Το είπαν ιστορικοί και κοινωνιολόγοι με διεθνές κύρος: Το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα στην Ελλάδα μπορεί δικαίως να θεωρηθεί «Εξέγερση» (κατά τον Αλέν Τουρέν), «Οιονεί επανάσταση» (κατά τον Εντγκάρ Μορέν) και «Πολιτισμική τομή» (κατά τον Μισέλ Κροζιέ).
Ηταν ένα κίνημα που είχε πολλά κοινά στοιχεία με τον αντιιεραρχικό και αντιεξουσιαστικό χαρακτήρα των εξεγέρσεων του ’68, όμως είχε και πολλές διαφορές που ξεκινούν από το γεγονός ότι η χώρα βρισκόταν στον «γύψο».
Είναι επίσης σημαντικό ότι στην Ελλάδα το υποστήριξε και ένα τμήμα του καθεστώτος, «παλαιοί» πολιτικοί και διανοούμενοι που δεν μπορούσαν να ανεχτούν τους σκοταδιστές δικτάτορες.
Κι ακόμα, ότι στην Ελλάδα διόλου δεν κλονίστηκε η αφοσίωση των -πολιτικά διασπασμένων- φοιτητών στις βασικές κομμουνιστικές αρχές, που τόσο πολύ αμφισβητούνταν από τα κινήματα διαμαρτυρίας του ’68.
Και βέβαια, οι κίνδυνοι για την προσωπική ζωή όσων συμμετείχαν ήσαν πολύ μεγαλύτεροι και οι συγκρούσεις ήταν -όπως και στην Ισπανία- οξύτερες.
Το κυριότερο όμως είναι ότι το αντιχουντικό φοιτητικό κίνημα είχε διαυγή ερμηνευτικά κλειδιά, ενώ τα κίνητρα και οι στόχοι των δυτικών κινημάτων διέπονταν σε αρκετές περιπτώσεις από μια αμφισημία.
Από την άλλη, η πολιτική συνείδηση του φοιτητικού κινήματος στην Ελλάδα διαμορφώθηκε από ένα σύνολο πολιτισμικών προτύπων και αρχετύπων αντίστασης, που είχαν τις καταβολές τους στο εξωτερικό…
Τα κεφάλαια αυτά είναι ιδιαίτερα ενδιαφέροντα στα «Παιδιά της Δικτατορίας» του Κωστή Κορνέτη (μτφ. Πελαγία Μαρκέτου, εκδ. Πόλις).
Ιστορικός που σήμερα εργάζεται ως ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Carlos III της Μαδρίτης, αφού δίδαξε για οκτώ χρόνια στο τμήμα Ιστορίας του αμερικανικού Πανεπιστημίου Brown και έπειτα στο Κέντρο Ευρωπαϊκών και Μεσογειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης, ο 40χρονος συγγραφέας αναλύει με αξιοζήλευτη γλαφυρότητα τη φοιτητική αντίσταση και τις κοινωνικές διαδικασίες στην Ελλάδα από τα τέλη του ’50 μέχρι τα μέσα του ’70.
Και το σημαντικότερο: δεν περιορίζεται σε μια προσέγγιση του φοιτητικού κινήματος από τη σκοπιά μονάχα της εσωτερικής πολιτικής, αλλά επεκτείνεται στο διεθνές πλαίσιο της ολοένα εντεινόμενης ριζοσπαστικοποίησης της νεανικής κουλτούρας.
Ο Κορνέτης καινοτομεί, διαχωρίζοντας τη Γενιά του Ζ -τους Λαμπράκηδες- από όσους αποτέλεσαν τον πυρήνα της Γενιάς του Πολυτεχνείου.
Οι μεν είχαν εξαντλήσει τη δημιουργικότητά τους στα χρόνια πριν από το '67, βίωσαν τα πιο σκληρά χρόνια του καθεστώτος και προσανατολίστηκαν στη δημιουργία παράνομων δικτύων.
Οι δε «μεγάλωσαν μέσα στη Χούντα και μπορούσαν να διακρίνουν πώς να εκμεταλλευτούν καλύτερα τα κενά και τις αντιφάσεις του καθεστώτος, ερχόμενοι σε ανοιχτή αντιπαράθεση και εν τέλει σε σύγκρουση μαζί του».
Είναι γεγονός, σημειώνει, ότι η αιματηρή κατάληξη του Πολυτεχνείου τονίζει τις ομοιότητές του με την εμπειρία της Τσεχοσλοβακίας, του Μεξικού, της Ταϊλάνδης και της Χιλής.
Ομως η Γενιά του Πολυτεχνείου «δεν ήταν τόσο ανατρεπτική και απορριπτική, τόσο εξεγερμένη και συγκρουσιακή, όσο ομόλογές της σε άλλες χώρες».
Παρ' όλα αυτά, αποτέλεσε γενικότερα «πρωτοπορία για την ελληνική κοινωνία». Και «σε κάποιο βαθμό επιτάχυνε τη διαδικασία του εκσυγχρονισμού, που συντελέστηκε με ιλιγγιώδη ρυθμό ύστερα από την πτώση της Χούντας».
Εκείνο που «ματαιώθηκε πλήρως με την εμπειρία της μεταπολίτευσης», γράφει ο Κορνέτης, ήταν ό,τι είχε να κάνει με το υπόγειο ουτοπικό πλαίσιο αναφοράς αυτής της Γενιάς: ήταν «ο ριζοσπαστικός μετασχηματισμός του πολιτικού περιβάλλοντος»: μια ματαίωση που έχει διατηρηθεί στη μνήμη των φοιτητών οι οποίοι συμμετείχαν στο κίνημα ως «ιδιαίτερα τραυματική στιγμή».
Η κεντρική παρουσία της βιωμένης εμπειρίας τους είναι ένα από τα πιο γοητευτικά χαρακτηριστικά της προσέγγισής του, που καταξιώνει την προφορική ιστορία ως ερευνητικό όπλο.
Η μέθοδος είναι το μήνυμα
Ο αναγνώστης των «Παιδιών της δικτατορίας» «ακούει» ηγετικά στελέχη του φοιτητικού κινήματος αλλά και απλούς συμμετέχοντες, από μεγάλες πόλεις και από την περιφέρεια, από διάφορες κοινωνικές τάξεις, να καταθέτουν τη δική τους αλήθεια με τα όποια κενά της, εμπλουτίζοντας την αφήγηση του συγγραφέα, ο οποίος έχει κυριολεκτικά κεντήσει τις μαρτυρίες τους στα διάφορα στάδια της ανάλυσής του.Ετσι, ο Κορνέτης καταφέρνει να αναδείξει την «έκρηξη της υποκειμενικότητας» που προκάλεσαν τα κινήματα του ’68 και ταυτόχρονα να υπαινιχθεί στον αναγνώστη τη φορτισμένη σχέση ανάμεσα στο τότε και στο τώρα.
Με την επιλογή του αναλαμβάνει και το ρίσκο να προκαλέσει τους πολέμιους της προφορικής ιστορίας, οι οποίοι υπερασπίζονται την ανωτερότητα του γραπτού τεκμηρίου ως μέσου άμεσης πρόσβασης στο παρελθόν.
Οπως εξηγεί στην «Εφ.Συν.»:
«Η προφορική ιστορία δεν εστιάζει τόσο στη λεγόμενη συλλογική μνήμη αλλά προσπαθεί να σκάψει στο προσωπικό βίωμα και το ατομικό τραύμα.
Ως μορφή ιστοριογραφίας αναπτύχθηκε πολύ το '60 από ακτιβιστές ιστορικούς που ήθελαν να “δώσουν φωνή” σε κόσμο που δεν την είχε δημοσίως, εξαιτίας διακρίσεων φυλετικού, ταξικού ή άλλου τύπου.
Τέτοιες ήταν οι πρωτοποριακές δουλειές της Λουίζα Πασερίνι για την εργατική τάξη στο Τορίνο την περίοδο του φασισμού, του Αλεσάντρο Πορτέλι πάνω στις μνήμες των γερμανικών αντιποίνων στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στη Ρώμη, του Ρόναλντ Φρέιζερ για τον ισπανικό εμφύλιο “από τα κάτω” κ.ά.
Βεβαίως η μνήμη προσαρμόζεται διαρκώς στις παρούσες συνθήκες, και, στην δική μας περίπτωση, η ματιά των πρωταγωνιστών είναι επικαθορισμένη και από όλα τα γεγονότα που μεσολάβησαν.
Ωστόσο, οι κρυφές πτυχές των ατομικών διαδρομών δεν θα μπορούσαν να αναδυθούν μέσα από άλλου τύπου μεθοδολογίες.
Γιατί λ.χ. ένας φοιτητής διάλεξε να κινητοποιηθεί και ένας άλλος όχι;
Γιατί κάποιος επέλεξε τον δρόμο του ένοπλου αγώνα και των δυναμικών ενεργειών; Γιατί διάλεξε μια συγκεκριμένη οργάνωση αντί μιας άλλης;
Πώς ένιωθε κάποιος βλέποντας εικόνες του Γούντστοκ όταν η Ελλάδα ήταν στον γύψο; Ποια η σχέση προσωπικής ζωής, και ακόμα και σεξουαλικής ζωής, και στράτευσης;
Ποια ήταν τα συναισθήματα κατά τη διάρκεια της σύλληψης, της απομόνωσης, ή και των βασανιστηρίων;»
Η ισπανική διαφορά
«Το θέμα που με απασχολεί αυτόν τον καιρό», δηλώνει ο Κορνέτης, «είναι το πώς περνάμε από τα δικτατορικά καθεστώτα στη δημοκρατία, με τι όρους και με τι τίμημα. Αυτές οι μεταβάσεις στον ευρωπαϊκό Νότο αλλά και στη Λατινική Αμερική θεωρήθηκαν βελούδινες και υποδειγματικές από επιφανείς πολιτικούς επιστήμονες, κι όμως τις βλέπουμε να γίνονται πεδίο αντιπαράθεσης στα χρόνια της κρίσης.
Διαπιστώνω λ.χ. ότι η ισπανική περίπτωση είναι διαφορετική από την ελληνική, επειδή τα κινήματα των πλατειών και οι πολιτικές οργανώσεις που τα διαδέχτηκαν εκφράζουν θυμό σχετικά με την πολιτική διαχείριση του παρελθόντος.
Στις 20 Νοεμβρίου έκλεισαν 40 χρόνια από τον θάνατο του Φράνκο κι όμως, ακόμα υπάρχουν χιλιάδες νεκροί σε ομαδικούς τάφους και μια δικαστική εξουσία που προσπαθεί να μπλοκάρει την εκταφή των οστών των νεκρών και την ταυτοποίησή τους.
Οι σημερινοί νέοι στην Ισπανία εξοργίζονται με ένα πολιτικό κατεστημένο που ουσιαστικά “τοτεμοποίησε” την μετάβαση, αποκρύπτοντας το γεγονός πως ουδέποτε επήλθε κάθαρση όσον αφορά το δικτατορικό παρελθόν.
Εξοργίζονται όταν βλέπουν το Σύνταγμα του 1978, που θεωρούνταν ένα κείμενο σχεδόν ιερό, να αλλάζει μέσα σε ένα Σαββατοκύριακο και με σύμπλευση των δυο αιωνίων αντιπάλων -του Partido Popular και του PSOE- για να εξασφαλισθεί συνταγματικά η μελλοντική διατήρηση του ελλείμματος σε χαμηλά επίπεδα.
Είναι ακριβώς αυτή η αίσθηση πως οι προηγούμενες γενιές διαχειρίστηκαν με σκαιό τρόπο το παρελθόν υποσκάπτοντας έτσι το μέλλον, η αίσθηση της προδοσίας, την οποία κόμματα όπως οι Podemos στην Ισπανία αναδεικνύουν με μεγάλη ένταση».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας