Συχνά υποθέτουμε ότι η ομορφιά κάνει τον άνθρωπο πιο τυχερό. Βέβαια αν κάποιος έμπαινε στον κόπο να μελετήσει τη ζωή των όμορφων και των άσχημων δεν φαντάζομαι να διαπίστωνε κάτι τέτοιο. Ωστόσο εγώ επιμένω ότι ακριβώς αυτό ίσχυσε για τον 77χρονο Γερμανό ηθοποιό Ούντο Κιρ. Μ’ ένα πρόσωπο που θα ήταν αδύνατον να μη γυρίσεις να δεις πάλι, με πράσινα μάτια που μοιάζουν σαν να έβγαζαν φλόγες ο Κιρ γοήτευσε πολλούς καλλιτέχνες στα νιάτα του. Ηταν φίλος και εραστής του Βέρνερ Φασμπίντερ, ενώ έπαιξε και σε ταινίες του ίδιου κυρίως τη δεκαετία του ’70.

| Photo by Chris Stephens. Photo courtesy of Magnolia Pictures
Ούτε ξέφυγε από την προσοχή του Αμερικανού κινηματογραφιστή και συνεργάτη του Αντι Γουόρχολ, Πολ Μόρισι, ο οποίος του έδωσε την κατεύθυνση που θα ακολουθούσε κατά κύριο λόγο στην καριέρα του – τις ταινίες τρόμου/cult. Στη δεκαετία του ’90 συνεργάστηκε στενά με τον εξαιρετικό Δανό δημιουργό, τον Λαρς φον Τρίερ. Τα τελευταία χρόνια εργαζόταν μόνο σποραδικά. Στην τελευταία ταινία του LGBTQ+ σκηνοθέτη Τοντ Στίβενς – Swan song («Κύκνειο άσμα»), ο Κιρ πρωταγωνιστεί ως το αληθινό πρόσωπο του Πατ Πιτσενμπάργκερ, ενός πρώην διάσημου κομμωτή που το σκάει από το γηροκομείο για μια τελευταία δόση μιας ζωής γεμάτης. Εδωσε την παρακάτω συνέντευξη ηλεκτρονικά από το σπίτι του στο Παλμ Σπρινγκς της Καλιφόρνια.
• Ο χαρακτήρας του Πατ προβάλλεται με πολλή λεπτομέρεια στην ταινία, όπως π.χ. στη σκηνή όπου τον βλέπουμε να διπλώνει επιμελώς χαρτοπετσέτες. Πείτε μας αν και με ποιον τρόπο συμβάλατε στο χτίσιμο του ρόλου.
Διάβασα το σενάριο, μου άρεσε και αποφάσισα να συναντήσω τον σκηνοθέτη (Τοντ Στίβενς). Περάσαμε ένα απόγευμα μαζί και συμφωνήσαμε σε ορισμένα σημεία, όπως ότι δεν θα κάναμε πρόβες και ότι θα γυρίζαμε την ταινία όσο γινόταν σε χρονολογική σειρά. Οι διπλωμένες πετσέτες ήταν κάτι που ανακάλυψε η οικογένεια του Πατ αφού αυτός πέθανε. Ο σκηνοθέτης συμφώνησε να το περιλάβουμε, κάτι το υπέροχο γιατί αποτελεί σύμβολο του χρόνου που περνάει. Στην πόλη που έζησε ο Πιτσενμπάργκερ, στο Σαντούσκι, ζήτησα να περάσω μια-δυο βραδιές στο γηροκομείο, χωρίς κάμερα, ώστε να αποκτήσω μια αίσθηση για το μέρος. Στόχος μου ήταν να μην παίζω τον ρόλο με τρόπο ώστε ο θεατής να το καταλαβαίνει.
Το έμαθα αυτό από τον Λαρς φον Τρίερ, με τον οποίο έχω συνεργαστεί για 30 χρόνια, και μάλιστα μόλις πρόσφατα στη σειρά Kingdom. Είναι φημισμένος για τη φράση του «Μην υποκρίνεσαι!» (don’t act).
• Πολλοί πιστεύουν ότι καθώς μεγαλώνουμε οι ικανότητες μας φθίνουν, πράγμα που δεν είναι πάντα σωστό. Μάλλον πρόκειται για μια άστοχη καταδίκη της κοινωνίας που παραβλέπει τη συσσώρευση πείρας του ηλικιωμένου ανθρώπου. Θα θέλατε να το σχολιάσετε;
Είχα συνείδηση του θέματος της ταινίας ως κάτι σχετικό με το ηλικιακό ζήτημα. Αυτό, για έναν άνθρωπο της γενιάς μου, έχει άλλο ενδιαφέρον. Θυμάμαι, ας πούμε, πως όταν εγώ ήμουν μικρός, αν δυο άνδρες έμεναν μαζί ως εραστές οι γείτονες μπορεί και να καλούσαν την αστυνομία, ακόμα και να τους έστελναν στη φυλακή. Για μένα ήταν σπουδαίο το γεγονός ότι έπαιξα τον ρόλο ενός ομοφυλόφιλου που αναπολεί το παρελθόν του, την εποχή που επισκεπτόσουν τα γκέι μπαρ κρυφά ή που θέριζε το AIDS.
• Ζείτε στην Αμερική και δεν φαίνεται να σας λείπει κανένα υλικό αγαθό. Ομως έχετε γνωρίσει δύσκολες περιστάσεις στη ζωή σας…
Στην κλινική, όπου γεννήθηκα, στο τέλος του πολέμου, ήμουν τριών ημερών όταν το βράδυ πέρασε η νοσοκόμα να μαζέψει τα νεογέννητα. Η μητέρα μου ζήτησε να με κρατήσει λίγο ακόμα – μόνο εμένα είχε στον κόσμο, ο πατέρας μου την είχε παρατήσει. Εκείνο το βράδυ βομβαρδίστηκε το νοσοκομείο και γκρεμίστηκε ο τοίχος, η νοσοκόμα έπεσε πάνω στα νεογέννητα να τα σώσει, σκοτώθηκαν όλοι εκτός από τη μητέρα μου γιατί το κρεβάτι της ήταν στη γωνία. Μέσα στο σκοτάδι με κρατούσε με το ένα χέρι και με το άλλο άνοιξε μια τρύπα στα χαλάσματα και ελευθερωθήκαμε. Δεν ξέρω ποιοι μας βοήθησαν, οι Βρετανοί ή οι Αμερικάνοι, αλλά φροντίζω να είμαι καλός και στις δυο χώρες (γέλια).
Μεγάλωσα με τη μητέρα μου και ήμουν αναγκαστικά χορτοφάγος μια και μαγείρευε μόνο σούπες. Μόνο τις Κυριακές τρώγαμε ένα κομμάτι κρέας, λίγη σαλάτα και πουτίγκα με φράουλες... Μέχρι δεκαεφτά χρόνων, μοίραζα εφημερίδες και πουλούσα σάντουιτς για να βγάλω λίγα χρήματα. Μου φαίνεται απίθανο ότι μένω τώρα σε ένα τόσο όμορφο σπίτι όταν τότε δεν είχαμε νερό να πλυθούμε! Φυσικά ωρίμασα πολύ γρήγορα. Μετανάστευσα στην Αγγλία με σκοπό να μάθω αγγλικά και να δουλέψω σε κάποια εταιρεία. Εκεί μου πρόσφεραν τον πρώτο ρόλο μου. Δεν ήθελα να το κάνω, τέλος πάντων με έπεισαν. Χρησιμοποίησαν τηλεφακό σε όλη την ταινία από μακριά και το ύφος μου ήταν μονίμως περίεργο σαν να αναρωτιόμουν πού ήταν η κάμερα. Δεν ήξερα τίποτα για σινεμασκόπ. Οι εφημερίδες όμως έγραψαν για το «νέο πρόσωπο του σινεμά»... Μου άρεσε η δημοσιότητα και έτσι έγινα ηθοποιός.
• Πότε όμως αισθανθήκατε την άνεση του επαγγελματία ηθοποιού που χαίρεται το πόστο του μπροστά από την κάμερα;
Ημουν στο Παρίσι, σε ένα κλαμπ μετά την πρεμιέρα του «Σάρκα για τον Φρανκενστάιν», μαζί με τον Ρομάν Πολάνσκι και άλλους. Ηρθε ένας τύπος και μου είπε «κάνουμε την ταινία “Η ιστορία της Ο” και θέλουμε να σου προσφέρουμε πρωταγωνιστικό ρόλο». Τους είπα «εγώ πορνό δεν κάνω!». Και τότε ο Πολάνσκι με κλότσησε κάτω από το τραπέζι. Ο τύπος πήρε το τηλέφωνο μου κι έφυγε. Ο Πολάνσκι και η παρέα του μου είπαν «Tρελάθηκες; Το βιβλίο “Η ιστορία της Ο” είναι απαγορευμένο στο Παρίσι. Αν δεχτείς τον ρόλο θα μπεις σε κάθε εξώφυλλο!». Εκανα την ταινία λοιπόν και μ’ άρεσε γιατί ώς τότε είχα συμμετάσχει μόνο σε μικρές παραγωγές. Επρόκειτο για την είσοδό μου στον εμπορικό κινηματογράφο.
• Πείτε μας περισσότερα για τη συνεργασία σας με τον Λαρς φον Τρίερ.
Ο Λαρς είναι ένας από τους καλύτερους μου φίλους. Εχω βαφτίσει το πρώτο του παιδί... Τον γνώρισα σε φεστιβάλ όπου παίχτηκε η πρώτη του ταινία «Το στοιχείο του εγκλήματος». Με συγκλόνισε και είπα σε όλους τους σκηνοθέτες γύρω μου να πάνε στα σπίτια τους γιατί αυτή η ταινία θα έπαιρνε σίγουρα το βραβείο. Κι έτσι έγινε. Ζήτησα από τη γραμματεία του φεστιβάλ να τον γνωρίσω. Περίμενα να συναντήσω κάποιον καλοντυμένο σκηνοθέτη σαν τον Κιούμπρικ ή τον Φασμπίντερ, σε κακή διάθεση, να ξύνεται από τα νεύρα του, αλλά βλέπω έναν νεαρό σαν φοιτητή. Ηπιαμε μια μπίρα, τα είπαμε. Αργότερα έπεισα τη γερμανική εταιρία Pandora Films να αγοράσει την ταινία του και από τότε διανέμουν όλες του τις ταινίες. Επειτα από τρεις εβδομάδες έλαβα ένα τηλεφώνημα από τη Δανία. Ηταν ο Λαρς που μου είπε ότι θα έκανε τη «Μήδεια» του Καρλ Ντράγιερ και ότι ήθελε να μου δώσει τον ρόλο του Ιάσoνα. «Υπάρχει ένα πρόβλημα όμως», μου είπε, «δεν μοιάζεις με βασιλιά. Μην ξυριστείς και μη λουστείς κι έλα σε τρεις εβδομάδες». Ετσι ταξίδεψα βρόμικος κι ελεεινός για να βρω τον Λαρς κι αυτή ήταν η πρώτη μας δουλειά. Αργότερα βέβαια συνεργαστήκαμε στα έργα του Melancholia, «Χορεύοντας στο σκοτάδι» και Europa.
• Πώς γνωρίσατε τον Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ;
Ημουν 16 χρόνων, βρισκόμουν σε ένα μπαρ του υποκόσμου. Κι ήταν εκεί ένα αγόρι που παρατηρούσε τον κόσμο. Το όνομά του ήταν Ράινερ και σπούδαζε στην Κολονία. Κάποτε, αργότερα, έτυχε να διαβάσω σε ένα περιοδικό «Ράινερ Βέρνερ Φασμπίντερ, ιδιοφυής και αλκοολικός». Είπα: «Μα αυτός είναι ο Ράινερ από το μπαρ!» Οταν γύρισα στη Γερμανία ξανασυναντηθήκαμε. Ο πρώτος μου ρόλος σε ταινία του ήταν στη «Γυναίκα του σταθμάρχη». Αργότερα συνεργαστήκαμε και σε άλλες ταινίες του και ζήσαμε μαζί, μας άρεσε να κάνουμε οικογένειες τότε.
Ολους τους σκηνοθέτες μου τους γνώρισα κάπως έτσι – ο Γκας Βαν Σαντ ήταν άγνωστος στο Φεστιβάλ του Βερολίνου, ο Λαρς φον Τρίερ άγνωστος στο (φεστιβάλ του) Μανχάιμ. Αλλά και οι γνωστοί, ο Βιμ Βέντερς και ο Βέρνερ Χέρτζογκ, ήρθαν αυτοί και μου πρόσφεραν δουλειά... Ημουν τυχερός.
• Η δουλειά σας παρέμεινε τολμηρή μέσα στα χρόνια. Αντίστοιχα, πώς βλέπετε την πορεία του κινηματογράφου;
Η διαφορά για μένα έχει να κάνει αποκλειστικά με την τεχνολογία. Στις μέρες μας όλοι, ακόμα και οι ηθοποιοί, τρέχουν στο μόνιτορ για να δουν τι έκαναν μόλις. Στον καιρό του Φασμπίντερ δεν υπήρχε μόνιτορ, έπρεπε να περιμένουμε ως την επόμενη μέρα για να δούμε το υλικό και αν δεν ήταν καλό το ξαναγυρίζαμε. Τώρα όλα γίνονται στο βίντεο, μια πολύ τεχνική υπόθεση κατά τη γνώμη μου. Το αποδέχομαι πως είναι διαφορετικά πια τα πράγματα, δεν έχω επιλογή άλλωστε. Στο Swan song όμως δεν είχαμε μεγάλα μηχανήματα. Το στούντιο μας ήταν ο δρόμος.
Είμαι πολύ ευχαριστημένος με το εργάκι μας. Εχω δουλέψει σε φιλόδοξες παραγωγές που στο τέλος δεν κατάφεραν τίποτα και άλλες μικρές χωρίς προδιαγραφές που έφτασαν ώς τα Οσκαρ. Ποτέ δεν ξέρεις, δεν υπάρχουν κανόνες για το πώς να κάνεις μια καλή ταινία. Αν υπήρχαν κανόνες θα γίνονταν μόνο καλές ταινίες και δεν θα προλαβαίναμε να τις δούμε! (γέλια)
• Στους τοίχους σας έχετε πολλούς πίνακες. Φαντάζομαι σας αρέσουν και οι εικαστικές τέχνες.
Πάντα είχα φίλους καλλιτέχνες, από μικρός όταν ήμουν ακόμα στη Γερμανία. Ξέρω πιο πολλά για τη ζωγραφική από τον κινηματογράφο... Γνώρισα πολλούς καλλιτέχνες μέσω του Αντι Γουόρχολ. Εχω στον τοίχο μου ένα πέτσινο σακάκι που ζωγράφισε ο Κιθ Χάρινγκ, ένα πορτρέτο από τον Ντέιβιντ Χόκνεϊ, μία φωτογραφία που μου έβγαλε ο Ρόμπερτ Μέιπλθορπ... Κατά κάποιον τρόπο ζηλεύω τους (εικαστικούς) καλλιτέχνες, γιατί πάντα μπορούν να βρουν ένα κομμάτι χαρτί, ένα κομμάτι εφημερίδας, κι αν δεν έχουν μολύβι μπορούν να χρησιμοποιήσουν τον καφέ τους... Συλλέγω έργα τέχνης αλλά ποτέ ως επένδυση. Δεν σκοπεύω να τα πουλήσω ποτέ, το πολύ-πολύ να δώσω κάποιο.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας