόνια μετά την πρώτη του έκδοση το 1965 από το «Βιβλιοπωλείο της Εστίας», συνομιλεί εξίσου συναρπαστικά με το σήμερα. Αλληγορικό μυθιστόρημα που γράφτηκε για τα ολοκληρωτικά καθεστώτα, καθώς ο συγγραφέας του είχε βιώσει τη δικτατορία του Μεταξά, τη γερμανική Κατοχή και τον ναζισμό, είναι από τα πιο σημαντικά και επιδραστικά της ελληνικής λογοτεχνίας. Μια κραυγή ενάντια σε «όσους καπηλεύονται τη Δημοκρατία» όπως είχε πει ο Αρθουρ Μίλερ, ένας εφιάλτης με καφκικά και οργουελικά στοιχεία όπου η ελευθερία του ατόμου συνθλίβεται με τις μεθόδους που εφαρμόζουν οι υπηρέτες του καθεστώτος. Μια δυστοπία που ανατρέπεται από την ελεύθερη βούληση. Ενα νουάρ πολλών καρατίων με ευφυές τέλος και σύμφωνα με τον Λουίς Μπουνιουέλ, ένα ιδανικό υλικό για να γίνει ταινία - άλλωστε πρώτη φορά το μυθιστόρημα είχε αποτελέσει το 1975 τη βάση της γαλλικής ταινίας La faille των Ζαν-Κλοντ Καριέρ και Πέτερ Φλέισμαν.
Πάντως, αυτό σκέφτηκε και ο Θεόφιλος Παπαστυλιανός, όταν διάβασε για δεύτερη φορά πριν από λίγα χρόνια «Το Λάθος», στην αγγλική έκδοση. Ανακάλυψε ότι «το μήνυμα είναι πάρα πολύ δυνατό και όπως έβλεπα και βλέπω να προχωρούν ο κόσμος και οι κοινωνίες, είναι, δυστυχώς, και επίκαιρο». Επικοινώνησε με την Ελένη Σαμαράκη και ξεκίνησε τη συγγραφή του σεναρίου, την αναζήτηση του παραγωγού, των συντελεστών και κάπως έτσι, πριν από εφτά χρόνια, άρχισε η περιπέτεια της πρώτης μεγάλου μήκους ταινίας του, «The Flaw» («Το Λάθος»), σε παραγωγή της εταιρείας «Αργοναύτες» του Παναγιώτη Παπαχατζή.
Τις προηγούμενες ημέρες ολοκληρώθηκαν τα γυρίσματα στην Αθήνα, όπου έγιναν, κυρίως, τα εσωτερικά, ενώ προηγήθηκαν τον Σεπτέμβριο όλα τα εξωτερικά στη Ρίγα της Λετονίας, με εντυπωσιακές σκηνές δράσης. «Ηταν μονόδρομος η Λετονία γιατί μας έδινε ουσιαστικά τον κόσμο που θέλαμε να δημιουργήσουμε. Τον κόσμο της μεγάλης πόλης, της πρωτεύουσας που όλες οι δομές είναι μπρουταλιστικές, τα κτίρια μεγάλα και ο άνθρωπος φαντάζει μικρός. Στην Αθήνα δεν υπάρχουν τέτοια κτίρια», μας λέει ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος Θεόφιλος Παπαστυλιανός στο διάλειμμα του γυρίσματος, το οποίο έχουμε προσκληθεί να παρακολουθήσουμε μαζί με συναδέλφους. Η ταινία γυρίστηκε εξ ολοκλήρου στα αγγλικά. «Οταν θέλεις να πετύχεις κάτι άτοπο και άχρονο, βοηθάει η αγγλική γλώσσα. Στα ελληνικά θα είχε μια εντοπιότητα. Οχι ότι είναι κακό, αλλά στη φόρμα που αγγίζει το νουάρ ταιριάζουν περισσότερο τα αγγλικά», συμπληρώνει.



Πρωταγωνιστούν ο David Dawson στον ρόλο του Ανακριτή και ο Arthur McBain στον ρόλο του Υπόπτου. Οι Βρετανοί ηθοποιοί, γνωστοί από τις δουλειές τους κυρίως στο θέατρο αλλά και στην τηλεόραση, δημιουργούν το απόλυτο δίδυμο των ηρώων. Δηλώνουν ενθουσιασμένοι με το βιβλίο, με το εγχείρημα της μεταφοράς του στον κινηματογράφο, με την ατμόσφαιρα στα γυρίσματα που τη χαρακτηρίζουν «οικογενειακή», με τον σκηνοθέτη, με τη συνάντησή τους με την κ. Σαμαράκη που τους υπέγραψε εκδόσεις και φυσικά με την Αθήνα που λάτρεψαν. «Είχαμε τη μεγάλη πολυτέλεια να έρθουμε εδώ και να κάνουμε πρόβες επί δύο εβδομάδες για να εμβαθύνουμε στη συνεργασία μας. Ο Θεόφιλος είναι πολύ συνεργάσιμος και το σενάριο εξαιρετικό. Με τιμά η πρόσκληση να συμμετάσχω στην πρώτη ταινία ενός σκηνοθέτη», δήλωσε ο David Dawson. Και όπως συμπλήρωσε ο Arthur McBain, «είναι πολύ ωραίο να συμμετέχεις στην πρώτη ταινία κάποιου γιατί είναι πάντα ενθουσιώδης. Αν και ο Θεόφιλος είναι πολύ έμπειρος στα γυρίσματα».
Το γύρισμα
Η αρχοντική μονοκατοικία επί της λεωφόρου Αλεξάνδρας, που στις ημέρες της ακμής της πρέπει να ήταν από τις ωραιότερες αστικές της περιοχής, φιλοξενεί το συνεργείο, μηχανήματα, βεστιάριο, μηχανές, φώτα, μακιγιάζ, πρωταγωνιστές, κομπάρσους, τεχνικούς, βοηθούς... Για τις ανάγκες των γυρισμάτων που αφορούν μια κομβική στιγμή του βιβλίου, μετατράπηκε σε ξενοδοχείο. Κατά τη διάρκεια της μεταφοράς του Υπόπτου στα κεντρικά ανακριτικά γραφεία του Καθεστώτος, υποτίθεται ότι χαλάει το αυτοκίνητο. Είναι ένα παιχνίδι που παίζουν ο Ανακριτής και ο Μάνατζερ, προκειμένου να δημιουργήσουν εκείνες τις συνθήκες που θα ευνοήσουν στο μυαλό του Υπόπτου την ιδέα της απόδρασης, κάτι που αυτόματα θα αποδείκνυε την ενοχή του.
Η σκηνή που παρακολουθήσαμε εκτυλίσσεται στο τυπικό δωμάτιο εποχής κάποιου ξενοδοχείου που θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδήποτε. Ο Ανακριτής και ο Υποπτος θα περάσουν εκεί λίγες ώρες, μέχρι να επισκευαστεί το αυτοκίνητο. Είναι η στιγμή που χτυπάει το τηλέφωνο και ο Μάνατζερ ειδοποιεί ότι δεν θα είναι έτοιμο πριν από την επόμενη ημέρα. Οι δύο άντρες κατά την παραμονή τους θα έρθουν πιο κοντά, οι χειροπέδες θα βγουν, οι εντάσεις θα χαλαρώσουν, ο Υποπτος θα σιγομουρμουρίσει ένα παιδικό νανούρισμα, μια σκακιέρα θα στηθεί σε μια σκηνή χαμηλής έντασης και δράσης, με εσωτερικό παίξιμο και θεατρικότητα. Η σκηνή θα γυριστεί αρκετές φορές μέχρι ο σκηνοθέτης να κρατήσει την καλύτερη λήψη. Ο εύθραυστος και προβληματισμένος Υποπτος, ο άκαμπτος και στιβαρός Ανακριτής συνομιλούν εξαιρετικά υποκριτικά, αλλά και με τη γλώσσα του σώματος.
«Οι ρόλοι μοιάζουν γιατί οι χαρακτήρες είναι σαν σπασμένες ψυχές, πάντα παίζουν σε δύο επίπεδα. Αλλα λένε στα λόγια και άλλα εννοούν με την ψυχή τους. Αυτό είναι το στοίχημα στις σκηνές τους. Πάντα, και οι δύο, κινούνται σε μια γκρίζα ζώνη», λέει ο σκηνοθέτης και χαρακτηρίζει τους πρωταγωνιστές του εξαιρετικούς ηθοποιούς και ανθρώπους. «Είμαστε πολύ τυχεροί που τους έχουμε... είναι τέλειος συνδυασμός, γιατί πάντα τους κοιτάς και ως ζευγάρι, παρότι προβληματίστηκα γιατί έχουν μεγάλη διαφορά ύψους. Σκέφτηκα όμως ότι είναι φανταστικό να δουλέψουμε έτσι ώστε εκείνος που είναι πιο κοντός, ο Ανακριτής, να αναγκαστεί να ψηλώσει κι εκείνος που είναι πιο ψηλός, ο Υποπτος, να αναγκαστεί να μαζευτεί, να κοντύνει. Αυτό ήταν μια πρόκληση και τη δουλέψαμε μαζί».
Στην ερώτησή μας για τη διαχρονικότητα του βιβλίου, που είναι γραμμένο πριν από 60 χρόνια αλλά αφορά και το σήμερα, απαντά:
«Οταν διαβάζεις “Το Λάθος”, σε πρώτη ανάγνωση, μιλάει για τα ολοκληρωτικά καθεστώτα. Είναι το πρώτο επίπεδο αφήγησης για να πεις μια ιστορία. Καθεστώς όμως είναι και η οικογένειά μας και το 1/3 των δημοκρατιών σήμερα, που είναι συγκαλυμμένες. Εχουμε επίφαση δημοκρατίας. “Το Λάθος” ουσιαστικά μιλάει για τους ανθρώπους, πόσο κοντά μπορούν να βρεθούν ή όχι. Το παράδειγμα που μου αρέσει να αναφέρω είναι ότι πρέπει να φανταστούμε έναν κυνηγό που περπατάει στο δάσος και ξαφνικά βλέπει ένα ελάφι. Σηκώνει το όπλο, βάζει το μάτι στη διόπτρα και τι βλέπει; Ενα θήραμα. Αν μπορούσε να κατεβάσει τη διόπτρα, θα έβλεπε πάλι ένα ελάφι. Το ίδιο γίνεται και με τους ανθρώπους. Ο Σαμαράκης μιλάει για τις διόπτρες και πώς αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο μέσα από τις δικές μας παρωπίδες. Υπάρχει παντού μόνο το άσπρο-μαύρο... Εχουμε καταργήσει την γκρίζα ζώνη και την αναφέρουμε ως κάτι κακό, αλλά είναι το σημείο επαφής των ανθρώπων».
Οι ηθοποιοί
«Η ιστορία του βιβλίου είναι πολύ σχετική με όσα συμβαίνουν σήμερα. Στο μυθιστόρημα βλέπεις έναν κόσμο δυαδικό. Είναι “ναι ή όχι”, “μηδέν ή ένα”, “μαζί μας ή εναντίον μας”, και αυτό συμβαίνει τώρα στο twitter και στα σόσιαλ μίντια», σχολιάζει ο Arthur McBain για «Το Λάθος», στο διάλειμμα των γυρισμάτων. «Ο κόσμος μοιάζει να είναι διχασμένος σε δύο πλευρές χωρίς σκιές στο ενδιάμεσο και έχει μεγάλο ενδιαφέρον σε αυτή την ιστορία δύο άνθρωποι που εκπροσωπούν δύο διαφορετικές πλευρές να συναντιούνται στη μέση και να βρίσκουν τα κοινά τους σημεία. Ο πατέρας της συντρόφου μου έχει εντελώς διαφορετικές απόψεις από εμένα όσον αφορά την πολιτική και συνηθίζουμε να έχουμε έντονες συζητήσεις όταν συναντιόμαστε στο οικογενειακό τραπέζι. Ομως είναι ο άνθρωπος που μου έμαθε περισσότερα για την πολιτική από κάθε άλλον και τελικά ανακαλύψαμε ότι συμφωνούμε σε περισσότερα από όσα διαφωνούμε, ακόμα και αν υποστηρίζουμε εντελώς διαφορετικά πράγματα. Η εντύπωση που έχω από την Generation Z είναι ότι πρόκειται για άτομα που ασχολούνται πολύ με την πολιτική, τουλάχιστον αυτό συμβαίνει στην Αγγλία».
Ο David Dawson συμπληρώνει: «Διάβασα το βιβλίο μέσα σε έξι ώρες και κατάλαβα πως η δύναμή του είναι ότι δεν αφορά συγκεκριμένο χρονικό διάστημα - είναι άχρονο». Στην ερώτηση ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση για τον ρόλο λέει: «Η αργή εξέλιξη του χαρακτήρα που υποδύομαι. Είναι ένα μεγάλο ταξίδι και ήταν πολύ ενδιαφέρον να βουτήξω και να εξερευνήσω αυτή την τεράστια, αργή εξέλιξη του ήρωα. Ελπίζω το κοινό που θα δει την ταινία να αντιληφθεί, στο τέλος, αυτή την εξέλιξη. Ηξερα από την πρώτη στιγμή που διάβασα το σενάριο ότι έπρεπε να το κάνω».
Με βρετανικό χιούμορ απαντάει ο Arthur McBain στην ίδια ερώτηση για το ποια υπήρξε για εκείνον η μεγαλύτερη πρόκληση του ρόλου του. «Να κρατήσω τα μαλλιά μου στο συγκεκριμένο χτένισμα αλλά και οι χειροπέδες που φοράω. Είναι δύσκολο να θέλεις να ξύσεις το κεφάλι σου... Πέρα από την πλάκα, η μεγαλύτερη πρόκληση είναι να διατηρήσω την πραγματικότητα της κατάστασης. Πρόκειται για έναν άνθρωπο που έχει συλληφθεί από το καθεστώς... Και επίσης να δώσουμε χώρο να αναπτυχθεί μια φιλία ανάμεσα στους δύο ήρωες. Ηταν σαν να περπατάμε στο σκοινί του ακροβάτη ανάμεσα στον φόβο και τη δυστυχία από τη μια μεριά και την ανθρωπιά από την άλλη». Για την ταινία αναφέρει: «Η ταινία σχολιάζει σπουδαία ερωτήματα περί ελευθεριών, ελεύθερης βούλησης και για το ποιος έχει τον έλεγχο στη ζωή μας. Υποθέτω ότι η ζωή μας ελέγχεται από καθεστώτα χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε. Νομίζω ότι η ταινία σχολιάζει αυτή τη λογική τού «αν δεν είσαι μαζί μας, είσαι εναντίον μας», κάτι που ισχύει γενικότερα και σίγουρα στη βρετανική πολιτική τα τελευταία 10-15 χρόνια και από τις δύο πλευρές. Αυτό μας έχει οδηγήσει στην Αγγλία σε κάποιες επικίνδυνες καταστάσεις και έχει προκαλέσει πολλά προβλήματα. Οι διαφορετικές πλευρές δεν επικοινωνούν και αυτό είναι επικίνδυνο. Αυτή η λογική απευθύνεται σε όλους άσχετα από την πολιτική τοποθέτηση του καθενός».
Πληροφορίες: «The Flaw» («Το Λάθος»), σε σενάριο-σκηνοθεσία Θεόφιλου Παπαστυλιανού, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο του Αντώνη Σαμαράκη. Παίζουν: David Dawson, Arthur McBain, Ralf Little, Αντζελα Μπρούσκου, Sarah Akokhia, Georgia Small, Nathan Thomas, Μιχάλης Βαλάσογλου, Matthew Sim, Danny John-Jules, Ben Tavassoli, Skyrah Archer κ.ά. Διεύθυνση φωτογραφίας: Θoδωρής Ζαχαράκης. Production designer: Μιχαήλ Σαμιώτης. Κοστούμια: Κατερίνα Τσακότα. Ηχος: Γιάννης Αντύπας. Μουσική: Δημήτρης Φέσσας. Μοντάζ: Γιάννης Χαλκιαδάκης. Οργάνωση παραγωγής: Γιάννης Καραντάνης . Διεύθυνση παραγωγής: Γιώργος Ζέρβας. Παραγωγοί: Πάνος Παπαχατζής, Λίνα Γιαννοπούλου, Θεόφιλος Παπαστυλιανός. Συμπαραγωγός: Alise Rogule. Παραγωγή: Αργοναύτες Α.Ε. Σε συμπαραγωγή με: ΕΡΤ, Mima Films (Λετονία)
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας