Τα πολλαπλά και πιεστικά οικονομικά προβλήματα της Ευρώπης, όπως έγινε φανερό και με την περίπτωση της Ελλάδας, δεν μπορεί να αντιμετωπιστούν με άκαμπτες τεχνοκρατικές λύσεις, αλλά με πολιτικές αποφάσεις. Οι τεχνοκρατικές λύσεις όπου εφαρμόστηκαν, όπως και στη χώρα μας, είχαν ολέθρια αποτελέσματα. Αντί να θεραπεύσουν τα συμπτώματα της οικονομικής κρίσης, επιδείνωσαν την κατάσταση, όπως αποδείχτηκε με την εφαρμογή μέτρων λιτότητας, που εκτόξευσαν στα ύψη την ανεργία και οδήγησαν στην εξαθλίωση εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες, που δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις δαπάνες για μια στοιχειώδη διαβίωση.
Για το πρόβλημα της Ελλάδας αναζητήθηκε πολιτική λύση με την επταμερή συνάντηση που έγινε στις Βρυξέλλες με συμμετοχή και του Ελληνα πρωθυπουργού. Συμφωνήθηκε στη συνάντηση να παρουσιάσει η Ελλάδα ολοκληρωμένα και κοστολογημένα μέτρα μεταρρυθμίσεων, όπως της είχε ζητηθεί στις 20 Φεβρουαρίου -πριν από ένα μήνα- από το Eurogroup. Αν τα μέτρα εγκριθούν από το Eurogroup, τότε θα ανοίξει η ροή των χρηματοδοτήσεων της ελληνικής οικονομίας από τα ευρωπαϊκά ταμεία.
Η κυβέρνηση Τσίπρα έχει ευθύνη, γιατί δεν αξιοποίησε τον χρόνο που της δόθηκε για να επεξεργαστεί τα μέτρα. Προσπάθησε, όμως, στον μήνα που πέρασε να εμφανιστεί στο εσωτερικό του κόμματος και στο εσωτερικό στη χώρα ότι δεν συμβιβάζεται και δεν εκβιάζεται για να αποδεχτεί και να προτείνει μέτρα που θα οδηγήσουν σε ύφεση. Διαπραγμάτευση, ωστόσο, χωρίς συμβιβασμούς και χωρίς αμοιβαίες υποχωρήσεις δεν μπορεί να γίνει. Οταν η κυβέρνηση διαμορφώσει και δημοσιοποιήσει τις μεταρρυθμιστικές προτάσεις της, τότε θα φανεί αν συμβιβάστηκε και έκανε υποχωρήσεις εγκαταλείποντας την αδιαλλαξία εσωτερικής κατανάλωσης. Οταν βρίσκεται στη δραματική κατάσταση που βρίσκεται η Ελλάδα σήμερα και οι Ελληνες αγωνιούν, αναζητείς πολιτική λύση και επιδιώκεις με διαπραγμάτευση και συμβιβασμό την καλύτερη δυνατή λύση, εγκαταλείποντας τις εθνικοπατριωτικές κορόνες, οι οποίες προκαλούν τους δανειστές σου και δεν υποχωρούν.
Η επταμερής διάσκεψη των Βρυξελλών άνοιξε ένα σοβαρό θέμα πανευρωπαϊκού, αν όχι και παγκόσμιου, ενδιαφέροντος και προβληματισμού με το καίριο ερώτημα: Ποιοι κυβερνούν σήμερα τις χώρες; Κυβερνούν οι πολιτικές κυβερνήσεις ή κυβερνούν οι λεγόμενες αγορές, δηλαδή οι τραπεζίτες και οι χρηματιστές; Ενώ θα έπρεπε οι πολιτικοί, όπως συνέβαινε άλλοτε με ισχυρές πολιτικές προσωπικότητες, να έχουν το πάνω χέρι, να αποφασίζουν και να ελέγχουν, σήμερα, μετά την παγκοσμιοποίηση του καπιταλισμού και την κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, δεν το έχουν. Εχει το πάνω χέρι και με τη διαπλοκή το αδίστακτο, ανάλγητο και κερδοσκοπικό κεφάλαιο, το οποίο αλωνίζει ανεξέλεγκτα τον πλανήτη και μπορεί ακόμη και να καταστρέψει την οικονομία μιας χώρας.
Πώς μπορεί να το πετύχει το κεφάλαιο και πώς αφέθηκε να έχει τέτοια δύναμη; Το περιγράφει με λίγα λόγια ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης στο βιβλίο του «Κρίσης Λεξιλόγιο. Οι οικονομικοί όροι που μας καταδυναστεύουν» (Εκδόσεις «Ποταμός», Αθήνα 2011). Γράφει στο λήμμα TOBIN TAX: «Μια καλή ιδέα του οικονομολόγου James Tobin, που στοχεύει στη μείωση των απότομων διακυμάνσεων των χρηματαγορών, και ιδίως την τάση ξένων κεφαλαίων να εισβάλλουν ξαφνικά σε μια χώρα, να ανεβάζουν έτσι γρήγορα την ισοτιμία του νομίσματός της, να προκαλούν αύξηση των εισαγωγών και μείωση των εξαγωγών (λόγω της ανατίμησης του εγχώριου νομίσματος) και, αφού η χειροτέρευση του εμπορικού ισοζυγίου (και συχνά η δημιουργία και κατόπιν το σκάσιμο φούσκας στην αγορά ακινήτων) φέρει τον πανικό, τα ίδια αυτά κεφάλαια να αποδρούν με την ίδια ταχύτητα που εισέβαλαν αφήνοντας πίσω τους συντρίμμια».
Σημειώνει ο Γιάνης Βαρουφάκης ότι ο Tobin πρότεινε να μπει ένας μικρός φόρος σε κάθε χρηματιστηριακή συναλλαγή με σκοπό την επιβράδυνση των απότομων και συχνών μεταβιβάσεων. Αλλά αυτή η ιδέα «σκοντάφτει σε ένα πρόβλημα: για να λειτουργήσει πρέπει να εφαρμοστεί παγκόσμια». Για να εφαρμοστεί, όμως, πρέπει πρώτα να τολμήσουν οι πολιτικοί να συγκρουστούν με το κεφάλαιο, με τους τραπεζίτες και τους χρηματιστές, για να κοπούν οι γέφυρες της διαπλοκής. Δυστυχώς και για αυτούς και για τους λαούς δεν το τολμούν και αφήνουν να καταστρέφονται χώρες ολόκληρες πνιγμένες στα χρέη.
Δεν τολμούν οι πολιτικοί, αλλά τολμούν οι οργισμένοι πολίτες. Η αρχή έγινε από τη Φρανκφούρτη την περασμένη εβδομάδα. Την ώρα που εγκαινιαζόταν το νέο κτίριο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, που κόστισε 1,3 δισ. ευρώ, χιλιάδες οργισμένοι πολίτες διαδήλωναν εκεί κοντά κατά της πολιτικής της λιτότητας. Στελέχη γερμανικών και βρετανικών αριστερών κομμάτων, που μετείχαν στη διαδήλωση, τόνισαν στις ομιλίες τους ότι «η Ευρώπη δεν πρέπει να κυβερνάται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα». Η φλόγα κατά της λιτότητας μεταδόθηκε και σε άλλες ευρωπαϊκές πόλεις και πρωτεύουσες. Αναπόφευκτη είναι η λαϊκή εξέγερση, όταν στους λαούς επιβάλλεται λιτότητα και ο πλούτος συγκεντρώνεται σε λίγα χέρια κερδοσκόπων.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας