Οι διευθύνοντες σύμβουλοι (CEOs) των μεγάλων επιχειρήσεων σχεδόν ποτέ στην ιστορία δεν είχαν πρόβλημα στην εξεύρεση πόρων για το αβγάτισμα των αποδοχών τους και τη μεγέθυνση της κερδοφορίας των πλούσιων μετόχων. Ούτε βέβαια στην πρόσφατη περίοδο των «πολλαπλών και αλλεπάλληλων κρίσεων» που πυροδότησε η πανδημία του κορονοϊού και οδήγησε εκατομμύρια ανθρώπους σε κρίση επιβίωσης.
Κομβικό ρόλο στο τρέχον αβγάτισμα του πλούτου των επιχειρηματικών ελίτ κατέχουν αναμφίβολα οι επαναγορές μετοχών. Στις ΗΠΑ, οι 500 κορυφαίες επιχειρήσεις της χώρας, των οποίων οι τίτλοι διαμορφώνουν τον ευρύτερο και πιο αντιπροσωπευτικό δείκτη της Wall Street S&P 500, δαπάνησαν το 2021 και το 2022 ποσά-ρεκόρ για επαναγορές μετοχών τους. Μια πρακτική που ώς τις αρχές της δεκαετίας του 1980 ήταν στη μεγαλύτερή της έκταση απαγορευμένη στις ΗΠΑ, καθώς εθεωρείτο ότι συνιστούσε χειραγώγηση της αγοράς.
Η επαναγορά των μετοχών από μια εταιρεία μειώνει την προσφορά τους στην αγορά και οδηγεί ντε φάκτο σε άνοδο της τιμής τους, φέρνοντας απροσδόκητα κέρδη σε όσους τις κατέχουν. Μεταξύ άλλων και στους CEOs, που παίρνουν τις σχετικές αποφάσεις και των οποίων οι αμοιβές βασίζονται σε μεγάλα πακέτα μετοχών και δικαιωμάτων αγοράς τους.
Τα κέρδη αυτά ουδεμία σχέση έχουν βέβαια με τις επιδόσεις τους στο τιμόνι των εταιρειών. Τα καρπώνονται ακόμη κι αν περάσουν όλο το οικονομικό έτος βλέποντας στην τηλεόραση του γραφείου τους ταινίες του Μίκυ Μάους.
Πρωταθλητές χαμηλών μισθών
Μια νέα μελέτη που δημοσιοποίησε πρόσφατα το Institute of Policy Studies αποκαλύπτει ότι οι επαναγορές μετοχών διεύρυναν τις ανισότητες στις 100 εταιρείες του S&P 500 με τις χαμηλότερες μέσες εργασιακές αμοιβές. Από τον Ιανουάριο του 2020 έως τον φετινό Μάιο, οι εν λόγω 100 εταιρείες (Low-Wage 100) έχουν δαπανήσει συνολικά 341 δισ. δολάρια για επαναγορές των μετοχών τους.
Πρώτη μεταξύ των «100» είναι ο ο κολοσσός λιανικού εμπορίου ειδών βελτίωσης κατοικιών Lowe, ο οποίος δαπάνησε συνολικά σε αυτά τα 3,5 χρόνια 35 δισ. δολάρια για επαναγορές μετοχών. Μόνο πέρυσι η Lowe διέθεσε για επαναγορές 14 δισ. δολάρια, αρκετά για την επιβράβευση καθενός από τους 301.000 υπαλλήλους τους με μπόνους 46.923 δολαρίων. Ας σημειωθεί ότι οι μισοί από τους υπαλλήλους της Lowe αμείβονται με λιγότερα από 30.000 δολάρια ετησίως. Σε αντίθεση με τα αφεντικά, η πλειονότητά τους «έμεινε στον άσο», παλεύοντας να τα φέρει βόλτα με τον καλπάζοντα πληθωρισμό.
300% αύξηση σε 3,5 χρόνια
Συνολικά στη διάρκεια του «πάρτι» επαναγορών των προηγούμενων 3,5 ετών, η αξία των μετοχών που κατείχαν στο ατομικό τους χαρτοφυλάκιο οι διευθύνοντες σύμβουλοι των 100 εταιρειών αυξήθηκε 3 και πλέον φορές ταχύτερα από τις μέσες αποδοχές των εργαζομένων τους. Στις 65 εταιρείες όπου επικεφαλής τους ήταν ο ίδιος μεταξύ 2019 και 2022, η αξία των προσωπικών μετοχών των CEOs αυξήθηκε κατά 33%, στα 184,7 εκατ. δολάρια κατά μέσο όρο. Στο ίδιο διάστημα, η μέση αμοιβή των εργαζομένων σε αυτές τις εταιρείες αυξήθηκε μόλις κατά 10%, στα 31.972 δολάρια κατά μέσο όρο.
Μεταξύ των CEOs, τα μεγαλύτερα κέρδη από το σπριντ των επαναγορών απόλαυσε ο διευθύνων σύμβουλος και ιδρυτής της εταιρείας ταχυμεταφορών FedEx, Φρέντερικ Σμιθ. Η αξία των μετοχών του αυξήθηκε χάρη στις επαναγορές κατά 65% από τον Ιανουάριο του 2020, από τα 3,6 δισ. δολάρια σε περισσότερα από 5 δισ. δολαρίων. Στον αντίποδα, η μέση αμοιβή των εργαζομένων της εχθρικής στη δημιουργία συνδικάτων εταιρείας του υποχώρησε στο ίδιο διάστημα κατά 20%, στα 39.177 δολάρια.
Το πλέον εξοργιστικό είναι ότι οι φορολογούμενοι άθελά τους επιδότησαν αυτές τις τροφοδοτούμενες από τις επαναγορές μετοχών ανισότητες, τόσο στη FedEx όσο και σε ακόμη 50 από τις 100 εταιρείες που εξέτασε η μελέτη, μέσω των συμβάσεων έργου των τελευταίων με την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Η FedEx κέρδισε έτσι στα οικονομικά έτη 2020-2023 6,2 δισ. δολάρια για υπηρεσίες ταχυδρομείου που παρείχε προς τη Διεύθυνση Βετεράνων και άλλους ομοσπονδιακούς φορείς των ΗΠΑ. Τα περισσότερα καρπώθηκε μια άλλη εταιρεία της λίστας των Low-Wage 100, που είναι γνωστή για τις αντεργατικές πολιτικές της και την αντίθεσή της στη δημιουργία συνδικάτων: η Amazon. Ο κολοσσός ηλεκτρονικού εμπορίου του Τζεφ Μπέζος κέρδισε τα τελευταία χρόνια πάνω από 10 δισ. δολάρια από συμφωνίες διαδικτυακών υπηρεσιών προς την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, ενώ ξόδεψε σχεδόν 6 δισεκατομμύρια δολάρια για επαναγορές μετοχών της.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας