Εχουν περάσει είκοσι τόσα χρόνια από τότε (2001) που οι εγκαταστάσεις του Ελληνικού, ως αεροδρομίου της Αθήνας, έχουν μεταφερθεί στην περιοχή των Σπάτων. Και μόλις μερικά χρόνια από τότε που οι εκτάσεις του Ελληνικού παραχωρήθηκαν σε ιδιωτική αναπτυξιακή εταιρεία προς εκμετάλλευση και αξιοποίηση. Σ’ αυτά τα δυο δεδομένα θα προσθέσουμε ένα ακόμη: την κυβερνητική πρωτοβουλία να ενταχθούν όλες οι εδαφικές παραθαλάσσιες εκτάσεις που περιλαμβάνονται στη διοικητικο-γεωγραφική περιοχή της Νότιας Αττικής (δηλ. από τον Πειραιά έως το Σούνιο) στην αποκλειστική διαχείριση του ΤΑΙΠΕΔ (Ταμείο Αξιοποίησης της Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου).
Ολες αυτές οι διοικητικο-γραφειοκρατικές ρυθμίσεις που απαρτίζουν το επιχειρησιακό σχέδιο «ανάπτυξης» της Νότιας Αττικής, κατά την κριτικο-θεωρητική άποψή μου ως πολιτικού φιλοσόφου, θα «πέσουν στο κενό» και τελικά τα επιχειρηματικά σχέδια θα ναυαγήσουν εις βάρος των φορολογούμενων, εάν δεν αντιμετωπιστούν ως πολιτικό ζήτημα.
Τα είκοσι τόσα χρόνια που έχουν παρέλθει από τότε, που οι εγκαταστάσεις του Ελληνικού εγκαταλείφθηκαν, μέχρι σήμερα (2001-2022) αποδεικνύουν ένα δομικό και εγγενές έλλειμμα σχετικά με τη λειτουργική διαχείριση όλων αυτών των εκτάσεων της Νότιας Αττικής. Υστερα από μια επώδυνη ιστορική φάση (αναφέρομαι στα μνημόνια) στην πολιτική εξέλιξή της η ελληνική πολιτική κοινωνία (κυβερνήσεις, κόμματα, κρατικοί θεσμοί, κοινωνικά κινήματα κ.ά.) αποφάσισε να «εντάξει» την πολιτικο-γεωγραφική έκταση του Ελληνικού στο σύστημα του καπιταλιστικού κέρδους. Τώρα γίνεται ένα επιπλέον διοικητικο-γραφειοκρατικό βήμα σχετικά με όλες τις υπόλοιπες εκτάσεις από την περιοχή του Ελληνικού μέχρι το Σούνιο. Η ανάθεση της λειτουργικής διαχείρισης ολόκληρης της Νότιας Αττικής στο ΤΑΙΠΕΔ σημαίνει δύο πράγματα: πρώτον ότι ένα κλειστό σύστημα διαχείρισης και εξουσίας αποφασίζει για όσα συνιστούν την κοινωνική μορφή ζωής των κατοίκων του Λεκανοπεδίου σ’ αυτή τη συγκεκριμένη περιοχή. Και το δεύτερο στοιχείο έχει να κάνει με την κατάργηση της πολιτικής αυτοδιοίκησης (όπως αυτή έχει θεσμοθετηθεί στο Σύνταγμα) από έναν εξω-θεσμικό και μεταδημοκρατικό φορέα όπως είναι το ΤΑΙΠΕΔ.
Ας διατυπώσουμε τώρα όλοι μαζί μερικά ιμπρεσιονιστικά σχόλια σχετικά με όσα αναπτυξιακά ζητήματα ανακύπτουν στη Νότια Αττική. Γιατί άραγε το πνεύμα του καπιταλισμού (ή οι κυβερνητικοί εκφραστές του) δεν ενδιαφέρονται π.χ. για τον Σχινιά της Ανατολικής Αττικής, αλλά στρέφονται προς τον Σαρωνικό; Τόσο πολύ, άραγε το πνεύμα του καπιταλισμού ενδιαφέρεται για όλους εμάς να μας δώσει νέες δυνατότητες «ανάπτυξης»; Διευκρινίζω ότι από τότε (2001) που επέστρεψα από τη Γερμανία διαμένω, κατοικώ και ζω σε μια δημόσια κοινοτική ζωή στην περιοχή της Βούλας. Και ενημερώνω το «αόρατο» πνεύμα του καπιταλιστικού κέρδους ότι θέλω να ζω δημιουργικά στη γειτονιά μου χωρίς βαρβαρικούς πολεοδομικούς σχεδιασμούς. Προ πάντων θέλω η ατομική και κοινωνική μορφή ζωής μου να μην είναι κατασκεύασμα της καπιταλιστικής λογικής, αλλά του λειτουργικού ήθους της κοινωνίας μας.
Μετά απ’ αυτή τη βιωματική εξομολόγησή μου κρίνω σκόπιμο να επανέλθουμε σε μια κριτικο-θεωρητική ερμηνεία όσον αφορά το ερώτημα: γιατί η Νότια Αττική και όχι π.χ. η Βόρεια Αττική ή η Ανατολική Αττική επελέγη να οριστεί ως καπιταλιστικό ζήτημα στην ελληνική πολιτική κοινωνία κατά τον 21ο αιώνα;
Οι απαντήσεις στο ερώτημα αυτό θα δοθούν με τα επιχειρηματικά σχέδια που εκπονούνται. Ωστόσο ως πολιτικός φιλόσοφος θέτω τα εξής δυο μείζονα ερωτήματα (τα οποία ως φιλοσοφικές ερωτήσεις θέτουν και τα όρια του κοινωνικο-βιοτικού κόσμου μας): Πρώτο ερώτημα: γιατί η τουριστικο-βιομηχανική ανάπτυξη της Νότιας Αττικής οδηγεί στην κατάργηση του κοινωνικού βιόκοσμου των κατοίκων, των δημοτών στη συγκεκριμένη περιοχή; Και το δεύτερο ερώτημα διατυπώνεται ως εξής: δεν είναι ερώτημα προς διερεύνηση. Είναι μια διαπίστωση, η οποία επιβεβαιώνει το καπιταλιστικό πνεύμα, όπως αυτό υποστασιοποιείται ως αδηφάγο κέρδος στη Νότια Αττική.
Ολες αυτές οι επισημάνσεις που κάνω στοχεύουν να καταδείξουν ότι η οικιστική, οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη στη Νότια Αττική δεν εντάσσεται στη λειτουργική δομή της σύγχρονης κοινωνικής μορφής ζωής, αλλά εξυπηρετεί τα συμφέροντα της καπιταλιστικής λογικής. Κατά συνέπεια στο ερώτημα του τίτλου: Εάν η Νότια Αττική αναπτύσσεται ή καταστρέφεται η απάντηση είναι η εξής: και αναπτύσσεται και καταστρέφεται. Θα προχωρήσω ένα βήμα παρακάτω για να υποστηρίξω ότι η Νότια Αττική θα μετατραπεί και αυτή σε οικιστική δομή «ξένη προς τον εαυτό της». Δανείζομαι το πολιτικο-ερμηνευτικό σχήμα από το θαυμάσιο βιβλίο του αείμνηστου φίλου Γιάννη Τσιώμη «Η Αθήνα ξένη στον εαυτό της» (κυκλοφορεί από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2021).
*Καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας