Την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης περιμένει η Ελλάδα, αμέσως μετά το Eurogroup της 22ας Μαΐου, όταν όπως όλα δείχνουν θα υπάρξει πολιτική δέσμευση για τη διευθέτηση του χρέους.
Αμέσως μετά –και καλώς εχόντων των προγραμμάτων– το οικονομικό επιτελείο προσδοκά και την πολυπόθητη απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για την ένταξη των ελληνικών τίτλων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, πιθανότατα τον Ιούλιο.
Αν οι προσδοκίες εκπληρωθούν τότε είναι πολύ πιθανό οι διεθνείς οίκοι αξιολόγησης να προχωρήσουν σε αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της ελληνικής οικονομίας, γεγονός που θα έχει θετική επίδραση στο κόστος δανεισμού της χώρας αλλά και των ελληνικών επιχειρήσεων.
Αυτό πάντως που διευκρινίζεται από γνώστες του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ, είναι ότι από τη στιγμή που η Ελλάδα είναι σε πρόγραμμα, οι ελληνικοί τίτλοι γίνονται αποδεκτοί ανεξάρτητα από τη διαβάθμισή τους (ισχύς του «waiver»).
Στην περίπτωση της χώρας μας, με βάση τις επιπρόσθετες απαιτήσεις της ΕΚΤ, το κομβικό σημείο είναι η βιωσιμότητα του χρέους και γι’ αυτόν τον λόγο οι διεργασίες των επόμενων ημερών σ’ αυτή την κατεύθυνση είναι καθοριστικές.
Στο ερώτημα ωστόσο αν για την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αρκεί ένας συγκεκριμένος οδικός χάρτης και μια ισχυρή πολιτική δέσμευση των Ευρωπαίων για το ελληνικό χρέος, οι παροικούντες την Ιερουσαλήμ απαντούν «ναι, από τη στιγμή που οι αποφάσεις-δεσμεύσεις θα καλύπτουν και τις απαιτήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου».
Η «κλείδα»
Για τον λόγο αυτό, θεωρείται κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι το QE θα ανοίξει για την Ελλάδα. Με βάση την «κλείδα» δηλαδή το ποσοστό συμμετοχής της κάθε εθνικής κεντρικής τράπεζας στα κεφάλαια της ΕΚΤ.
Η «κλείδα» της Ελλάδας για τα Προγράμματα Αγοράς Ομολόγων (QE) είναι 2,75%. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης μπορούν να ενταχθούν κρατικοί τίτλοι αξίας 500.000 ευρώ ανά μήνα, μέχρι τις 31.12.2017, με βάση τις μέχρι τώρα αποφάσεις της ΕΚΤ.
Ωστόσο υπάρχει το ενδεχόμενο η ΕΚΤ να αποφασίσει να αυξήσει σημαντικά –ακόμα και να διπλασιάσει– το ποσό εφαρμόζοντας μια εμπροσθοβαρή πολιτική, λόγω των καθυστερήσεων στο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης.
Οι πραγματικές δυνατότητες της χρονικής διάρκειας του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης για την Ελλάδα είναι ωστόσο άγνωστες. Κι αυτό γιατί, σύμφωνα με το κανονιστικό πλαίσιο της ΕΚΤ, όταν μια χώρα βρίσκεται σε φάση αξιολόγησης τότε δεν μπορεί να συμμετάσχει στο QE.
Συνεπώς, όλα θα κριθούν από το πότε θα ξεκινήσει η τρίτη αξιολόγηση του ελληνικού προγράμματος, κάτι το οποίο είναι σε συνάρτηση με τις χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας.
Σε κάθε περίπτωση τα ελληνικά ομόλογα που θα μπουν στο QE –θα πουληθούν δηλαδή σταδιακά στην Τράπεζα της Ελλάδος– δεν ξεπερνούν στο σύνολό τους τα 3 με 4 δισ. ευρώ. Το ποσό μπορεί να μην είναι μεγάλο, ωστόσο η ένταξη στο QE δημιουργεί θετικό αντίκτυπο.
To πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης με βάση τις μέχρι τώρα ανακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) λήγει στις 31 Δεκεμβρίου 2017.
Ωστόσο, σύμφωνα με πηγές στη Φρανκφούρτη, θεωρείται μάλλον απίθανο από τα 60 δισ. ευρώ που είναι το μηναίο «ταβάνι» αγοράς ομολόγων, να μηδενίσει από τη μια μέρα στην άλλη.
Το επικρατέστερο σενάριο είναι η σταδιακή μείωση του μηνιαίου πλαφόν. Αυτή άλλωστε αποτελεί πρακτική και άλλων κεντρικών τραπεζών, όπως της Αγγλίας και των ΗΠΑ.
Ετσι, η λήξη του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης μετατίθεται για μετά το 2017, χωρίς ωστόσο να είναι σαφές το πότε. Από την άλλη πλευρά ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε δεν χάνει ευκαιρία να επαναλαμβάνει ότι «πολύ τράβηξε το πρόγραμμα» και πρέπει να λήξει καθώς ο κίνδυνος του αποπληθωρισμού για την ευρωζώνη έχει τελειώσει.
«Θετικός αντίκτυπος»
Στην πραγματικότητα όμως το QE σε συνδυασμό με τα χαμηλά επιτόκια της ΕΚΤ διατηρούν τα επιτόκια καταθέσεων σε ασύμφορα επίπεδα για τους Γερμανούς καταθέτες.
Στον αντίποδα, ο Ευρωπαίος κεντρικός τραπεζίτης Μάριο Ντράγκι υπεραμύνεται, όπως άλλωστε είναι λογικό, της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ καθώς υποστηρίζει πως ο θετικός αντίκτυπος του προγράμματος QE αποτυπώνεται πλέον στα βασικά οικονομικά μεγέθη της ευρωζώνης.
Αναλυτές εκτιμούν ότι ο Β. Σόμιπλε γνωρίζει πολύ καλά πως η «βίαιη» λήξη του προγράμματος θα δημιουργήσει ισχυρές αναταράξεις στην ευρωζώνη και σηκώνει προκαταβολικά τους τόνους ώστε να είναι όσο το δυνατόν μικρότερη η παράταση του προγράμματος QE. Αν «μηδενίσει το κοντέρ» από τη μια μέρα στην άλλη, υπογραμμίζουν οικονομικοί αναλυτές, τα επιτόκια κυρίως στον εύθραυστο ευρωπαϊκό Νότο θα αυξηθούν.
Σημειώνεται ότι το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης περιλαμβάνει τέσσερα «υποπρογράμματα»: τo Public Sector Purchase Programme (PSPP) που περιλαμβάνει κυβερνητικά ομόλογα και ομόλογα (εκδόσεις ευρώ) ευρωπαϊκών οργανισμών (supernationals) και είναι μακράν και το μεγαλύτερο (οι αγορές μέσω αυτού του προγράμματος αποτελούν το 80% του συνόλου), το ABS Purchasing Programme (αφορά αγορές καλυμμένων τίτλων Asset Backed Securities), το τρίτο κατά σειρά πρόγραμμα αγοράς καλυμμένων ομολογιών (CBPP3) και το Corporate Sector Purchase Programme (CSPP) που αφορά την αγορά εταιρικών ομολόγων.
Οι κρατικοί τίτλοι
Ενδεικτικά από την αρχή του προγράμματος PSPP μέχρι και το τέλος Απριλίου 2017 εθνικές κεντρικές τράπεζες έχουν αγοράσει ομόλογα αξίας, παρέχοντας αντίστοιχη ρευστότητα:
►Γερμανία: 332 δισ. ευρώ («κλείδα» συμμετοχής στο QE περίπου 21%)
►Γαλλία: 308 δισ. ευρώ (20%)
►Ιταλία: 231 δισ. ευρώ (15%)
►Ισπανία: 207 δισ. ευρώ (13%)
Σε ό,τι αφορά την Ελλάδα, που έχει «κλείδα» συμμετοχής στο QE περίπου 2,75%, οι αγορές μέχρι στιγμής ανέρχονται στα 42,4 δισ. ευρώ, πλην όμως δεν αφορούν ελληνικούς κρατικούς τίτλους (που είναι εκτός QE) αλλά ευρωπαϊκών οργανισμών.
Από αυτά σχεδόν 22 δισ. ευρώ αφορούν ομόλογα του EFSF/ΕSM που είχαν λάβει οι ελληνικές τράπεζες στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης (τα οποία θα συνεχίσουν να βαραίνουν το χρέος έστω και αν πουληθούν στην ΤτΕ) και τα υπόλοιπα τίτλους της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΙΒ) και του Συμβουλίου της Ευρώπης (CoE) που κατέχουν ευρωπαϊκές τράπεζες στα χαρτοφυλάκιά τους.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας