Ηταν σαν χθες πριν από 60 ολόκληρα χρόνια, μια μέρα ιστορική, κι ας μην ήξεραν τότε όλοι τη σημασία της, κι ας μην έδειξαν κι αυτοί που ήξεραν την πρέπουσα σημασία, παρασυρμένοι από πολιτικές αντιπαλότητες και λογοτεχνικές αντιζηλίες. Στις 24 Οκτωβρίου 1963, το απόγευμα, ο Γιώργος Σεφέρης βρισκόταν στο σπίτι του στην Αθήνα με κρίση έλκους, όταν (ίσως) η πιο χαρμόσυνη είδηση που έλαβε ποτέ ήρθε με τηλεγράφημα από τη Σουηδία. Του απονεμήθηκε το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ήταν ο πρώτος Έλληνας ποιητής που τιμήθηκε με αυτό το βραβείο (ο Οδυσσέας Ελύτης το πήρε το 1979), με τη Σουηδική Ακαδημία να εξαίρει «το υπέροχο λυρικό ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από ένα βαθύ αίσθημα για το ελληνικό πολιτιστικό ιδεώδες».
Μάλλον για τον διακεκριμένο διπλωμάτη και ποιητή το βραβείο δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία, αφού το έργο του ήταν ήδη αναγνωρισμένο στο εξωτερικό, ενώ το όνομά του ακουγόταν ανάμεσα στους υποψήφιους για Νόμπελ Λογοτεχνίας. Σύμφωνα με τα αρχεία της Σουηδικής Ακαδημίας, ο Γιώργος Σεφέρης υπήρξε άλλες τρεις χρονιές υποψήφιος -το 1955, το 1961 και το 1962-, ενώ το 1963 ανάμεσα στους «ανταγωνιστές» του ήταν ο Σάμιουελ Μπέκετ, ο Γιούκιο Μισίμα και ο Πάμπλο Νερούδα.
Σίγουρα όμως ήταν μια διάκριση που έβαζε στον χάρτη τη σύγχρονη Ελλάδα του πολιτισμού και του πνεύματος. Οπως άλλωστε είχε δηλώσει τότε ο Σεφέρης: «Διαλέγοντας έναν Ελληνα ποιητή για το βραβείο Νόμπελ, νομίζω πως η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να εκδηλώσει την αλληλεγγύη της με τη ζωντανή πνευματική Ελλάδα. Εννοώ: αυτή την Ελλάδα για την οποία τόσες γενεές αγωνίστηκαν, προσπαθώντας να κρατήσουν ό,τι ζωντανό από τη μακριά παράδοσή της. Νομίζω, ακόμη, ότι η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να δείξει πως η σημερινή ανθρωπότητα χρειάζεται και την ποίηση –κάθε λαού– και το ελληνικό πνεύμα».
Στην τελετή απονομής των Νόμπελ, στις 10 Δεκεμβρίου 1963 στη Στοκχόλμη, ο Σεφέρης τόνισε την αδιάσπαστη συνέχεια της ελληνικής γλώσσας από την αρχαιότητα ώς τη σημερινή εποχή: «Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ενα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα». Και ασφαλώς την αναγκαιότητα της ποίησης: «Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από τον φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση»
Από σήμερα, το χρυσό μετάλλιο και το δίπλωμα του βραβείου Νόμπελ γίνονται προσιτά, αποτελούν τα διαμάντια της έκθεσης «Γιώργος Σεφέρης. Εξήντα χρόνια από το βραβείο Νόμπελ» που εγκαινιάστηκε στην Πινακοθήκη Γκίκα –τα είχε δωρίσει η Μαρώ Σεφέρη στο Μουσείο Μπενάκη– και έχει στόχο να ζωντανέψει την ατμόσφαιρα της ημέρας της ιστορικής ανακοίνωσης και το κλίμα των ημερών που ακολούθησαν έως την απονομή του βραβείου.
Παρουσιάζονται πλήθος τεκμηρίων από το αρχείο Σεφέρη που βρίσκεται στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, φωτογραφικό υλικό από το αρχείο Κώστα Μεγαλοκονόμου και από τα Φωτογραφικά Αρχεία του Μουσείου Μπενάκη, μαζί με εφημερίδες και περιοδικά της εποχής, από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Ενδιαφέρον έχουν οι συγχαρητήριες επιστολές προς τον Γιώργο Σεφέρη, ανάμεσά τους ξεχωρίζουν αυτές των Νίκου Χατζηκυριάκου-Γκίκα, Νάνου Βαλαωρίτη, Ανδρέα Εμπειρίκου, Σοφίας Βέμπο, Νίκου-Γαβριήλ Πεντζίκη, ενώ παρουσιάζεται για πρώτη φορά η αλληλογραφία της Μαρώς Σεφέρη με το Μουσείο Μπενάκη, σχετικά με τη δωρεά του βραβείου Νόμπελ του ποιητή.
Το κλίμα στην Αθήνα την εποχή της βράβευσης ήταν πολιτικά ρευστό και κοινωνικά τεταμένο. Η δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη τον Μάιο, η παραίτηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή τον Ιούνιο και οι εκλογές του Νοεμβρίου 1963 μονοπωλούν το ενδιαφέρον. Η είδηση για τη βράβευση δημοσιεύτηκε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και αφιερώματα έγιναν στις πολιτιστικές τους σελίδες, γρήγορα όμως το ενδιαφέρον ατόνησε. Την επομένη της βράβευσης (11 Δεκεμβρίου), η σχετική είδηση σχεδόν «χάνεται» στις σελίδες των περισσότερων εφημερίδων, υπό το βάρος των πολιτικών εξελίξεων.
Η έκθεση στην Πινακοθήκη Γκίκα πραγματοποιείται με τη συνεργασία της σουηδικής πρεσβείας στην Αθήνα. Την επιμελείται ο Κωνσταντίνος Παπαχρίστου και τη σχεδίασε ο Παύλος Θανόπουλος. Παράλληλα, εγκαινιάστηκε στην ελληνική πρεσβευτική κατοικία του Λονδίνου ένα αντίστοιχο αφιέρωμα στον χώρο όπου βρισκόταν το γραφείο του Γιώργου Σεφέρη. Τέλος, στις 18 Δεκεμβρίου θα παρουσιαστεί στον Πινακοθήκη Γκίκα από τις εκδόσεις Ικαρος η τρίγλωσση (ελληνικά, αγγλικά, γαλλικά) έκδοση «Γιώργος Σεφέρης, εἶμαι ὁ ἴδιος μιὰ ἀντίφαση...» με τις δύο εμβληματικές ομιλίες του ποιητή κατά την υποδοχή του Νόμπελ.
—
♦ Πληροφορίες: Μουσείο Μπενάκη/Πινακοθήκη Γκίκα, Κριεζώτου 3, τηλ. 210 3615 702. Μέχρι 24/2/2024
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας