Δεν ενημερώθηκαν ουσιαστικά οι βουλευτές, ούτε και οι Ελληνες έγιναν πιο σοφοί από τη συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών των κομμάτων στη Βουλή, την περασμένη Παρασκευή, με θέμα την πορεία των διαπραγματεύσεων της Ελλάδας με τους δανειστές της. Αντί για ενημέρωση είχαμε μια συνήθη αντιπαράθεση του πρωθυπουργού και του αρχηγού των ΑΝ.ΕΛΛ. με τους αρχηγούς των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Πέραν αυτού ακούστηκαν και από στόματος του Αλ. Τσίπρα πολλά αντιφατικά, όπως ότι «βρισκόμαστε στην τελική ευθεία για την υπογραφή συμφωνίας» και παράλληλα να αποκαλύπτει ότι «το κείμενο που μου παρουσίασε ο Γιούνκερ με εξέπληξε δυσάρεστα».
Και υπουργοί της κυβέρνησης σε συνεντεύξεις τους σε ελληνικά και ξένα μέσα ενημέρωσης δήλωσαν αντιφατικά πράγματα, όπως π.χ. ο Γιάνης Βαρουφάκης ότι «υποχωρήσαμε από πολλές "κόκκινες γραμμές"», ενώ ο Παναγιώτης Λαφαζάνης τόνιζε με έμφαση ότι «οι δανειστές ζητούν γην και ύδωρ», αλλά «αυτός ο λαός δεν θα δεχθεί οικονομική εξόντωση». Ακούστηκαν και πολλά άλλα αντιφατικά, που προβλημάτισαν την κοινή γνώμη και ανέβασαν στα ύψη το θερμόμετρο της αγωνίας για την εξέλιξη των διαπραγματεύσεων.
Κανονικά ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας θα έπρεπε να παρουσιάσει στη Βουλή όλες τις προτάσεις της κυβέρνησης και ταυτόχρονα τις προτάσεις των θεσμών, δηλαδή των δανειστών, για να μπορεί κανείς να κάνει συγκρίσεις και να εκτιμήσει ποιες και πόσες προεκλογικές υποσχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ έχουν εγκαταλειφθεί με υποχώρηση από τις “κόκκινες γραμμές” και παράλληλα να δούμε αν στις διαπραγματεύσεις έκαναν υποχωρήσεις οι δανειστές.
Αυτό, δυστυχώς, δεν έγινε στη συνεδρίαση της Βουλής, όπου αντί για συζήτηση ακούσαμε μονολόγους προκατασκευασμένους από τους αρχηγούς. Το αποτέλεσμα ήταν να παραταθεί η αγωνία των Ελλήνων, οι οποίοι θα κληθούν να πληρώσουν τον λογαριασμό με φορολογικές επιβαρύνσεις.
Από όσα λέγονται από τον πρωθυπουργό και τους υπουργούς της κυβέρνησης και από όσα διαρρέουν από τις διάφορες συναντήσεις τους με παράγοντες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, της ευρωζώνης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, η ψύχραιμη κοινή λογική με μια απλή ανάλυση μπορεί να προβλέψει την κατάληξη των διαπραγματεύσεων.
Οι διαπραγματεύσεις δεν γίνονται για να μείνει η κάθε πλευρά αμετακίνητη στις διακηρυγμένες θέσεις της, οπότε και είναι αναπόφευκτη η ρήξη. Στις διαπραγματεύσεις, όπως οι πάντες πολύ καλά γνωρίζουν, γίνονται παζάρια, δηλαδή αμοιβαίες υποχωρήσεις, για να επιτευχθεί προσέγγιση και τελικά να υπογραφεί συμφωνία.
Ευτυχής κατάληξη θα είναι να προκύπτει από τη συμφωνία αμοιβαίο όφελος και να μην αδικείται η μία ή η άλλη πλευρά. Ολοι, όμως, γνωρίζουν ότι το πάνω χέρι σε όποια διαπραγμάτευση το έχει ο ισχυρός. Στην περίπτωσή μας ο ισχυρός δεν είναι η Ελλάδα, γι' αυτό και επιδιώκει πολιτική λύση στο πρόβλημα του χρέους, την οποία θεωρεί πιο ευνοϊκή από μια τεχνοκρατική, ψυχρή και ανάλγητη λύση.
Η άποψη του πρώην επικεφαλής της τρόικας κ. Τόμσεν ότι «ένας μισθός 300 ευρώ είναι καλός» τα λέει όλα για την τεχνοκρατική λύση, οι παράγοντες της οποίας δεν υπολογίζουν ότι πίσω από τους αριθμούς υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι οδηγούνται στην εξαθλίωση.
Ποια μπορεί να είναι η κατάληξη των διαπραγματεύσεων; Η απλή, κοινή λογική λέει ότι, όταν χρωστάς και τα έσοδά σου δεν επαρκούν για να καλυφθούν οι δαπάνες διαβίωσης και η εξυπηρέτηση του χρέους, δύο λύσεις υπάρχουν: α) περικοπή των δαπανών, β) αύξηση των εσόδων. Με δεδομένο ότι η αύξηση των εσόδων όσο διαρκεί η κρίση είναι δύσκολη έως αδύνατη, αναπόφευκτα πρέπει να γίνουν περικοπές στις δαπάνες, δηλαδή περικοπές συντάξεων και μισθών, όπως και περικοπές κοινωνικών δαπανών.
Οι δανειστές, εκτιμώντας ότι δεν υπάρχει δυνατότητα να εξυπηρετηθεί το χρέος με τη σημερινή οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, ζητούν περικοπές των δαπανών, αλλά και αύξηση των εσόδων με αύξηση των φόρων. Δεν πρόκειται, λοιπόν, να υποχωρήσουν στις διαπραγματεύσεις και η ελληνική κυβέρνηση θα υποχρεωθεί να υποχωρήσει -αν δεν έχει έως τώρα υποχωρήσει- από πολλές «κόκκινες γραμμές», που σημαίνει ότι θα συνεχιστεί η μνημονιακή λιτότητα.
Η κυβέρνηση, γνωρίζοντας ότι ο ελληνικός λαός δεν αντέχει άλλες φορολογικές επιβαρύνσεις και περικοπές κοινωνικών δαπανών, οφείλει να διαμορφώσει το ταχύτερο δυνατό μια πολιτική ανάπτυξης, ώστε να αυξηθούν τα έσοδα για να εξυπηρετηθεί το χρέος, αλλά και για να ανακουφιστούν οι λαϊκές τάξεις και η μεσαία τάξη, που έχουν πληγεί από την κρίση.
Για να μπει, όμως, η χώρα σε τροχιά ανάπτυξης χρειάζεται μια άλλη πολιτική για να προσελκυσθούν επενδύσεις. Χρειάζεται παράλληλα αναδιοργάνωση του διαβρωμένου γραφειοκρατικού κράτους που εμποδίζει την ανάπτυξη.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας