Οι γνήσιοι λυμεώνες σήμερα -οι εξ επαγγέλματος που λέμε- βγαίνουν με την ταμπέλα του αντικρατιστή. Ομως είναι αντικρατιστές της αντεστραμμένης δημογραφικής πυραμίδας με τη μύτη κάτω και τη βάση επάνω: «Δες την κατάσταση του πληθυσμού και μίλα μου», έλεγε ο Ρουσό. Είναι αντικρατιστές με στόχευση. Πληρώνουν με χρήματα του κράτους και «παίρνουν» το παιχνίδι: τον έλεγχο του κράτους. Οταν το κράτος είναι να βοηθήσει τους πολλούς, τότε το θέλουν μικρό και ανήμπορο. Εχουν ήδη φροντίσει για τον φτωχοπροδρομισμό με τη φτωχοποίηση της πλειοψηφίας. Ετσι προοικονομούν και τη χρεοκοπία. Γιατί το κράτος είναι -δήθεν- αναποτελεσματικό. Και μια πολιτική που θα σκύψει πάνω στα προβλήματα των πολλών τη χαρακτηρίζουν αχρείαστη, σπάταλη πολιτική, «λαϊκιστική» πολιτική. Αλλά ακόμα και αυτή την αρκετά χαλαρή έννοια τη χρησιμοποιούν με αποχρώσεις.
Τις περισσότερες φορές ισχυρίζονται ότι ο «λαϊκισμός» (τον οποίο ασκούν με μεγάλες δόσεις) όχι μόνο δεν εκπροσωπεί τον «λαό», αλλά απορρίπτει τον κοινωνικό πλουραλισμό και ταυτίζουν τον «λαϊκισμό» με τη δημαγωγία και τη χρήση λεκτικής βίας. Ετσι, νυχθημερόν, ασκούνται στον βιασμό του «κοινού νου». Και -σκεφτείτε- χρησιμοποιούν πάντα δημόσιους πόρους, όχι για να ενισχύσουν τον πλουραλισμό, αλλά για να τον καταστείλουν. Ετσι οι λυμεώνες του κράτους μπορούν ελεύθερα στα ιδιωτικά κανάλια και στον πετσωμένο Τύπο να διαφημίζουν ελεύθερα την «αποτελεσματικότητα» της ιδιωτικής λαφυραγώγησης, να γκρεμίζουν στρατηγικές δημόσιες επιχειρήσεις «για να ευεργετηθεί ο “λαός” από τις χαμηλές τιμές του ανταγωνισμού». Οταν ο λογαριασμός χτυπάει φουσκωμένος και οι πολίτες αδυνατούν να τραφούν, να ζεσταθούν, να πληρώσουν ρεύμα, ενοίκιο κ.λπ., τότε θυμούνται τον Σμιθ: και άδουν το «προσφορά και ζήτηση».
Ξεχνούν όμως ότι ο Σμιθ επέκρινε τότε τους μερκαντιλιστές του 17ου και 18ου αιώνα που χρησιμοποιούσαν το κράτος εντοπίζοντας «το συμφέρον του έθνους» στο πλεονασματικό ισοζύγιο και στη φτωχοποίηση των γειτόνων τους. Ελεγε ότι είχαν μετατρέψει το εμπόριο από δεσμό φιλίας και ενότητας σε αστείρευτη πηγή διχόνοιας και εχθρότητας. Οι σημερινοί αντικρατιστές χρησιμοποιούν το κράτος, όχι για το συμφέρον του έθνους, αλλά μόνο για το κομματικό συμφέρον τους. Δεν φτωχοποιούν τους γείτονες· δεν μπορούν να κάνουν πόλεμο. Δείχνουν τους γείτονες για να φτωχοποιήσουν τους πολίτες τους. Στα δύσκολα τους ταΐζουν με γενναίες δόσεις εθνικισμού και αρχαιοπληξίας, ώστε να είναι υπηρέτες της ειρήνης και της ασφάλειας, εξοπλιζόμενοι και ξανά βέβαια φτωχοποιώντας κράτος και πολίτες.
Οταν το κράτος είναι εύλογο θεσμικό εργαλείο για να εξυπηρετήσει δικά τους συμφέροντα ή τα συμφέροντα ισχυρών ομάδων -οι οποίες μετά θα εξυπηρετήσουν πάλι τα δικά τους συμφέροντα-, τότε το θέλουν και το παραθέλουν. Οι λυμεώνες του κράτους, ως οιονεί ιδιοκτήτες του, στρεβλώνουν τον ορθό λόγο. Είναι κατά της επιστήμης, της έρευνας και της ανάπτυξης. Κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να υποβαθμίσουν τα δημόσια Πανεπιστήμια. Τα καταγγέλλουν ως άντρα ανομίας και κοινωνικής διάλυσης. Παινεύουν τα δικά τους πτυχία, όχι γιατί έσκυψαν, χαϊδεύτηκαν, κοπίασαν και ένιωσαν την αξία της επιστήμης ή της φιλοσοφίας της επιστήμης, ούτε γιατί σπούδασαν κάτι. Τα επιδεικνύουν ως κληρονομικούς τίτλους ευγενείας. Ουδέποτε τα χρειάστηκαν άλλωστε για να ζήσουν, να κατακτήσουν κάτι, γιατί ήδη βρίσκονταν σε υπόβαθρα κοινωνικής «ανωτερότητας». Ετσι οι λυμεώνες του κράτους εμποδίζουν οποιαδήποτε κοινωνική διεγενεακή κινητικότητα με ανοδική φορά. Επαναφέρουν τις μεσαιωνικές νομοκατεστημένες τάξεις: τα παιδιά των πολιτικών, πολιτικοί αλλά τα παιδιά των εργατών και των αγροτών, οπωσδήποτε εργάτες και αγρότες.
Οι λυμεώνες του κράτους κάνουν πλάτες στον υπόκοσμο. Τα χαλιά και τα χαλίκια όταν συνεργάζονται φτιάχνουν ωραία χάλια. Τα βρίσκουν πολύ καλά μεταξύ τους. Θέλουν οπαδούς, όχι πολίτες· θέλουν ανεγκέφαλους και όχι σκεπτόμενους· θέλουν χουλιγκάνους και μπράβους και όχι θεσμικούς συνομιλητές – εκτός κι αν πρόκειται για μεγάλες εταιρείες με τη φιλοσοφία των οποίων επιχειρούν να υπερβούν τα αντιλαϊκιστικά στερεότυπα της νεοφιλελεύθερης, εκσυγχρονιστικής ορθοδοξίας.
Ποια είναι τα βαθύτερα αίτια των εκλογικών τους επιτυχιών; Ο παλαιοκομματισμός, η πατρωνία, το δημόσιο χρήμα, οι πολιτικές του διχίλιαρου (από τα 2.000 ευρώ για κάθε γέννηση παιδιού της κ. Δόμνας Μιχαηλίδου μέχρι τα 2.000 ευρώ για κάθε αποκλεισμένο πολίτη στην Αττική Οδό του κ. πρωθυπουργού). Οχι σχολεία, ούτε νοσοκομεία, ούτε προκοπή. Οχι διαφάνεια και λογοδοσία.
Θυμηθείτε το 2016 τον σημερινό πρωθυπουργό που μιλούσε για «Banana Republic» ζητώντας εκλογές. Απίστευτο μέγεθος ύβρεως. Απέκρυψε τότε ότι είχε το copyright της Μπανανίας. Ο προνεωτερικός φύλαρχος, που σέρβιρε υποσχέσεις πλούτου στον λαό του, μπορεί σήμερα να σερβίρει άκοπα εκσυγχρονισμό του χάους που ο ίδιος έχει προκαλέσει με τις παντοειδείς «επιτυχίες» του. Αυτοί είναι.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας