Ομως, χρειάστηκαν 21 ολόκληρα χρόνια από τότε που έγινε ο νόμος για τη δημιουργία των μόνιμων δεξαμενών του ΟΛΠ μέχρι να δεξαμενιστεί, στις 12 Σεπτεμβρίου 1912, το πρώτο πλοίο, το θωρηκτό «Ψαρά».
Οι συζητήσεις για την κατασκευή δεξαμενών στον Πειραιά είχαν αρχίσει από το 1888, με αφορμή την παραγγελία στη Γαλλία τριών θωρηκτών («Υδρα», «Σπέτσες» και «Ψαρά») και την ανάγκη για τον δεξαμενισμό των πλοίων του Πολεμικού Ναυτικού.
Ο διευθυντής της πειραϊκής εφημερίδας «Σφαίρα», Δημοσθένης Ν. Καλοστύπης, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Εμπρός», στις 13 Σεπτεμβρίου 1912 (Πηγή: Ψηφιακή Βιβλιοθήκη Εφημερίδων & Περιοδικού Τύπου της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος), ανέφερε ότι μόλις ανέλαβε την προεδρία της Λιμενικής Επιτροπής ο τότε δήμαρχος Πειραιά Τρύφων Μουτζόπουλος έδωσε εντολή στον γραμματέα Επαμ. Πολιτάκη:
«ίνα συντάξη το οικείον έγγραφον, δι’ ου να ζητήται παρά του Υπουργού των Εσωτερικών η κατάρτισις νομοσχεδίου προς κατασκευήν μιας δεξαμενής εν Πειραιεί προς καθαρισμόν των πλοίων. (…).Το έγγραφον υπεβλήθη εις το υπουργείον των Εσωτερικών, όπερ διηύθυνε τότε αυτός ο Θ.Π. Δηλιγιάννης και αμέσως διεβιβάσθη τούτο εις το Τμήμα των Δημοσίων Εργων όπερ, αντί μιας, πρότεινε την κατασκευήν δύο δεξαμενών. (…) Οντως, δε συνετάχθη το οικείον νομοσχέδιον, υπεβλήθη πάραυτα εις την Βουλήν και εψηφίσθη, του Πειραιώς πανηγυρίσαντος το γεγονός διά συλλαλητηρίου (…)»
Στις 5 Απριλίου 1891 δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο νόμος «περί κατασκευής δύο μονίμων δεξαμενών εντός του λιμένος Πειραιώς», στον οποίο αναφέρεται ότι η θέση όπου θα κατασκευαστούν οι δεξαμενές θα προσδιοριστεί «υπό του επί των Εσωτερικών Υπουργείου».Ομως, χρειάστηκαν 5 χρόνια από την ψήφιση του νόμου για να οριστεί, τελικά, το 1896, ότι οι δεξαμενές θα γίνουν στον Κάνθαρο.
Εκεί λειτουργούσε από το 1859 το μηχανουργείο-ναυπηγείο «Βασιλειάδη», το οποίο αριθμούσε το 1900 400 άτομα προσωπικό (το μηχανουργείο λειτουργούσε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1960 και η περιοχή ονομάστηκε «Ακτή Βασιλειάδη»).
Το 1898 έγινε η δημοπράτηση του έργου και την επόμενη χρονιά άρχισε η κατασκευή από τους εργολάβους Πετιμερμέ και Ρασπίνι.
Μέχρι το 1901 οι εργασίες προχώρησαν κανονικά. Ομως, άρχισαν να αναβλύζουν νερά που καθιστούσαν αναγκαίες πρόσθετες εργασίες, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί οικονομική διαφορά μεταξύ της Λιμενικής Επιτροπής και των εργολάβων.
Τελικά, το 1905 επιτεύχθηκε συμφωνία και το επόμενο έτος άρχισαν ξανά με τη λήψη νέου δανείου οι εργασίες.
Ομως, τα προβλήματα δεν σταμάτησαν εκεί.
Ετσι, στις 17 Ιουλίου 1912, στην εφημερίδα «Εμπρός» διαβάζουμε:
«Χθες το πρωί ήρξατο η παραλαβή των Μηχανοστασίων των Μονίμων παρά τον Κάνθαρον Δεξαμενών (…). Κατά την γενόμενην όμως δοκιμήν της αντλήσεως των Δεξαμενών παρετηρήθη ότι αι δύο μεγάλαι αντλίαι παρά τους όρους του συμβολαίου και θερμαίνονται αδυνατούσαι να περατώσουν την άντλησιν και διπλάσιον καταναλίσκουν ηλεκτρικόν ρεύμα. Συνεπώς η επιτροπή ηρνήθη την παραλαβήν».
Μετά από αυτές τις «περιπέτειες», στις 13 Σεπτεμβρίου 1912 στην εφημερίδα «Εμπρός» διαβάζουμε ότι την προηγούμενη ημέρα έφτασε για δεξαμενισμό το θωρηκτό «Ψαρά», που μπήκε στη μεγάλη δεξαμενή για καθαρισμό των υφάλων, κάνοντας τα ανεπίσημα εγκαίνια των μόνιμων δεξαμενών.
Οι δύο μόνιμες δεξαμενές του ΟΛΠ (graving docks) κατασκευάστηκαν στο έδαφος με άνοιγμα προς τη θάλασσα και κλίση προς την πλευρά που βρίσκεται το ειδικό φράγμα, το λεγόμενο «θυρόπλοιο» (dockgate).
Το κόστος για την κατασκευή τους ανήλθε σε 5 εκατομμύρια δραχμές. Υπολογιζόταν ότι θα απέφερε ετήσια έσοδα στη Δημοτική Λιμενική Επιτροπή, τον «πρόδρομο» του ΟΛΠ, 200.000-250.000 δραχμές, με κόστος συντήρησης περίπου 150.000 δραχμές.
Η μεγάλη δεξαμενή μπορεί να δεχτεί πλοίο μήκους 140 μέτρων και χωρητικότητας 18.000 τόνων και η μικρή πλοίο μήκους 80 μέτρων και χωρητικότητας 2.500 τόνων.
Η αρχή της λειτουργίας τους έγινε στις 12 Σεπτεμβρίου 1912 και την επομένη η εφημερίδα «Εμπρός» (φύλλο της 13ης Σεπτεμβρίου 1912) περιέγραφε τη διαδικασία.
Ολα ξεκίνησαν το βράδυ της 11ης Σεπτεμβρίου 1912 με δοκιμή των αντλιών και αφού υπήρξε θετικό αποτέλεσμα, έφτασε ρυμουλκούμενο το θωρηκτό «Ψαρά», το οποίο αγκυροβόλησε «προ του στομίου της μείζονος Δεξαμενής».
Περίπου στις 11 το πρωί, με τη βοήθεια δύο ρυμουλκών, τα «Ψαρά» εισήλθαν στη μεγάλη δεξαμενή και «κατόπιν ήρχισεν η εκκένωσις της Δεξαμενής ενώ δύο δύται βουτήσαντες εκανόνισαν την τρόπιδα του θωρηκτού καταλλήλως και ετοποθετήθη το θυρόπλοιον το φράζον το στόμιον της Δεξαμενής και την εισροήν της θαλάσσης εντός αυτής».
Η άντληση υδάτων διαρκεί 3 ώρες στη μεγάλη δεξαμενή και περίπου μιάμιση ώρα στη μικρή.
Οταν αντληθεί το νερό, το πλοίο, όπως είναι κεντραρισμένο κατά το διάμηκες της δεξαμενής, «κάθεται» στις σχάρες (ή «βάζα») με την τρόπιδα, ενώ με ειδικά ξύλα (δοκούς) στηρίζεται από τα πλάγια.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας