Καθώς η δεκαετία που περνάμε είναι επετειακή θα ήταν χρήσιμο, αντί για την προβολή στο αόριστο μέλλον -στην αιωνιότητα που επικαλείται ο Γ. Βαρουφάκης- να στραφούμε στο παρελθόν: να γυρίσουμε εκατό χρόνια πίσω, τότε που η ευρωπαϊκή ιστορία ήταν παγκόσμια και που το ευρωπαϊκό σύστημα δυνάμεων περιέκλειε το 25% της Γης, κυβερνούσε άμεσα ένα πρόσθετο 50% και έλεγχε οικονομικά περίπου το 80% των ανθρώπων. Τότε που οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες ήταν μητροπόλεις της ανθρωπότητας, πολύπλευρα κυρίαρχες και κοσμοκράτειρες, σχολεία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και του συνακόλουθου τρόπου ζωής. Τότε που βρίσκονταν σε αδυσώπητο πόλεμο αναμεταξύ τους, γιατί στον καπιταλισμό η επιτυχία φέρνει τον ανταγωνισμό και ο τελευταίος οδηγεί στη σύγκρουση – στον ολοκληρωτικό πόλεμο.
Τότε, στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, στα ισχυρά κέντρα του ευρωπαϊκού καπιταλισμού προέκυψε ζήτημα χρέους. Ως τότε οι λαμπρές πρωτεύουσες, Λονδίνο, Παρίσι, Βερολίνο, Βιέννη, Βρυξέλλες, ήταν δανειστές των άλλων κρατών και είχαν μετατρέψει πολλά από αυτά σε «αποικίες χρέους». Τα έξοδα ενός πολέμου που συνεχιζόταν για χρόνια πολλά χωρίς κανείς να γνωρίζει πώς να τον τελειώσει, μετέτρεψαν τους δανειστές σε καταχρεωμένους «δανειολήπτες».
Η αντιμετώπιση του αβυσσαλέου κόστους του πολέμου μπορούσε να αντιμετωπιστεί μόνο με έντονο δανεισμό. Ο τρόπος όμως με τον οποίο δανείζονταν οι εμπόλεμες κυβερνήσεις δεν ήταν ίδιος. Μερικές από αυτές ήσαν υποχρεωμένες να στηριχθούν αποκλειστικά στον εσωτερικό δανεισμό. Το Βερολίνο και η Βιέννη, οι Κεντρικές Αυτοκρατορίες δηλαδή, δεν είχαν πρόσβαση σε εξωτερικό δανεισμό – δηλαδή στις ΗΠΑ και τη Νέα Υόρκη. Δανείζονταν από τις οικονομίες τους, χειριζόμενες το νομισματικό εργαλείο και περνώντας το κόστος του πολέμου στους πολίτες τους. Αντίθετα, σε Λονδίνο, Παρίσι, Πετρούπολη και Ρώμη έκριναν περισσότερο συμφέρον, εκτός από την προσφυγή στον εσωτερικό δανεισμό, να προσφύγουν στις αγορές, σε εξωτερικό δανεισμό, δηλαδή στο τραπεζικό σύστημα των ΗΠΑ.
Ο εσωτερικός δανεισμός είχε το μειονέκτημα ότι προκαλούσε έντονη δυσπραγία στο εσωτερικό της χώρας – στην ουσία επρόκειτο για εσωτερική λεηλασία σε όφελος του πολέμου. Από ένα σημείο και πέρα ήταν προφανές ότι άνοιγε τον δρόμο στην επανάσταση ή στη διάλυση των αυτοκρατορικών σχημάτων. Γι’ αυτό τον υιοθέτησαν μόνο όσοι δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς. Ο εξωτερικός δανεισμός, αντίθετα, κρατούσε σε καλύτερο επίπεδο την ευημερία στα μετόπισθεν εμποδίζοντας το πέρασμα της αγανάκτησης από τα χαρακώματα στο εσωτερικό της χώρας. Γι’ αυτό τον υιοθέτησαν στις πρωτεύουσες χωρών της «Εγκάρδιας Συνεννόησης», ίσως να βρισκόταν ανάμεσα στις αιτίες που τις οδήγησαν στη νίκη.
Οταν ο πόλεμος τελείωσε, τα προβλήματα αντιστράφηκαν. Οι άλλοτε κοσμοκράτειρες αποικιακές μητροπόλεις, Παρίσι και Λονδίνο κυρίως, βρέθηκαν μπροστά στο φάσμα της εξυπηρέτησης τερατώδους εξωτερικού χρέους, το κόστος της εξυπηρέτησης του οποίου υπονόμευε κάθε προσπάθεια ανασυγκρότησης. Εξυπακούεται ότι σε καμία περίπτωση δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν το παράδειγμα της Σοβιετικής Ενωσης, η οποία, μόλις συγκροτήθηκε, διέγραψε απόλυτα και άμεσα όλες τις δανειακές υποχρεώσεις της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Σε αυτό το σημείο η Γερμανία, αν και κατεστραμμένη οικονομικά και στα πρόθυρα της κοινωνικής επανάστασης, φαινόταν να έχει καλύτερες προοπτικές ανάκαμψης καθώς δεν είχε να εξυπηρετήσει εξωτερικό δανεισμό.
Τη λύση στο πρόβλημα τη γνωρίζουμε. Οι νικητές σύμμαχοι επέλεξαν να μεταθέσουν την εξυπηρέτηση των δικών τους εξωτερικών δανειακών υποχρεώσεων στη Γερμανία μέσα από την επιβολή σε αυτήν γιγαντιαίων «πολεμικών επανορθώσεων» στη συνέδριο της ειρήνης. Η γερμανική οικονομία διαλύθηκε κάτω από το βάρος της αποπληρωμής χρεών που δεν ήταν δικά της, οι όποιες απόπειρες εξισορρόπησης του ευρωπαϊκού συστήματος δυνάμεων εξανεμίστηκαν και άνοιξε ο δρόμος για τον ναζισμό και τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο μόλις 21 χρόνια μετά το τέλος του πρώτου ή μόλις 16 χρόνια από το 1923, έτος κορύφωσης της γερμανικής οικονομικής κατάρρευσης (που την ξέρουμε συνήθως από τις παρενέργειες του πληθωρισμού).
Με το πλεονέκτημα της ύστερης γνώσης μπορούμε να ισχυριστούμε ότι η μόνη ρεαλιστική πρόταση για τα πολεμικά χρέη του καιρού εκείνου ήταν η πρόταση των μπολσεβίκων. Στις προτάσεις για Δημοκρατική Ειρήνη που διατύπωσε ο Λένιν στη Ρωσική Επανάσταση προβλεπόταν η γενική διαγραφή όλων των χρεών που δημιούργησε ο πόλεμος, αλλά και η άνιση καπιταλιστική ανάπτυξη που οδήγησε σε αυτόν. Σας φαίνεται παράξενο ότι σε αυτόν τον κόσμο των τρελών οι κομμουνιστές ήταν οι μόνοι που προάσπιζαν την κοινή λογική;
Ας επιστρέψουμε στο σήμερα. Το ζήτημα του χρέους έχει γίνει κυρίαρχο στοιχείο του σημερινού καπιταλισμού-τροχοπέδη που καταστρέφει τις παραγωγικές δυνάμεις και εμποδίζει κάθε ανάπτυξη σε όφελος του πολιτισμού και των ανθρώπινων κοινωνιών. Η χώρα μας πρωταγωνιστεί σε αυτό το παράλογο τοπίο.
Μερικές συμπτώσεις «βγάζουν μάτι». Από το σημερινό πολιτικό φάσμα της χώρας μας μόνο οι κομμουνιστές επιμένουν στην απλή, χωρίς όρους και όρια, μονομερή διαγραφή του χρέους. Αντίθετα οι πολιτικοί εκπρόσωποι της άρχουσας τάξης διαγκωνίζονται ποιος είναι ο πλέον αξιόπιστος εκτελεστής των όρων αποπληρωμής των δανειακών υποχρεώσεων.
Ad Infinitum είπε λατινιστί ο αρμόδιος υπουργός Οικονομικών της χώρας, στο διηνεκές -μεταφράζουμε- θα εξυπηρετεί η χώρα μας όλες τις δανειακές της υποχρεώσεις. Εχουμε την εντύπωση ότι ο καθηγητής αυτός, πριν γίνει υπουργός, θεωρούσε με βάση την αριθμητική ότι δανεισμός ύψους δύο ολόκληρων ετήσιων ΑΕΠ της χώρας δεν είναι δυνατό να αποπληρωθεί.
Μάλλον λάθος καταλάβαμε. Ο υπουργός είναι εξαιρετικά μορφωμένος άνθρωπος και στο κάτω κάτω εκφράζει τη βούληση μιας άρχουσας καπιταλιστικής τάξης στη χώρα που έχει να επιδείξει μόνο σοβαρότητα και αποτελεσματικότητα στις ώς τώρα επιλογές της.
*Καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας ΑΠΘ
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας