Κοντεύει μια δεκαετία από την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, και μια πενταετία αφότου έκλεισε ο ιστορικός κύκλος της «πρώτη φορά» κυβερνώσας Αριστεράς. Τι σημαίνει αυτό το παρελθόν για όσους βρεθήκαμε στο επίκεντρο της ιστορίας; Και τι απαντούμε με παρρησία σε όσους τώρα μας επικρίνουν γιατί «ψηφίσαμε μνημόνια»;
Οι απαντήσεις δεν είναι εύκολες. Μπορώ να μιλήσω ορμώμενος εκ της προσωπικής εμπειρίας, με όση διασταλτική γενίκευση μπορεί να γίνει. Ενας πρώτος απολογισμός και μια απολογία, δηλαδή, κυρίως για να διατηρήσω το δικαίωμά μου μα και το καθήκον να μιλώ· μετά μια μακρά περίοδο αυτολογοκρισίας.
Οσα παραθέτω ανιεράρχητα, τροχιοδεικτικά και αποσπάσματα συλλογισμών, αντλούνται από παλαιότερα λόγια, από τις απαρχές της κρίσης, μετά το 2008, από τον «άγγελο της ιστορίας» που πετούσε πάνω από την Ελλάδα το 2012-15, έως την πικρή επίγνωση του 2019-2023.
Ναι, άκουσα το φτερούγισμα του άγγελου της ιστορίας το 2012-15, έτσι ένιωσα. Σαν κάλεσμα για ενεργό ανάμιξη στην πρακτική πολιτική, σαν να έπαιρνε σάρκα το περίφημο κείμενο του Μαξ Βέμπερ «Η πολιτική ως κάλεσμα και επάγγελμα» – εννοώ το κάλεσμα. Δεν είμαι επαγγελματίας πολιτικός, δεν είμαι κομματικός.
Ναι, θεώρησα ότι η υπαρκτή Αριστερά του 2012-15, αφενός διέσωζε τη φιλελεύθερη δημοκρατία από την επέλαση της Ακροδεξιάς, αφετέρου είχε το καθήκον να εκφράσει λυσιτελώς τα λαϊκά στρώματα που ισοπέδωνε η κρίση. Και να ανανεώσει το πολιτικό σύστημα, τις ηγεμονικές ελίτ, αφήνοντας πίσω το προσωπικό που γέννησε την κρίση.
Ποτέ δεν θεώρησα ότι θα ήταν εύκολο αυτό το multi task εγχείρημα. Πριν από το 2015, αλλά και αργότερα μέσα στη Βουλή, είχα πει: Είμαστε καύσιμη ύλη της ιστορίας. («[...] Γνωρίζουμε ότι είμαστε καύσιμο της ιστορίας, γνωρίζουμε ότι η πολιτική της κρίσης, πρόσωπα και πολιτικοί σχηματισμοί, μπορεί να καούν. Και θέλουμε να καούμε… Ξέρουμε ότι πρέπει να τελειώσουμε με τον παρασιτισμό και, επίσης, να φυσήξουμε ένα αεράκι στις ψυχές των ματαιωμένων ανθρώπων, των πληγωμένων ανθρώπων, των ανέργων. Αυτός είναι ο σκοπός μας, να γίνουμε καύσιμο της ιστορίας…» - Ιούνιος 2016.)
Δεν είχα αυταπάτες για την έκβαση της πρόσκρουσης στο αδιάλλακτο τείχος του ευρωκαπιταλισμού· το χρέος είναι πάντα ο ασφαλέστερος μηχανισμός υποδούλωσης, τα μνημόνια συμμόρφωσης ήταν οι κανονιοφόροι του 21ου αιώνα και είχαν ήδη αγκυροβολήσει στο Φάληρο, γι’ αυτό μιλούσα για έναν επώδυνο συμβιβασμό. Ο συμβιβασμός ήρθε πράγματι επώδυνα, το καλοκαίρι του 2015, μετά το δημοψήφισμα. Κι ήταν το δημοψήφισμα που στοίχειωσε την κυβέρνηση, όχι ο συμβιβασμός.
Κι όμως ο συμβιβασμός δεν ήταν απλώς η κωλοτούμπα ενός δημαγωγού, μπορεί να θεωρηθεί και πράξη ευθύνης, με την έννοια που προσδίδει στην ηθική της ευθύνης ο Βέμπερ, σε αντιδιαστολή με την άτεγκτη ηθική του φρονήματος. Ναι, η στάση του ελληνικού λαού ήταν μεγαλόψυχη, είχε απαυδήσει από τις ταπεινώσεις και τους εκβιασμούς της μητέρας Ευρώπης· αλλά ποιος θα ρισκάριζε να οδηγήσει αυτόν τον λαό στον ωκεανό μιας άλλης κρίσης;
Κατά τη γνώμη μου, εκείνο το εκρηκτικό καλοκαίρι στοίχειωσε την πρώτη φορά Αριστερά όχι τόσο για όσα έγιναν, αλλά για όσα δεν ειπώθηκαν μετά, όσα δεν μιλήθηκαν, για το ανεπούλωτο τραύμα και το ανεπιτέλεστο πένθος, για τη βουβή ενοχή και την ένοχη βουβαμάρα.
Κι ύστερα, η διακυβέρνηση. Η γρήγορη εφαρμογή του Μνημονίου για να βγούμε από τη φαρμακερή ανάσα του, η εξάντληση σχεδόν όλων των ανθρώπινων πόρων γι’ αυτό τον σκοπό, η αποίκιση της διανοίας μας από τις μνημονιακές περιστολές του ownership, η μεταρρυθμιστική ατολμία ή αβελτηρία σε άλλους κρίσιμους τομείς, η σπατάλη του πολύτιμου πολιτικού χρόνου· τέλος, το στρατηγικό σφάλμα της «επιστροφής στην κανονικότητα» το 2018. Τι ειρωνεία! Η Αριστερά, που αναδείχτηκε εξαιτίας της χρεοκοπημένης κανονικότητας, προσέβλεπε σε αυτήν, σαν να παραδεχόταν ότι είναι μέρος του παλαιού συστήματος, και όχι γενεσιουργός μιας νέας πολιτικής ροής, εκφραστής των νέων κοινωνικών υποκειμένων, των νεοπληβείων μιας πτωχευμένης χώρας.
Θεωρώ ότι η άνευ όρων λατρεία της «κανονικότητας», η μη ακρόαση της κοινωνίας της κρίσης, η μη εμβάπτιση στις νέες υποκειμενικότητες, και η μη έγκαιρη διάγνωση της Δεξιάς Παλινόρθωσης, μετά την εκλογική ήττα του 2019 οδήγησαν τη μετακυβερνητική Αριστερά στον στρατηγικό ίλιγγο της αναζήτησης του ενδιάμεσου χώρου, του Κέντρου και των φαντασμάτων της μεσαίας τάξης της Μεταπολίτευσης. Εχοντας απολέσει τον μεταρρυθμιστικό οίστρο και τα ιδεολογικά-συναισθηματικά ερεθίσματα, αναζήτησε την εξουσία ως μόνο υλικό συνοχής. Και κατέληξε να έχει έναν δημοψηφισματικό ηγέτη που «οδηγεί αδήριτα στον ψυχικό ευνουχισμό των υποστηρικτών του, στην πνευματική προλεταριοποίηση», όπως παρατηρεί ο Βέμπερ.
Γιατί ανασκαλεύω; Για να διατηρήσω το δικαίωμα και το καθήκον να μιλώ.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας