Το 2006 η Αμερικανίδα ακτιβίστρια, και θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης, Ταράνα Μπερκ (Tarana Burke) χρησιμοποίησε για πρώτη φορά τον όρο «MeToo» στο κοινωνικό, διαδραστικό δίκτυο Myspace.
Ο σκοπός της ήταν να ενθαρρυνθούν και να υποστηριχθούν μέσω της αλληλεγγύης οι γυναίκες που είχαν υποστεί έμφυλη βία, ειδικά σε χώρους εργασίας, ώστε να σπάσουν τη σιωπή τους και να καταγγείλουν τους δράστες.
Η 48χρονη Ταράνα, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης, ήταν θύμα βιασμού και σεξουαλικής κακοποίησης στην παιδική και την εφηβική της ηλικία. Η ίδια έχει δηλώσει ότι εμπνεύστηκε το σλόγκαν «MeToo» όταν δεν τα κατάφερε να ανταποκριθεί στην έκκληση για βοήθεια ενός 13χρονου κοριτσιού που της εμπιστεύτηκε ότι είχε πέσει θύμα βιασμού. «Κι εγώ» (me too) ήταν το μόνο που μπόρεσε να πει στη μικρή η Μπερκ.
Δεκαπέντε χρόνια μετά την εμφάνιση στις ΗΠΑ του κοινωνικού κινήματος κατά της σεξουαλικής κακοποίησης και παρενόχλησης «MeΤoo», ξέσπασε αυτόν τον καιρό και στη χώρα μας το παλιρροϊκό κύμα του ελληνικού MeToo, συγκλονίζοντας αρχικά τον χώρο του αθλητισμού, όταν η ολυμπιονίκης Μπεκατώρου δημοσιοποίησε τον βιασμό της από παράγοντα της ιστιοπλοΐας.
Ετσι ξεκίνησε ένα αληθινό τσουνάμι, που έφερε στον αφρό κρυμμένες βρόμες και δυσωδίες ετών, αμαυρώνοντας τη λαμπρή πρόσοψη κάποιων εγχώριων σελέμπριτις του Πολιτισμού. Εκτός από αυτούς που ήδη κρεμάστηκαν στα μανταλάκια, και άλλοι ισχυροί και προβεβλημένοι της οθόνης, του πάλκου και του πενταγράμμου τρέμουν μην τους ξεμπροστιάσουν κορίτσια, ή και αγόρια, που υπέστησαν στο παρελθόν τις ερωτικές επιθέσεις κάποιων «ιερών» τεράτων της Τέχνης – κι αυτό το «ιερών», εντός πολλών εισαγωγικών.
Το MeToo είναι σαν την πανδημία, μόνο που δεν μολύνει τους ανθρώπους με κορονοϊό, αλλά με τον ιό της λαχτάρας για αποκάλυψη της αλήθειας, ώστε να επέλθει δικαιοσύνη. Ομως, όπως και στην πανδημία του Covid, αυτή η λαχτάρα έρχεται κατά κύματα, φουντώνει, και μετά υποχωρεί, γιατί ενεργοποιείται ο ανοσοποιητικός μηχανισμός της πατριαρχικής κοινωνίας, εκμεταλλευόμενος τις αδυναμίες και τις υπερβολές αυτού του κύματος.
Μία από αυτές τις αστοχίες είναι φυσικά και η δημοσιοποίηση κάποιων καταγγελιών για βιασμούς ή σεξουαλικές παρενοχλήσεις όχι στις αρμόδιες δικαστικές αρχές, όχι σε θεσμικούς φορείς ή σε Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης που ασκούν σοβαρή δημοσιογραφία, αλλά στα σκανδαλοθηρικά μεσημεριανάδικα της τηλεόρασης, που μειώνουν την αξιοπιστία των θυμάτων, «πουλώντας» μια δημόσια καταγγελία για βιασμό ή παρενόχληση ως το βασικό συστατικό ενός οπτικοακουστικού πολτού, που περιλαμβάνει κουτσομπολιό, μόδα, αστρολογία, μαγειρική και γενικό ξεκατίνιασμα.
Και βέβαια, μια άλλη αδυναμία του #MeToo είναι ότι ενίοτε χρησιμοποιείται ως όχημα, ως μέσον για να διεκπεραιωθούν ιδιοτελείς σκοποί από κάποια άτομα, που ξέρουν πως η πυρκαγιά θα κάψει και τα λίγα, τα ελάχιστα χλωρά μαζί με τα ξερά.
Πάντως, οι πατριαρχικές δομές ξέρουν να προφυλάσσουν τον εαυτό τους, και όχι μόνο στην Ελλάδα. Παρόλο που οι καταγγελίες για βιασμούς στις Ηνωμένες Πολιτείες αποδεικνύονται κατά 90% αληθινές, σύμφωνα με το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, πολλοί, και δυστυχώς πολλές, θα βρεθούν, κι εκεί, κι εδώ, να αμφισβητήσουν τα κίνητρα των γυναικών κυρίως, αλλά και των αντρών, που καταγγέλλουν βιασμούς ή παρενοχλήσεις από άτομα που κατέχουν θέσεις εξουσίας.
Στο κάτω κάτω, στην έμφυλη βία το σεξ είναι δευτερεύον – η εξουσία, η επιβολή της θέλησης του θύτη επί του θύματος είναι το σημαντικότερο γι’ αυτόν. Οπότε, εάν η κοινωνία είναι εξουσιαστική, δεν είναι απίθανο να ακουστούν σχόλια του τύπου: «Ισχυρίζεται ότι βιάστηκε πριν από τόσα χρόνια, τώρα θυμήθηκε να το καταγγείλει; Μήπως έχει προηγούμενα με το άτομο που κατήγγειλε, μήπως είναι η αυτοπροβολή ή το συμφέρον στη μέση;».
Οι πατριαρχικές κοινωνίες, αντί να καταδικάσουν απερίφραστα και να απομονώσουν τους βιαστές, στιγματίζουν τα θύματα, φτάνοντας στο σημείο να τα θεωρήσουν συνυπεύθυνα για την έμφυλη βία που υπέστησαν. Αυτό συμβαίνει όχι μόνο στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ας πούμε, όπου η γυναίκα είναι διά νόμου υποδεέστερη του άντρα, αλλά και στην Ευρώπη, σε μικρότερο ασφαλώς βαθμό.
Ωστόσο, οι άντρες που είναι ριζικά αντίθετοι, που στέκονται απέναντι στην κουλτούρα του βιασμού και του σεξισμού, βρίσκονται σε πολύ δύσκολη θέση, γιατί φορτώνονται και τις ενοχές από τα εγκλήματα που διαπράττουν κάποιοι ομόφυλοί τους. Κι έτσι στοχοποιούνται κι εκείνοι, άδικα και άκριτα, από ορισμένες ούλτρα φανατικές φεμινίστριες, που κατηγορούν συλλήβδην το ανδρικό φύλο για σεξιστικά εγκλήματα.
Η κυριότερη αντιπρόσωπος αυτού του ρεύματος σκέψης και δράσης, που έχει χαρακτηριστεί και ως «φεμιναζί» (feminazi), ήταν βέβαια η ριζοσπαστική φεμινίστρια Αντρια Ρίτα Ντουόρκιν (1946-2005), που έγινε γνωστή για την ανάλυσή της περί πορνογραφίας.
Ωστόσο, η ακτιβίστρια και συγγραφέας, στο έργο της «Intercourse» (Συνουσία) του 1987, έφτασε να υποστηρίξει πως όλο το ετεροφυλόφιλο σεξ στην πατριαρχική κοινωνία είναι καταναγκαστικό και εξευτελιστικό για τις γυναίκες και πως η σεξουαλική διείσδυση μπορεί από τη φύση της να καταδικάζει τις γυναίκες στην κατωτερότητα και την υποταγή.
Η Αντρια Ρίτα Ντουόρκιν θα μπορούσε να πει κανείς πως είναι η χειρότερη σύμμαχος της Ταράνα Μπερκ του «MeToo». Τέτοιες σεξιστικές και προσβλητικές επιστημονικοφανείς ανοησίες, αντί να πλήξουν, ισχυροποιούν την πατριαρχία εξαιτίας του φανατισμού τους: εκείνοι οι άντρες που σίγουρα δεν επικροτούν τον βιασμό, αλλά ούτε είναι και πολύ φεμινιστές, εάν άκουγαν την Ντουόρκιν να τους κατηγορεί συλλήβδην για βιαστές, θα απέρριπταν χωρίς δεύτερη κουβέντα το κίνημα «MeToo», θεωρώντας πως οι (πραγματικοί) βιαστές κατηγορούνται αδίκως, όπως και οι ίδιοι...
Ευτυχώς που οι θεωρίες της δεν είχαν ευρεία απήχηση, ευτυχώς που υπέστησαν σφοδρή κριτική από γυναίκες και άντρες, στρέιτ και γκέι, παράγοντες του φεμινιστικού κινήματος. Αλίμονο εάν οι γυναίκες, ακολουθώντας τις θεωρίες της, ανέτρεπαν την πατριαρχία μόνο και μόνο για να ενθρονίσουν στη θέση της τη μητριαρχία... Στο κάτω κάτω, δεν έχουν και τόσο μεγάλη σημασία ούτε οι ερωτικές προτιμήσεις, ούτε το φύλο, κοινωνικό και βιολογικό, του ατόμου που σε καταπιέζει, σε βιάζει, σε ενοχλεί ή σε προσβάλλει, αλλά οι πράξεις του.
Η efsyn.gr θεωρεί αυτονόητο ότι οι αναγνώστες της έχουν το δικαίωμα του σχολιασμού, της κριτικής και της ελεύθερης έκφρασης και επιδιώκει την αμφίδρομη επικοινωνία μαζί τους.
Διευκρινίζουμε όμως ότι δεν θέλουμε ο χώρος σχολιασμού της ιστοσελίδας να μετατραπεί σε μια αρένα απαξίωσης και κανιβαλισμού προσώπων και θεσμών. Για τον λόγο αυτόν δεν δημοσιεύουμε σχόλια ρατσιστικού, υβριστικού, προσβλητικού ή σεξιστικού περιεχομένου. Επίσης, και σύμφωνα με τις αρχές της Εφημερίδας των Συντακτών, διατηρούμε ανοιχτό το μέτωπο απέναντι στον φασισμό και τις ποικίλες εκφράσεις του. Έτσι, επιφυλασσόμαστε του δικαιώματός μας να μην δημοσιεύουμε ανάλογα σχόλια.
Σε όσες περιπτώσεις κρίνουμε αναγκαίο, απαντάμε στα σχόλιά σας, επιδιώκοντας έναν ειλικρινή και καλόπιστο διάλογο.
Η efsyn.gr δεν δημοσιεύει σχόλια γραμμένα σε Greeklish.
Τέλος, τα ενυπόγραφα άρθρα εκφράζουν το συντάκτη τους και δε συμπίπτουν κατ' ανάγκην με την άποψη της εφημερίδας