Ενα «θυμάσαι τότε που...;» πλανάται συνεχώς ανάμεσα στις κουβέντες μας: μπλοκαρισμένοι στο τώρα, δημιουργούμε τα φαντασιακά παρελθόντα μας. Επανεφευρίσκουμε τους εαυτούς που θα θέλαμε να είμαστε, όμως κανείς δεν μπορεί να μας κατηγορήσει για ψεύτες. Η μνήμη του καθενός είναι πάντοτε προσωπική υπόθεση. Ξαναγράφουμε, λοιπόν, τις προηγούμενες σελίδες της ιστορίας μας, σβήνοντας παραγράφους που δεν αντέχουμε, διορθώνοντας κεφάλαια, ξαναγράφοντας προτάσεις ενδιάμεσα.
Δεν είμαστε μόνο εμείς. Μια ολόκληρη κοινωνία είναι λες και ξεπηδάει συχνά μέσα από παλιές ταινίες, σειρές και διαφημίσεις: «Ετσι καθόμασταν όλη η οικογένεια γύρω από το τραπέζι κάθε πρωί και παίρναμε το πρωινό μας», «Ετσι παίζαμε στις αλάνες χωρίς φόβο μέχρι να νυχτώσει», «Ετσι ερωτευόμασταν, με ένα φιλί κάτω από την αυγουστιάτικη πανσέληνο», «Ετσι πηγαίναμε για δύο μήνες διακοπές κάθε καλοκαίρι» και πάει λέγοντας…
Μα φυσικά! Κανείς δεν δούλευε τα καλοκαίρια, κανείς δεν υπέφερε από ανεκπλήρωτους έρωτες, κανείς δεν φοβόταν, κανείς δεν πεινούσε. Τι να πω... Ή ο χρόνος έχει τόσο μεγάλη ικανότητα να θολώνει με μαεστρία όσα δεν μεταβολίζονται εύκολα ή απλά εμείς δεν είχαμε μάθει να βλέπουμε πέρα από τη μύτη μας. Γιατί ο κόσμος και τότε δούλευε για να πάρει -το πολύ- δύο εβδομάδες άδεια, και τότε φοβόταν, και τότε έπεφτε στα πατώματα από έρωτες. Απλά δεν ήμασταν εμείς. Και, πλέον, αυτό που δεν ήμασταν και γίναμε έγινε η πλειοψηφία.
Ετσι, βρίσκουμε παρηγοριά κοιτώντας πίσω, σαν να παρακολουθούμε μια ασπρόμαυρη ταινία: της βάζουμε χρώματα καθώς επεξεργαζόμαστε το φιλμ πριν την προβάλουμε σε άλλους. Κάθε γενιά, για να βγει αλώβητη από τα συλλογικά της τραύματα, το έκανε αυτό. Πόλεμοι, χούντες, ξερονήσια, μετανάστευση, εμφύλιοι. Γυναίκες που γίνονταν μανάδες στα 13 και άνδρες που ήταν περισσότερο αφέντες παρά πατέρες. Πώς μπορείς να αντέξεις τέτοιες ιστορίες αν δεν τις εξομαλύνεις στη μνήμη σου με τη βοήθεια του χρόνου;
Ομως, μήπως τελικά, όταν αλλάζουμε την ιστορία μας επειδή μας τρομάζει, οδηγούμαστε στη δημιουργία ενός πιο ζοφερού μέλλοντος;
Να δούμε τα πράγματα όπως ήταν: τα χρόνια των πολέμων, των εμφυλίων και της χούντας ήταν χρόνια πέτρινα, όχι αθώα. Τα χρόνια της μεταπολίτευσης ήταν χρόνια ασυδοσίας και του «ό,τι φάμε, ό,τι πιούμε κι ό,τι αρπάξει ο κώλος μας», όχι ωραία.
Ενας Ισπανός φιλόσοφος είχε πει ότι «λαός που ξεχνά την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει». Μόνο αν βρούμε το θάρρος να δούμε το παρελθόν κατάματα, λοιπόν, χωρίς φιοριτούρες και περιτυλίγματα, θα καταφέρουμε να συστηθούμε στο παρόν. Οσο επίπονο κι αν είναι μερικές φορές.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας