Για πολλές δεκαετίες η ελληνική εξωτερική πολιτική χαρακτηρίζεται από την αδυναμία να αναλύσει με αντικειμενικούς όρους τους εκφρασμένους μεγαλεπήβολους στόχους της εξωτερικής πολιτικής της Τουρκίας. Την εποχή του Οζάλ και τα όνειρα μιας συμπαγούς τουρκικής σφαίρας επιρροής από την Κεντρική Ασία ώς την Αδριατική η Ελλάδα τη μετέφρασε για πολλά χρόνια και καθόρισε στρεβλά την εξωτερική της πολιτική σε πολιτικές φοβίας για την ύπαρξη ενός Ισλαμικού Τόξου στα βόρεια και ανατολικά μας.
Τα τελευταία χρόνια η Τουρκία προσπάθησε, με καταστροφικά για την ίδια αποτελέσματα, να εδραιωθεί ως ο κυρίαρχος παράγοντας στη Μέση Ανατολή και την Ανατολική Μεσόγειο. Απέτυχε στους στόχους της στη Συρία, με την παραμονή του Ασαντ στην εξουσία, στην Αίγυπτο, με τις διώξεις και την εκπαραθύρωση της Ισλαμικής Αδελφότητας, στην Ανατολική Μεσόγειο, με την εχθρική αντιπαράθεση με το Ισραήλ, ενώ παράλληλα οι σχέσεις της Τουρκίας με τον αραβικό κόσμο και την Ευρώπη συνεχίζουν επιδεινούμενες.
Είναι λοιπόν πασιφανές ότι οι πραγματικές δυνατότητες της Τουρκίας, παρά τις όποιες πραγματικές επιδιώξεις, είναι πολύ πιο περιορισμένες από ό,τι η ίδια παρουσιάζει, είτε για να επηρεάσει διεθνώς σε περιφερειακό επίπεδο, είτε για εσωτερική κατανάλωση ενός πληθυσμού που κατατρύχεται, μέσα σε ένα ανελεύθερο πολιτικοκοινωνικό πλαίσιο, από πρώην αυτοκρατορικά σύνδρομα.
Σήμερα ο Ερντογάν δικαίως κατηγορείται τόσο για τον αυξανόμενο αυταρχισμό του εντός της χώρας, αλλά και για την αυξανόμενη διεθνή προκλητικότητά που προκαλεί εντάσεις, συγκρούσεις και άμεση ανάμειξη σε πολεμικές συρράξεις στην ευρύτερη περιοχή. Εδώ θα ήταν καλό να θυμίσουμε ότι ο Ερντογάν των πρώτων χρόνων διακυβέρνησής του μετά το 2003 ήταν ένας μεταρρυθμιστής, υποστηρικτής ευρωπαϊκών ιδεών υπέρ του εκδημοκρατισμού της χώρας, ο οποίος είχε αντιμετωπίσει ειρηνικά εσωτερικά πραξικοπήματα, προσβλέποντας στην επιτάχυνση της ευρωπαϊκής πορείας της χώρας που ξεκίνησε μαζί με αυτή της Ελλάδας τη δεκαετία του ‘50. Οταν όμως η Ε.Ε. τού έκλεισε ουσιαστικά την πόρτα προτείνοντάς του απαξιωτικά «νέα ειδική σχέση» σε μια ισλαμοφοβική λογική, και δεδομένης της οικονομικής κρίσης στην ευρωζώνη και των διεθνών εξελίξεων, η αλλαγή ρότας ήταν μια λογική για τον ίδιο επιλογή.
Μεταξύ άλλων αυτό που έχει πια αλλάξει ριζικά την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο είναι ότι τα κοιτάσματα φυσικού αερίου είναι τόσο πλούσια και το στοίχημα της εκμετάλλευσής τους τόσο μεγάλο, που αποτελεί υπαρκτό λόγο πολέμου.
Δεν μιλάμε πια για βραχονησίδες και γκρίζες ζώνες, αλλά για τον έλεγχο σημαντικότατων πλουτοπαραγωγικών πηγών που αλλάζουν διεθνείς ισορροπίες και εθνικές πολιτικές. Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει, με όρους διεθνούς πολιτικής 19ου αιώνα, και στη Λιβύη, όπου οι μεγάλες δυνάμεις χωρισμένες σε ιδιάζοντα στρατόπεδα απομυζούν τον πλούτο της χώρας, προφασιζόμενες τους υποστηρικτές της ειρήνης και των δημοκρατικών αρχών.
Στο ίδιο μήκος κύματος η Ελλάδα, που στο παρελθόν είχε ως κύριο μέλημά της την υπεράσπιση της εθνικής κυριαρχίας της ίδιας και της Κύπρου και της έστω πενιχρής παρουσίας της στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή μέσω μιας στείρας πολιτικής στήριξης των εχθρών της Τουρκίας, ξαφνικά επέλεξε ή σύρθηκε από τις εξελίξεις σε μια νέα πιο ενεργή πολιτική στην περιοχή, που οδήγησε σε μια σημαντική στρατηγικά συμμαχία με το Ισραήλ, την Αίγυπτο, και άλλες αραβικές χώρες.
Η πολιτική αυτή, μαζί με τις προαναφερόμενες πολιτικές ήττες της Τουρκίας στην περιοχή, την πολιτική αβεβαιότητα στο εσωτερικό και τις αυξανόμενες ανησυχίες από την εύθραυστη τουρκική οικονομία, οδηγούν την εγκλωβισμένη τουρκική ηγεσία σε προκλητικές κινήσεις, που είναι φυσικό να κατευθύνονται στους δύο αδύναμους κρίκους, την Κύπρο και την Ελλάδα.
Η παρούσα κατάσταση όπως έχει διαμορφωθεί είναι σκηνικό που κάλλιστα μπορεί να οδηγήσει σε αυξανόμενη ένταση ή ένα θερμό επεισόδιο, το οποίο πιθανότατα δεν θα επεκταθεί, αλλά θα επηρεάσει εξαιρετικά τις εξελίξεις στο μέλλον. Ο σκοπός της Τουρκίας είναι να εντείνει την κρίση στον μέγιστο βαθμό, έτσι ώστε η αποκλιμάκωση να της αποφέρει μεγαλύτερα κέρδη. Απέναντί της έχει μια διαιρεμένη Ε.Ε., με κράτη-μέλη που έχουν διαφορετικές προσεγγίσεις και προτεραιότητες στην περιοχή, μια γερμανική προεδρία που ταλανίζεται μεταξύ του υποστηρικτή των κρατών-μελών της Ε.Ε., των δικών της συμφερόντων και του δίκαιου διαιτητή και μια απούσα πρόεδρο της Επιτροπής.
Πέραν της γενικής στήριξης, μια ενιαία ευρωπαϊκή αποτρεπτική πολιτική κατά των τουρκικών προκλήσεων απουσιάζει. Η ανάγκη συγκεκριμένων και σημαντικών κυρώσεων κατά της Τουρκίας στους τομείς της οικονομίας, των τραπεζών, της ενέργειας, της κίνησης συγκεκριμένων πολιτικών και παραγόντων, ακόμα και των στρατιωτικών εξοπλισμών, σε συνδυασμό με οφέλη για την Τουρκία σε σημαντικούς τομείς όπως η Τελωνειακή Ενωση, θα μπορούσαν να οδηγήσουν την Τουρκία σε ουσιαστικό διάλογο με την Ε.Ε. και την Ελλάδα. Είναι σημαντικό η πόρτα της Ε.Ε. να παραμείνει ανοιχτή για την Τουρκία και η ενταξιακή πορεία της να μη διακοπεί.
Η χώρα μας πρέπει να αποζητά την ευρωπαϊκή παρέμβαση, αλλά ταυτόχρονα να συμμετέχει ενεργά στη διαμόρφωση της ευρωπαϊκής στρατηγικής. Θα πρέπει να διαμορφώσει μια ξεκάθαρη σε συμμάχους και αντιπάλους εθνική στρατηγική, που θα χτίζει συμμαχίες και θα αποτρέπει επικίνδυνες για τη σταθερότητα εντάσεις στην περιοχή.
Αυτή η εθνική πολιτική πρέπει να διαμορφώνεται με πρωτοβουλία της κυβέρνησης, σε συνεργασία με τα λοιπά κόμματα και εντός του Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών, με αίσθημα εθνικής ευθύνης από όλους. Η εθνική συνεννόηση πρέπει να προηγηθεί και να αποτρέψει μια κρίση ή ένα θερμό επεισόδιο και όχι να είναι αποτέλεσμα αυτού!
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι οι ελληνικές θέσεις και τα δίκαια της Ελλάδας δεν είναι πάντα ούτε δεδομένα, ούτε κατανοητά στο εξωτερικό. Η διεθνής παρουσίαση και επεξήγηση των ελληνικών θέσεων που βασίζονται στο διεθνές δίκαιο θα πρέπει να είναι άμεση προτεραιότητα σε όλα τα επίπεδα. Πέραν των τουρκικών παραβιάσεων και των εξορύξεων, τα θέματα καταπάτησης των πολιτικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Τουρκία και η εργαλειοποίηση του προσφυγικού/μεταναστευτικού είναι θέματα που αφορούν άμεσα την Ευρώπη και την Ελλάδα.
Υπάρχει ο φόβος ότι η τουρκική ηγεσία έχει επιλέξει ή εγκλωβιστεί σε μια αυξανόμενη κρίση, που την υποδαυλίζει όλο και περισσότερο μέσω των συχνών και εξαιρετικά εμπρηστικών δηλώσεών της ακόμα και από τον ίδιο τον Ερντογάν, κάτι που, αγγίζοντας επικίνδυνα το θυμικό του τουρκικού λαού και φανατίζοντάς το, μειώνει την ευελιξία της κυβέρνησης και την ευχέρεια αποκλιμάκωσης της κρίσης, ακόμα και όταν το θελήσει.
Αυτό, μαζί με την αναβλητικότητα του διεθνούς παράγοντα, αυξάνει την επικινδυνότητα της παρούσας κρίσης και φέρνει την ελληνική πλευρά ενώπιον της ιστορικής της ευθύνης για χάραξη εθνικής αποτρεπτικής στρατηγικής, που θα είναι κοινός τόπος για όλες τις πολιτικές δυνάμεις στο εσωτερικό και θα έχει τον μέγιστο βαθμό επιρροής σε ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Η αμέσως επόμενη περίοδος, με το ψήφισμα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τη σύνοδο κορυφής και την ετήσια έκθεση της Επιτροπής για την Τουρκία, είναι εξαιρετικά κρίσιμη και η χώρα μας, μακριά από εθνικιστικές κορόνες, πρέπει να περάσει το μήνυμα της ενότητας, της διασφάλισης της εθνικής κυριαρχίας της και του πλήρους σεβασμού στη διεθνή νομιμότητα.
*Εργάζεται στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στην Ευρωπαϊκή Ενωτική Αριστερά. Εχει εργαστεί στο παρελθόν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τον ΟΑΣΕ και το υπουργείο Εξωτερικών
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας