Barbie (Ην. Βασίλειο, ΗΠΑ, 2023, 114’)
★★★☆☆
● σκηνοθεσία: Γκρέτα Γκέργουιγκ
● ηθοποιοί: Μάργκο Ρόμπι, Ράιαν Γκόσλινγκ, Κέιτ ΜακΚίνον, Αμέρικα Φεράρα, Μάικλ Σέρα
Αποφασισμένη να μεταφέρει όχι την ιστορία αλλά το σύμβολο της Barbie στο σινεμά ως ανατρεπτική μετα-φεμινιστική κωμωδία, η Γκρέτα Γκέργουιγκ του «Lady Bird» και του δικού της «Μικρές Κυρίες», της quirky γοητείας και της παραγωγικής ανεξαρτησίας, παραδίδει τελικά μια ταινία υπέροχα διασκεδαστική αλλά λιγότερο έξυπνη και πρωτότυπη απ’ όσο προσδοκούσαμε.
Στην Barbieland, ζουν όλες οι Barbie, αυτόφωτες, υπερτέλειες, σε θέσεις ισχύος, και όλοι οι Κεν, ασήμαντοι, εκτός αν μια Barbie τούς δώσει σημασία και τους φέρει για λίγο στο φως. Η «δική μας» Barbie είναι, όπως και οι υπόλοιπες, σίγουρη για τρία πράγματα: ότι όσο τέλειο ήταν το χθες, θα είναι και το σήμερα και το αύριο˙ ότι, χάρη στις Barbie, ο Πραγματικός Κόσμος έχει εξαλείψει το θέμα τής ανισότητας των φύλων, μια και τα κορίτσια από μικρά μαθαίνουν ότι μπορούν να γίνουν αυτό που θα επιλέξουν˙ κι ότι το κουντεπιέ της θα είναι για πάντα τεντωμένο, με τη φτέρνα ψηλά, έτοιμο να μπει σε κάθε τακουνάτο γοβάκι. Ομως, μια μέρα η Barbie θα ξυπνήσει στραβά, το νερό στο ντους θα είναι κρύο, οι φρυγανιές της καμένες, η πατούσα της επίπεδη, ν’ ακουμπάει ολόκληρη στο δάπεδο και, το χειρότερο, στο μυαλό της θα γυρίζει ο φόβος του θανάτου! Μια Barbie σε κατάθλιψη είναι μια άκυρη Barbie και έτσι η Τελειότητά της θα ταξιδέψει ώς τον Πραγματικό Κόσμο, για ν’ ανακαλύψει τι της φταίει και πώς μπορεί να το διορθώσει.
Η Γκρέτα Γκέργουιγκ, η οποία για κάποιον λόγο ένιωσε ότι για το σενάριο αυτής της εμβληματικά κοριτσίστικης/γυναικείας ταινίας χρειάστηκε τη συνεργασία του συντρόφου και μέντορά της, Νόα Μπόμπακ, καταστρώνει την περιπέτειά της συναρπαστικά. Το πρώτο μέρος της ταινίας, στην Barbieland, είναι εικαστικά τεντωμένο στα ροζ, τα κίτρινα, τα φλούο, τόσο λαμπερά όσο η καταναγκαστική διάθεση των ηρωίδων και των (παραπεταμένων) ηρώων, με απανωτές κωμικές σκηνές και ατάκες που υπονομεύουν απολαυστικά την αμερικανική βεβαιότητα, ότι μια ετικέτα (ή ένα χρώμα πλαστικού δέρματος, τεχνητών μαλλιών, κάποια αξεσουάρ) τακτοποιεί την αδικία στον κόσμο. Αφού η Barbie είναι μαύρη, καφέ, κίτρινη, φορά στηθοσκόπιο ή κρατά σφυρί δικαστή ή τα ηνία ολόκληρης της χώρας, σίγουρα η ισότητα των φύλων είναι εξασφαλισμένη.
Η Μάργκο Ρόμπι είναι η ιδανική ενσάρκωση τής έκπληκτης και αυτοσαρκαζόμενης Barbie, μια καλλονή με μυαλό και παιχνιδιάρικη διάθεση απέναντι στο κατεστημένο. Ο Ράιαν Γκόσλινγκ (μάς) διασκεδάζει με το μελαγχολικό του ύφος ως «αδύναμο φύλο», μας ανεβάζει με τους μυθικούς κοιλιακούς του, παρότι η δική του ερμηνεία, όπως και ο ίδιος ο Κεν, άλλωστε, ποτέ δεν απογειώνεται. Τα σεναριακά παιχνίδια με την αμήχανη δυσλειτουργικότητα της κούκλας είναι τα πιο έξυπνα, τα πιο πετυχημένα. Οταν, όμως, η Barbie μεταφέρεται στον Πραγματικό Κόσμο, η ευρηματικότητα αρχίζει να χωλαίνει και η αυτοαναφορικότητα να γίνεται προφανής. Τα άφθονα ποπ τραγούδια (Ντούα Λίπα, Σαμ Σμιθ, Νίκι Μινάζ, HAIM, Μπίλι Εϊλις, ακόμα και η κιθάρα του Slash), εκσφενδονίζουν στα ύψη, σαν μια εκπληκτική επίδειξη δύναμης, τις εμπορικές αξιώσεις της ταινίας, αλλά οι πλάκες φτηναίνουν και η κριτική ματιά αποδεικνύεται, τελικά, εξίσου απλοϊκή με τις… «woke» επιλογές τής Mattel στην εξέλιξη της Barbie. Γιατί, ναι, όλες οι γυναίκες είμαστε μαμάδες και/ή κόρες, αλλά όταν με την έναρξη και το φινάλε του φιλμ κάνεις έναν πλήρη κύκλο που εστιάζει στη μητρότητα, σίγουρα δεν κάνεις λάθος, αλλά δεν κάνεις και καμία ανατροπή, όπως η επιλογή της Γκέργουιγκ και των πρωταγωνιστών της «υποσχέθηκε». Κατά τα άλλα, ναι, είναι τέλειο να γελάς με έξυπνα αστεία και να θαμπώνεσαι από ‘80s πολυχρωμία, αλλά αστειότερες και πικρότερες παραμένουν, στους τίτλους τέλους, οι πραγματικές Barbie που «διακόπηκαν» ως μη ελκυστικές.
Η ρίζα του κακού (L’origine du mal, Γαλλία, Καναδάς, 2022, 125’)
★★½☆☆
● σκηνοθεσία: Σεμπαστιέν Μαρνιέ
● ηθοποιοί: Λορ Καλαμί, Ντοριά Τιλιέ, Ντομινίκ Μπλαν, Ζακ Βεμπέρ, Σουζάν Κλεμάν, Σελέστ Μπρανκέλ, Βερονίκ Ρουτζία Σάουρα
Μια νεαρή γυναίκα εγκλωβίζεται μεταξύ των μη αντιμετωπίσιμων χρεών της και της κτητικότητας της φυλακισμένης συντρόφου της.
Εξοδος σωτηρίας, μια επίσκεψη στην έπαυλη του πατέρα της, εκείνου που δεν γνώρισε ποτέ και που διαθέτει τεράστιο πλούτο, παρότι η δεύτερη γυναίκα του, η κόρη και η εγγονή τους είναι αποφασισμένες να μην αποχωριστούν ούτε ευρώ.
Ενα προδιαγεγραμμένο έγκλημα αναζητά ένοχο σ’ αυτή την ταινία μυστηρίου και μαζί κοινωνικής κριτικής, από τον σκηνοθέτη του αιχμηρού «Το τελευταίο μάθημα».
Παρότι, όμως, η ίδια η έπαυλη χτίζει τη σωστή ατμόσφαιρα, η Καλαμί αποδεικνύει ξανά ότι είναι δεινή σε κάθε ρόλο και οι ανατροπές έρχονται η μία μετά την άλλη, πιάνοντας τον θεατή εξαπίνης, η κάθε «στροφή» του σεναρίου είναι φορτωμένη με τόσο φλύαρο, α λα γαλλικά διάλογο, που ο ειρμός χάνεται και η σοβαροφάνεια σκιάζει τα πραγματικά νοήματα που ο Μαρνιέ θέλει να μεταφέρει.
Ακου τη μαμά (Cobweb, ΗΠΑ, 2023, 88’)
● σκηνοθεσία: Σάμιουελ Μπόουντιν
● ηθοποιοί: Λίζι Κάπλαν, Αντονι Σταρ, Κλιοπάτρα Κόουλμαν, Γούντι Νόρμαν
Ο μικρός Πίτερ ακούει ένα αδιάκοπο χτύπημα από μέσα από τον τοίχο του υπνοδωματίου του. Οι γονείς του επιμένουν ότι μόνο τον φαντάζεται, όμως ο Πίτερ αρχίζει να πιστεύει ότι οι γονείς του ίσως κρύβουν ένα τρομακτικό, επικίνδυνο μυστικό και παύει να τους εμπιστεύεται –τι χειρότερο για ένα αβοήθητο παιδί; Ταινία... οικογενειακού τρόμου, από τους παραγωγούς του «Το Αυτό» και τον Σεθ Ρόγκεν.
Ζαν ντι Μπαρί, η ερωμένη του βασιλιά
(Jeanne du Barry, Γαλλία, Ην. Βασίλειο, Βέλγιο, 2023, 113’)
★★☆☆☆
● σκηνοθεσία: Μαϊγουέν
● ηθοποιοί: Μαϊγουέν, Τζόνι Ντεπ, Μπενζαμέν Λαβέρν, Πιερ Ρισάρ, Μελβίλ Πουπό, Πασκάλ Γκρεγκορί
Στη Γαλλία του 18ου αιώνα, η Ζαν, μια όμορφη και ερωτικά πρόθυμη, πάμφτωχη κοπέλα ανελκύεται κοινωνικά, ώσπου ο εραστής της, κόμης ντι Μπαρί, τη συστήνει στον Λουδοβίκο 15ο, ο οποίος την ερωτεύεται κεραυνοβόλα και την καθιστά ευνοούμενή του.
Η ηθοποιός και σκηνοθέτρια Μαϊγουέν, του τολμηρότερου «Polisse» και του πλαδαρότερου «Ο βασιλιάς μου», με τον Βενσάν Κασέλ, μεταφέρει στο σινεμά την πραγματική ιστορία τής Ζαν ντι Μπαρί, κάνοντας επιλογές πιο λανθασμένες κι από την ηρωίδα της πριν συναντήσει την γκιλοτίνα. Τεράστιο μπάτζετ αναλώνεται σε εντυπωσιακά, πανοραμικά πλάνα των Βερσαλιών (των πραγματικών στα εξωτερικά και λίγα εσωτερικά), στη δεξιοτεχνία του διευθυντή φωτογραφίας Λοράν Νταϊγιάν, που γυρίζει σε φιλμ 35mm, στους φωτισμούς με κεριά σε μια αθεόφοβη προσέγγιση του «Μπάρι Λίντον» και πέρα απ’ αυτό… το χάος. Η σημερινή απόδοση της ιστορίας της ελκυστικής, θαρραλέας πληβείας, που βρήκε τη θέση της στο παλάτι και την Ιστορία, θα μπορούσε να γίνει μια σύγχρονη αναφορά στη γυναικεία δύναμη, αυτοτέλεια, στα γρανάζια της εξουσίας, ακόμα και στη σύγχρονη πορεία της Γαλλίας ή της Ευρώπης, με τις άλλου τύπου «αυλές» της. Αντ’ αυτού, το φιλμ εξωραΐζει τις αντιξοότητες της ζωής της ντι Μπαρί, εστιάζει υπερβολικά στην ίδια τη Μαϊγουέν, που ποτέ δεν υπήρξε ιδιαίτερα καλή ηθοποιός, και ξοδεύεται σε χάχανα και αδικαιολόγητη ελαφρότητα. Μέσα σ’ αυτή τη μετριότητα, ο Τζόνι Ντεπ, που προκάλεσε δικαιολογημένες αντιδράσεις στο κόκκινο χαλί του Φεστιβάλ Κανών, όπου η ταινία υπήρξε το επίσημο άνοιγμα, επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά ότι, παρά την παραβατική και βίαιη συμπεριφορά και παρότι ντουμπλαρισμένος στα γαλλικά, έχει ένα από τα ωραιότερα κινηματογραφικά βλέμματα που μπορεί κανείς να δει στη μεγάλη οθόνη.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας