Είναι αρκετά αυτά που έχω ξεχάσει από σένα, που έχω ξεχάσει για σένα, λες και η μνήμη μου διάλεξε να σε φυλάξει σε ένα μέρος του κεφαλιού μου εκτεθειμένο στον ήλιο, στη βροχή και στους ανέμους, κι έτσι σιγά σιγά, με το πέρασμα του χρόνου, ξεθωριάζεις στο μυαλό μου, παρότι είσαι πάντα εκεί, σαν φωτεινή επιγραφή, δυσανάγνωστη από το πέρασμα του χρόνου. Φοβάμαι ότι έχω ξεχάσει ακόμα και το κλάμα σου, οι μνήμες μου βουβές, ίσως σε λίγο γίνουν άχρωμες, πριν χαθούν και οι ιστορίες μας, δευτερόλεπτα, λεπτά, ώρες, ημέρες. H μέρα που χτύπησε το τηλέφωνο στην τσέπη του παντελονιού μου (θυμάμαι ακόμα τον ήχο του κινητού). Θυμάμαι τη φωνή της. Το τηλεφώνημά της χωρούσε μόνο δυο φράσεις. «Το παιδί χτύπησε», είπε, «Μάλλον θέλει ράμματα στο κεφάλι».
Εχω ξεχάσει τη διαδρομή που ακολούθησα για να γυρίσω σπίτι. Ποτέ δεν θυμάσαι τη διαδρομή, όταν συμβαίνει το κακό. Θυμάσαι μόνο πού σε βρήκε. Ξέχασα να πληρώσω, κι έφυγα με το αναψυκτικό που κρατούσα στο χέρι μου. Η έκφραση που πήρα όταν έκλεισα το τηλέφωνο πρέπει να απέτρεψε τον πωλητή από κάθε προσπάθεια να τρέξει πίσω μου για τα χρήματά του.
Ο γιατρός μάς περίμενε, «δύο ή τρία ράμματα» είπε και μου φάνηκαν πολλά. «Πρέπει να τον κρατήσετε για να μείνει ακίνητος», συμπλήρωσε. Το βλέμμα του επιφυλακτικό, έψαχνε το δικό μας. Είχε συναντήσει πολλά βλέμματα σε αυτό το ιατρείο, δεν ήταν σίγουρος ότι θα μπορούσαμε να τα καταφέρουμε. Σε βάλαμε στο κρεβάτι και τα χέρια μας σε κάλυπταν ολόκληρο. Δεν μας έβλεπες, δυστυχώς, δεν βλέπαμε το πρόσωπό σου, ευτυχώς. Οταν ακούστηκε το κλάμα σου, το τείχος του καθήκοντος που με τόση επιμέλεια χτίζαμε, ράγισε. Σε μισή ώρα είχαν όλα τελειώσει. Εσύ μισοκοιμισμένος και ηττημένος στην αγκαλιά της μητέρας σου, εμείς ανακουφισμένοι που αποφύγαμε το ανεπανόρθωτο. Σκεφτόμουν καθώς φεύγαμε ότι ίσως αυτή να είναι η μεγαλύτερη έγνοια ενός πατέρα και μιας μάνας, η αγωνία τους να αποφύγουν το ανεπανόρθωτο, γιατί όλα περνάνε και απομακρύνονται, αλλά αυτό μένει, επιμένει και σε ακολουθεί, μέχρι να μην μπορείς άλλο. Είναι ένα σημάδι, μια ουλή που άφησες σε ξένο σώμα και τώρα βρίσκεται εκεί, να σου θυμίζει, όσο και αν θέλεις να ξεχάσεις.
Εχω σταματήσει να περπατώ, κάθομαι στη σκιά ενός δέντρου για να προστατευτώ από τον ήλιο, θυμάμαι ότι κρυβόμουν στην ίδια σκιά από μικρό παιδί. Τελικά υπάρχουν και άλλες σκιές, εκτός από τη δική σου, που σε ακολουθούν όσο μεγαλώνεις.
Στέκομαι κάτω από το δέντρο, κοντά στο δημοτικό σχολείο που πήγαινα μικρός, κοντά στο δημοτικό σχολείο που πήγαινες μικρός. Σταματούσα εκεί, να ξεκουραστώ από το περπάτημα πριν μπω στην τάξη. Σταματούσες κι εσύ, να ξεγελάσεις τον χρόνο και τον εαυτό σου πριν συνεχίσεις. Πάντα αγαπούσες το διάβασμα, ποτέ δεν σου άρεσε το σχολείο.
Η σκέψη μου έχει μείνει εκεί, σε σκέφτομαι στην αγκαλιά της μητέρας σου μετά από εκείνη την επίσκεψη στον γιατρό. Η εικόνα στο μυαλό μου έχει τώρα πιο έντονα χρώματα, ίσως νομίζω ότι ακούω ξανά και το κλάμα σου. Δεν ξέρω αν είναι η ένταση αυτή που αφήνει βαθύτερο αποτύπωμα μέσα μας ή η επανάληψη. Ισως θα βοηθούσε αν σε σκεφτόμουν πιο συχνά, περισσότερες φορές.
Ακολουθώ το στενό που οδηγεί στο σχολείο. Σταματώ μπροστά στο παλιό κτίριο, προσπαθώ να δω καλύτερα, αλλά το κεφάλι μου δεν χωράει να περάσει ανάμεσα από τα πράσινα κάγκελα. Μου κάνει εντύπωση, ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει. Αυτήν την ώρα τα παιδιά βρίσκονται στις αίθουσες, αλλά η αυλή είναι γεμάτη από τους δικούς μου συμμαθητές. Με βρίσκω σε μια γωνία, μακριά από όλους. Το πρόσωπό μου μοιάζει διαφορετικό. Παραξενεύομαι, κοιτάζω καλύτερα. Είναι το δικό σου πρόσωπο. Τα δικά σου χέρια κρατούν σφιχτά ένα σάντουιτς ακόμα τυλιγμένο. Δυο αγόρια σε πλησιάζουν, δεν απαντάς στο χαμόγελό τους, που γίνεται μεγαλύτερο όταν απομακρύνονται με το δικό σου φαγητό στα χέρια. Ξετυλίγουν αργά το αλουμινόχαρτο, τα σώματά τους ανάμεσα σε μένα και στο πρόσωπό σου.
Αποφασίζω να φύγω, διαπιστώνω ότι το κεφάλι μου, χωρίς να το αντιληφθώ, έχει βρεθεί παγιδευμένο ανάμεσα στα πράσινα κάγκελα της αυλής. Προσπαθώ να απελευθερωθώ, τελικά τα καταφέρνω με δυσκολία. Απομακρύνομαι με αμυχές στο πρόσωπο και την αίσθηση ότι ο λαιμός μου έχει μακρύνει μερικά εκατοστά.
Προσπερνώ το δημοτικό σχολείο και ακολουθώ το στενό που οδηγεί στον παραλιακό δρόμο. Αριστερά και δεξιά υψώνονται παλιές πολυκατοικίες, η εικόνα της παραλίας μπροστά μου πλημυρίζει τον δρόμο κι εγώ επιπλέω σε μια φανταστική θάλασσα, μια θάλασσα ίδια με αυτήν της αγαπημένη σου παραλίας.
Σου άρεσε πάντα το νερό, ίσως γιατί σε λύτρωνε από τη ζέστη, ίσως γιατί αισθανόσουν πιο ελαφρύς και μπορούσες να σταθείς με το κεφάλι κάτω και τα πόδια επάνω, ίσως γιατί μέσα στο νερό δεν χρειάζεται να είσαι δυνατός, φτάνει μόνο να κρατάς την αναπνοή σου.
Φέρνω στο μυαλό μου την εικόνα σου, σε φαντάζομαι να βουτάς στη θάλασσα, αναρωτιέμαι σε ποια ηλικία είσαι; Ισως σε όλες, γιατί ένα παιδί μέσα στη θάλασσα δεν έχει ηλικία, ίσως δεν έχει και όνομα. Ενα παιδί μέσα στη θάλασσα δεν βλέπει κινδύνους, οι κίνδυνοι μόνο από τη στεριά διακρίνονται. Οπως τότε, που πηδούσες από βράχο σε βράχο κι εγώ σε ακολουθούσα με το βλέμμα μου, από μακριά, με τα πόδια βυθισμένα στην άμμο, μέχρι που σε έχασα από τα μάτια μου. Ο φόβος, αφού πρώτα παρέλυσε το σώμα μου, συνέχισε να προχωρά, μέχρι εκεί που έσβηνε το κύμα. Δεν μπήκε ποτέ στο νερό, γι’ αυτό σε είδα να επιστρέφεις στην επιφάνεια με ένα τεράστιο χαμόγελο.
*Τελευταίο βιβλίο του Ν. Ιατρού είναι η νουβέλα «Αποσύνδεση» (Ιωλκός, 2023).
Υπό σκιάν
Το «Ανοιχτό βιβλίο», από συστάσεώς του, φιλοξενεί πρωτότυπα καλοκαιρινά διηγήματα. Δέκα συγγραφείς, διαφορετικής ηλικιακής κλίμακας, θεματικού προσανατολισμού και αφηγηματικής παλέτας, έγραψαν ευσύνοπτες καλοκαιρινές ιστορίες ειδικά για τους αναγνώστες μας (καθώς αυτές οι σελίδες επιμένουν τόσο στην κριτική πυξίδα όσο και στη λογοτεχνική απόλαυση). Μ’ άλλα λόγια, μυθιστοριογράφοι και διηγηματογράφοι (κι όχι μόνο) έθεσαν στο κέντρο της μυθοπλασίας τους μια θερινή εμπειρία τους και μας έστειλαν κείμενα νοσταλγικά, περιπλανητικά, παιγνιώδη, αλλά και δύσθυμα, ευθέως ή πλαγίως πολιτικά, ενδοσκοπικά ή ανατρεπτικά –διηγήματα που θα μας συντροφεύσουν ώς τις αρχές Σεπτεμβρίου.
Μετά τον Ακη Παπαντώνη, τη Σοφία Νικολαΐδου, την Ισμήνη Καρυωτάκη, τον Παναγή Παναγιωτόπουλο, τη Λίζυ Τσιριμώκου, τη Χρύσα Φάντη, τον Αλέξη Σταμάτη, τον Νίκο Καραπιδάκη και την Ιωάννα Ντούμπρου, ολοκληρώνει τον φετινό κύκλο τού Υπό σκιάν ο Νίκος Ιατρού.
Καλό φθινόπωρο. Καλή εκδοτική χρονιά. Να είμαστε καλά να ανταμώσουμε και πάλι το καλοκαίρι του 2025.
Μ. Φάις
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας