Μια επιστολή, όλη κι όλη, φιλοξενεί σήμερα η σελίδα μας. Αλλά τι επιστολή; Το πιο γλυκό, τρυφερό, ανθρώπινο κείμενο που έχω διαβάσει εδώ και χρόνια. Μια ιστορία αγάπης ενός ανθρώπου για ένα ταλαίπωρο, αδέσποτο γατί. Αποστολέας ο κ. Γιώργος Παρχαρίδης, «συνταξιούχος στα 65, εργάτης σε οικοδομές, μπετά, πηγάδια, μαούνες, καΐκια, υπερπόντια και σε εργοστάσια, απ' όπου συνταξιοδοτήθηκα τον Σεπτέμβρη του 2011», όπως μας συστήθηκε. Ο κ. Παρχαρίδης ζει στη Γερμανία, στο Ανόβερο (Nolte str. 17). Αν κρίνω απ' τα «τον έδωσα» και «την τηλεφώνησα», πρέπει να 'ναι απ' τη Βόρεια Ελλάδα.
Πάντα θα υποστηρίζω τους αδέσποτους «συμπολίτες» μου
«Ο Καφετούλης (έτσι τον ονόμασα αργότερα) ήταν ένα μικρό καφέ γατάκι που με ευκολία χωρούσε στην παλάμη του ενός χεριού μου. Τον άκουγα να κλαίει σπαραχτικά και κατά διαστήματα επί δύο μερόνυχτα. Την τρίτη ημέρα δεν άντεξα και αποφάσισα να τον επισκεφθώ, κατά το σούρουπο. Τον βρήκα κρυμμένο κάτω από παρκαρισμένο αυτοκίνητο να νιαουρίζει σπαραχτικά από πείνα και δίψα ζητώντας τη μαμά γάτα ή κάποια έξωθεν βοήθεια. Προσπάθησα να τον ξετρυπώσω από την κρύπτη του, αλλά χαμένος ο κόπος. Πέταξα τότε κάτω από το αυτοκίνητο κρακεράκια και σε λίγο άκουσα το ροκάνισμα των δοντιών του από το μάσημα της τροφής. Τον άφησα επίσης και ένα κουπάκι γάλα και, αφού μισοχορτασμένος σταμάτησε να κλαίει, έφυγα για το σπίτι μου.
Η ιστορία όμως δεν τελείωσε εκεί. Με ακολούθησε αόρατα και κρύφτηκε στη φυλλωσιά του φράχτη της απέναντι πολυκατοικίας. Την άλλη μέρα βγαίνοντας από το σπίτι έκπληκτος τον άκουσα να νιαουρίζει παραπονεμένα σαν να μου έλεγε: “Εδώ είμαι. Μη με ξεχνάς”. Γεμάτος χαρά τον έφερα εκλεκτή λιχουδιά, που πάντοτε κουβαλώ μαζί μου όταν επισκέπτομαι τη γενέτειρά μου. Πού να τον ξετρυπώσω όμως; Εβγαζε το κεφαλάκι του από τα φυλλώματα αλλά ξανατρύπωνε πάλι μόλις τον ζύγωνα. Με εξαντλημένη την υπομονή μου, στο τέλος άνοιξα την κονσέρβα και τον περίμενα. Η γαργαλιστική γι' αυτόν μυρωδιά της γατοτροφής έκανε το θαύμα της. Ορμησε επάνω της και βγάζοντας γρυλισμούς ικανοποίησης ρίχτηκε με τα μούτρα στο φαγητό, σταματώντας κάπου κάπου να πάρει ανάσα και κοιτάζοντας δεξιά και αριστερά με απειλητικές διαθέσεις στον πιθανό εχθρό, που ίσως να τον άρπαζε την τροφή.
Από τη στιγμή εκείνη κέρδισα την εμπιστοσύνη του και γίναμε φίλοι. Και όχι μόνον με εμένα. Το πρωί, κατά τις οκτώ με εννιά, με περίμενε στην εξώπορτα και αφού τον τάιζα καθόταν παράμερα και παρατηρούσε το μέρος τριγύρω, μαθαίνοντάς το. Τι χαρά που έδινε στους μαθητές του σχολείου που πήγαιναν για μάθημα εκείνη την ώρα! Κορίτσια και αγόρια τον κοίταζαν με συμπάθεια και συζητούσαν μεταξύ τους γι' αυτόν, χαϊδεύοντάς τον συγχρόνως τρυφερά. Οι μητέρες με τα καροτσάκια έφερναν τα παιδιά τους να τον δουν, το ίδιο και οι γιαγιάδες με τα εγγόνια τους όταν σχολούσαν από τον παρακείμενο παιδικό σταθμό. Είχε γίνει εν ολίγοις η μασκότ του στενού δρόμου μας. Το μεσημέρι κοιμόταν στη λακκούβα του δέντρου που το έλουζε ο ήλιος επάνω στα κίτρινα φύλλα που έπεφταν από τη δαμασκηνιά. Και τότε θαύμαζε το μάτι του ανθρώπου την ένωση του χρυσού με το καφετί. Αλλες φορές πάλι τον έπαιρνα στο δωμάτιό μου και τον κοίμιζα σαν μικρό παιδί, που ήταν άλλωστε, στην αγκαλιά μου.
Αλίμονο όμως. Ο Καφετούλης αρρώστησε την πιο ακατάλληλη στιγμή. Τις μέρες που έπρεπε να φύγω. Σταμάτησε να τρώει, ζάρωνε σε μια γωνιά και έγινε πετσί και κόκαλο. Το φωτεινό και στιλπνό υπέροχο τρίχωμά του πήρε μια μαύρη χροιά. Την απελπιστική του κατάσταση την αντιλήθφηκε και η Νυφούλα, ένα άλλο γατάκι που το διέσωσα μισοπνιγμένο να κολυμπά μέσα σε πίσσα και πετρέλαιο κάτω από τις βαριές σκάρες ενός πλυντηρίου αυτοκινήτων. Δεν τον ενοχλούσε πια ούτε επιδίωκε παιχνίδι μαζί του. Μια μέρα πριν φύγω τον πήγα στην κτηνίατρο της περιοχής μας κρατώντας τον τρυφερά στην αγκαλιά μου. Σαν ήλθε η σειρά μας και τον έβαλα στο τραπέζι των εξετάσεων, δεν αντέδρασε καθόλου. Μόνο που με κοίταζε θλιμμένα στα μάτια σαν να καταλάβαινε το επικείμενο τέλος του. Η γιατρός, κυρία Ζαχοπούλου, διέγνωσε εντερικά, τον έκανε ενεσούλα αντιβίωσης, μου συνέστησε δε να μην τον πιέζω να φάει και να τον κρατήσω μερικές μέρες στο σπίτι έως ότου συνέλθει και δυναμώσει.
Την επόμενη μέρα, Πέμπτη 16-10-2014, έφυγα. Συνεννοήθηκα με τη γειτόνισσα από πριν να τον προσέχει, αφού την εμπιστεύτηκα τα κλειδιά του σπιτιού μου (διαμερισματάκι επί Φυλής 24, πάροδος). Από τροφές; Εδωσα τα ρέστα μου από το υστέρημά μου στου “Μασούτη” αγοράζοντας το καλύτερο που υπήρχε. Σε τρεις μέρες πήρα τηλέφωνο για να πληροφορηθώ νέα της υγείας του. Και σοκαρίστηκα όταν άκουσα ότι: Η αδελφή μου (σήμερα μεταξύ μας δεν υπάρχει αδελφική σχέση, έχει διακοπεί οριστικά και αμετάκλητα) καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας (!) σε γυμνάσιο της πόλης μας, με μίσος για τα αδέσποτα (πετροβολισμοί, κατακρημνίσεις, εκδίωξη ακόμη και από τον ελεύθερο δρόμο, με ουστ μίσος, που δυστυχώς έχει μεταδώσει και στα παιδιά της) παραφύλαγε και πριν καλά καλά φύγω εξωπέταξε από το διαμέρισμά μου το άρρωστο ζωάκι, παραβιάζοντας συγχρόνως το άσυλο του σπιτιού μου, καθώς και τις τροφές που είχα αγοράσει.
Ο πόνος ήτανε μαχαιριά στα σπλάχνα μου. Ούρλιαξα και έκλαψα μέσα στο Ιντερνετ καφέ, από όπου έπαιρνα τηλέφωνο. Τηλεφώνησα και την ίδια να ρωτήσω γιατί έκανε την αποτρόπαιη αυτή πράξη και μου συνέστησε να αφήσω τις μα......ες και να προσγειωθώ στην πραγματικότητα. Εκτοτε ο Καφετούλης δεν έδωσε σημεία ζωής. Και σήμερα, μετά από ένα μήνα σχεδόν, συνειδητοποίησα πια το βέβαιο της μοίρας του. Το εγκληματικό μαύρο χέρι της ψευτοκαθηγήτριας με τα γαμψά νύχια οδήγησε στην εξαφάνιση του Καφετούλη μου. Από τότε έμεινε ο πόνος μέσα μου, αλλά και η απορία για το τι είναι αυτό που οδηγεί μερικούς να κάνουν τέτοιες αποτρόπαιες πράξεις, δολοφονίες καλύτερα θα έλεγα.
Στο καλό, αγαπημένε μου Καφετούλη, στο καλό. Ενα τυχαίο γεγονός, όπως όλους μας άλλωστε, σε έφερε στη ζωή και σου τη στέρησε η παλιανθρωπιά πριν καλά καλά τη γευτείς. Παρ' όλα αυτά μη μας κρατάς κακία, σε παρακαλώ. Στον κόσμο των γάτων που βρίσκεσαι κοίταζε με συμπάθεια τουλάχιστον αυτούς που προσπάθησαν να κάνουν κάτι καλό για σένα, έστω και αν η προσπάθεια έμεινε στη μέση. Και η πνοούλα σου ας έρχεται σαν πρωινή αύρα να δροσίζει τη γειτονιά μας, έστω και αν σε αυτήν βρίσκεται ο άνθρωπος που σε εξόντωσε χωρίς να υπάρχει αιτία, χωρίς να έκανες σε κανέναν κακό. Γνωρίζω επίσης ότι τα λογής λογής βάσανα και σκοτούρες της ζωής θα γίνουν αιτία να ξεχαστείς μια μέρα. Γι' αυτό φρόντισε να ανανεώνεις τη θύμησή σου σε μένα, πετώντας με από ψηλά όπου βρίσκεσαι ένα γλυκό νιάου-νιάου, εδώ είμαι, μη με ξεχνάς. Με άπειρη αγάπη, καλέ μου ατυχούλη.
ΥΓ. Μια ζωή καταπιεσμένος, πάντα υποστήριζα και θα υποστηρίζω τους τετράποδους «συμπολίτες» μας. Καλά Χριστούγεννα, φίλε μου, και επιτυχίες στην «Εφημερίδα των Συντακτών».
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας